Ο Ζμπίνιου Μπρεζίνσκι είναι πολιτικός επιστήμονας και ειδικός σε θέματα γεωστρατηγικής.
Γεωστρατηγικοί παίκτες είναι τα κράτη που έχουν την ικανότητα και την εθνική θέληση να ασκήσουν δύναμη ή επιρροή πέρα από τα σύνορά τους ώστε να μεταβάλουν –σε βαθμό που θίγει τα συμφέροντα της -Αμερικής –την υπάρχουσα γεωπολιτική κατάσταση των πραγμάτων.
Αφορά κράτη που έχουν την προδιάθεση να είναι ασταθή από γεωπολιτική άποψη. Για διάφορους λόγους (επιδίωξη εθνικού μεγαλείου, οικονομική επέκταση) μερικά από αυτά επιδιώκουν περιφερειακή ή παγκόσμια κυριαρχία και συνυπολογίζοντας τα συμφέροντα της Αμερικής, διαμορφώνουν τους δικούς τους πιο περιορισμένους ευρασιατικούς στόχους που άλλοτε έρχονται σε σύγκρουση και άλλοτε συμβαδίζουν με τους στόχους και τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Γεωπολιτικοί άξονες είναι τα κράτη που η σημασία τους πηγάζει από την ευαίσθητη θέση τους (όχι την δύναμη ή τα κίνητρα) και από τις συνέπειες που έχει η δυνητικά ευάλωτη κατάστασή τους στην συμπεριφορά των γεωστρατηγικών παικτών. Ένας γεωπολιτικός άξονας μπορεί να δρα ως αμυντική ασπίδα για κάποιο ζωτικό κράτος ή περιφέρεια, ή μπορεί η ύπαρξή του να έχει σημαντικές πολιτικές και πολιτισμικές συνέπειες για έναν πιο δραστήριο γειτονικό παίκτη.
Γεωστρατηγικοί παίκτες θεωρούνται η Γαλλία, η Γερμανία, η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία ενώ αποκλείονται η Μεγάλη Βρετανία, η Ιαπωνία, και η Ινδονησία.
Γεωπολιτικοί άξονες θεωρούνται η Ουκρανία, το Αζερμπαϊτζάν, η Νότια Κορέα, η Τουρκία και το Ιράν. Υπάρχουν κράτη που δεν ανήκουν σε καμία κατηγορία, μεσαίου μεγέθους, μέλη του ΝΑΤΟ ή και της ΕΕ, των οποίων οι πολιτικές δεν έχουν ευρύτερη περιφερειακή επίδραση. (Πολωνία, Ινδονησία)
Ο καθορισμός παικτών και αξόνων προβάλλει και τα κύρια πολιτικά διλήμματα που έχει να αντιμετωπίσει η Αμερική.
Στο δυτικό άκρο εντοπίζονται δύο βασικοί γεωστρατηγικοί παίκτες, η Γαλλία και η Γερμανία. Και οι δύο φιλοδοξούν στην μεταβολή του status quo μέσω του οράματος της ενωμένης Ευρώπης. Επιπλέον, είναι αρκετά ισχυρές ώστε να μπορούν να ασκούν επιρροή σε περιφερειακό πεδίο και θεωρούν εαυτό τους αρμόδιες να εκπροσωπούν τα ευρωπαϊκά συμφέροντα στις διαπραγματεύσεις με την Ρωσία.
Η Μεγάλη Βρετανία δεν ανήκει στον κύκλο των δυναμικών γεωστρατηγικών παικτών περισσότερο γιατί η ίδια το επέλεξε. Λαμβάνει διφορούμενη στάση απέναντι στην ευρωπαϊκή ενοποίηση (απορρίπτει τον στόχο της πολιτικής ενοποίησης, ευνοεί ένα πρότυπο οικονομικής ολοκλήρωσης που βασίζεται στο ελεύθερο εμπόριο, προτιμά να συντονίζονται η εξωτερική πολιτική, η ασφάλεια και η άμυνα εκτός του πλαισίου της ΕΕ, σπάνια μεγιστοποίησε την επιρροή της στην ΕΕ ), συνεχίζει να διατηρεί μια ειδική σχέση με την Αμερική και η σχετική παρακμή της δύναμής της, της αφαιρούν σταδιακά το προνόμιο του Ευρωπαίου ισορροπιστή.
Συνιστά γεωστρατηγικό παίκτη που αποσύρθηκε, πιστός σύμμαχος, αλλά όχι δραστήρια παγκόσμια δύναμη που παρακινείται από φιλόδοξο όραμα.
Αυτονόητο είναι πως η Ρωσία παραμένει σημαντικός γεωστρατηγικός παίκτης.
Παρά την αποδυνάμωσή της συνεχίζει να ασκεί επιρροή στον ευρύ ευρασιατικό χώρο και τρέφει φιλόδοξους γεωπολιτικούς στόχους που αρνείται να κρύψει. Σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσει η εξέλιξη της εσωτερικής της πολιτικής και το αν τελικά θα παρασυρθεί και θα ενσωματωθεί στο ευρωπαϊκό πνεύμα.
Το ίδιο ισχύει και για την Κίνα η οποία ήδη συνιστά σημαντική περιφερειακή δύναμη και από οικονομικής απόψεως αναπτύσσεται ραγδαία.
Στο ανατολικό άκρο της Ευρασίας, η Ιαπωνία, ενώ έχει τις ικανότητες να διεκδικήσει ηγεμονική θέση σε περιφερειακό επίπεδο, η ίδια επιλέγει να κινείται υπό αμερικανική προστασία. Η στάση της αυτή δίνει την δυνατότητα στην Αμερική να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στον τομέα της ασφάλειας στην Άπω Ανατολή. Δεν συνιστά γεωστρατηγικό παίκτη, αλλά η Αμερική οφείλει να καλλιεργεί προσεκτικά την αμερικανό –ιαπωνική σχέση και ιδιαίτερα τον αυτοπεριορισμό της.
Η Ινδονησία από την πλευρά της, στα νοτιοανατολικά της Ασίας, δεν συνιστά γεωστρατηγικό παίκτη κυρίως λόγω της υπανάπτυκτης οικονομίας της, της γεωγραφικής της σύνθεσης (αποτελείται από διάσπαρτα νησιά), της πολιτικής αστάθειας και της προδιάθεσης για εθνοτικές συγκρούσεις.
Όσον αφορά στην Ινδία παρατηρείται ο διαρκώς ανερχόμενος ρόλος της και εκλαμβάνεται ως ίσως το ισχυρότερο νοτιοανατολικό κράτος. Αποτελεί ήμι-μυστική πυρηνική δύναμη όχι μόνο προς εκφοβισμό του Πακιστάν, αλλά και για να αντισταθμίσει την Κίνα. Έχει μακροπρόθεσμο γεωπολιτικό όραμα, προς το παρόν όμως δεν συνιστά τόσο μεγάλο «κίνδυνο»όσο η Ρωσία και η Κίνα.
Στους γεωπολιτικούς άξονες περιλαμβάνεται η Ουκρανία της οποίας η ίδια η ύπαρξη ως ανεξάρτητης χώρας, συμβάλλει στον μετασχηματισμό της Ρωσίας. Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία παύει να είναι ευρασιατική αυτοκρατορία. Αν η Μόσχα ανακτήσει τον έλεγχο του κράτους αυτού μαζί με τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους που διαθέτει, τον σημαντικό πληθυσμό και την πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα, η Ρωσία θα ανακτήσει αυτομάτως τις προϋποθέσεις για να γίνει ισχυρό αυτοκρατορικό κράτος, που θα ενώνει Ευρώπη και Ασία.
Αν η Ουκρανία χάσει την ανεξαρτησία της, αυτό θα επηρεάσει και τα δεδομένα στην Κεντρική Ευρώπη. Η Πολωνία θα μετασχηματιστεί σε γεωπολιτικό άξονα. Επίσης, από γεωπολιτικής άποψης σημαντικό είναι και το Αζερμπαϊτζάν εξαιτίας κυρίως των πετρελαϊκών πόρων. Το μέλλον του θα επηρεάσει το μέλλον της Ρωσίας.
Η Τουρκία και το Ιράν θα μπορούσαν να θεωρηθούν γεωστρατηγικοί παίκτες. Κυρίως όμως και λόγω της εσωτερικής τους γενικότερης αστάθειας εκλαμβάνονται ως άξονες.
Η Τουρκία διότι σταθεροποιεί την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, ελέγχει την πρόσβαση από αυτήν στη Μεσόγειο, αντισταθμίζει την Ρωσία στον Καύκασο και χρησιμεύει ως το νότιο αγκυροβόλιο του ΝΑΤΟ.
Τέλος, η Νότια Κορέα συγκαταλέγεται και αυτή στους άξονες στην περιοχή της Άπω Ανατολής και όποια σημαντική μεταβολή στο καθεστώς της θα αλλάξει δραματικά το ρόλο της Αμερικής στην Άπω Ανατολή και άρα και της Ιαπωνίας. Ο παραπάνω κατάλογος δεν είναι ούτε μόνιμος ούτε παγιωμένος και οφείλει να προσαρμόζεται στα δεδομένα κάθε εποχής.
Συγκεντρωτικά τα διλήμματα που έχει να αντιμετωπίσει η Αμερική συνοψίζονται σύμφωνα με τον μελετητή σε πέντε καίρια ερωτήματα:
1. τί είδους Ευρώπη θα έπρεπε να προτιμά και να προωθεί η Αμερική
2. τι είδους Ρωσία είναι προς το συμφέρον της Αμερικής και πόσα μπορεί να κάνει η Αμερική γι’ αυτό
3. ποιες είναι οι προοπτικές για την εμφάνιση στην Κεντρική Ευρασία των νέων Βαλκανίων και τι θα έπρεπε να κάνει η Αμερική για να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους που θα προέκυπταν
4. τι ρόλο θα έπρεπε να ενθαρρυνθεί να επωμιστεί η Κίνα στην Άπω Ανατολή και ποιες είναι οι συνέπειες αυτού του ρόλου όχι μόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά επίσης για την Ιαπωνία
5. ποιοι οι νέοι ευρασιατικοί συνασπισμοί θα ήταν πιο επικίνδυνοι για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και τι πρέπει να γίνει για να αποκλειστούν.
Στο ερώτημα τι είδους Ευρώπη προτιμάται, η ρητορική των ΗΠΑ περιστρέφεται γύρω από την αντίληψη περί ισότιμων εταίρων. Σε πρακτικό επίπεδο όμως οι κινήσεις των ΗΠΑ τείνουν προς μια άνιση συμμαχία (Μέση Ανατολή, ασφάλεια, ποια χώρα θα ηγείται της ΕΕ).
Ο ρόλος του ΝΑΤΟ παραμένει σημαίνων διότι αντικατοπτρίζει τον κύριο μηχανισμό επιρροής των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Μία μακροπρόθεσμη γεωστρατηγική για την Ευρώπη θα πρέπει να αντιμετωπίσει με σαφήνεια τα ζητήματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της σχέσης με την Ευρώπη ως πραγματικού εταίρου.
Η Ευρώπη είναι ο φυσικός σύμμαχος της Αμερικής, χρησιμεύει ως εφαλτήριο για την προοδευτική επέκταση της δημοκρατίας βαθύτερα στην Ευρασία. Μια τέτοια Ευρώπη –μαγνήτης θα μπορούσε να γίνει ένας από τους ζωτικούς πυλώνες μιας ευρύτερης ευρασιατικής δομής συνεργασίας υπό αμερικανική εγγύηση. Το κύριο πρόβλημα συνίσταται στο ότι η πραγματική ενωμένη Ευρώπη δεν έχει ακόμη αναδυθεί (απόδειξη η κρίση στη Βοσνία). Επιτεύχθηκε η οικονομική ένωση και όχι η πολιτική. (δυσβάστακτο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, η ευρωπαϊκοί θεσμοί στηρίζονται στην γραφειοκρατία, η δυτική Ευρώπη αποτελεί σύνολο κοινωνιών που βρίσκονται σε σύγχυση). Η ενοποίηση γίνεται διαδικασία όχι σκοπός.
Η Γαλλία και η Γερμανία αποτελούν τους αρχιτέκτονες του ενοποιητικού εγχειρήματος. Η καθεμία μένει αφοσιωμένη σε διαφορετικό όραμα. (γι ΄ αυτό απαιτείται σαφήνεια για το ποια Ευρώπη επιλέγουμε και προσεκτικό χειρισμό των δύο χωρών).
Η Γαλλία αντιμετωπίζει την ενωμένη Ευρώπη ως μέσο ανάκτησης του παλιού μεγαλείου. Κατά τον Β’ Π’ Π’ παρέμεινε σταθερή απέναντι στις ΗΠΑ, αλλά διατηρεί την αντίληψη ότι παραμένει ακόμη παγκόσμια δύναμη, αντίληψη που δεν είναι παρά απατηλή ιδέα. Επιδίωξε ελευθερία δράσης μέσω της ανάπτυξης ανεξάρτητης πυρηνικής δύναμης, συντηρώντας την ιδέα του μοναδικού ευρωπαϊκού κράτους προικισμένου με τέτοια δύναμη., αλλά και ικανοποιώντας την επιθυμία της να επιτελέσει ρόλο ασφάλειας στις γαλλόφωνες αφρικανικές χώρες. Οι πολιτικές επιπτώσεις αυτής της αντίληψης συνεπάγονται πως ο βασικός γεωπολιτικός χώρος που έπρεπε να διατηρήσει στη σφαίρα επιρροής της περιλαμβάνει την ιβηρική χερσόνησο, την βόρεια ακτή της δυτικής Μεσογείου και την Γερμανία μέχρι την Κεντροανατολική Ευρώπη.
Αυτός ο χώρος αποτελεί και την ελάχιστη ακτίνα γαλλικής ασφάλειας και ουσιαστική ζώνη γαλλικών πολιτικών συμφερόντων. Η Γαλλική οπτική θεωρεί πως η ενωμένη και ανεξάρτητη Ευρώπη επιτυγχάνεται με συνδυασμό της ενοποίησης υπό γαλλική ηγεσία με ταυτόχρονη και βαθμιαία μείωση της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας στην ήπειρο. Βασικά πολιτικά διλήμματα της Γαλλίας: πως θα διατηρήσει την αμερικανική δέσμευση ασφαλείας και παράλληλα να περιορίσει σταθερά την αμερικανική παρουσία και πώς να στηρίξει την γάλλο-γερμανική συνεργασία ως τη συνδυασμένη πολιτικό- οικονομική ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ενοποίησης αποκλείοντας ταυτόχρονα την γερμανική ηγεσία στην Ευρώπη. Αν ήταν όντως παγκόσμια δύναμη θα μπορούσε να το επιτύχει. Είναι όμως μεσαίας βαθμίδας ευρωπαϊκή δύναμη.
Για την Γερμανία επανόρθωση και ασφάλεια σημαίνει ενωμένη Ευρώπη και συνεργασία με την Αμερική. Η επανένωσή της άλλαξε τα δεδομένα. Η ενδυνάμωση της επηρέασε την στάση της Γαλλίας η οποία εφάρμοσε μια πολιτική ελιγμών χρησιμοποιώντας την Ρωσία ως εξισορροπητικό χαρτί απέναντι στην Αμερική και στην Γερμανία και για να ενισχύσει την προσπάθεια για μεταρρύθμιση των δομών του ΝΑΤΟ ώστε να κατέχει πιο ενεργό ρόλο.
Ο χάρτης των ειδικών συμφερόντων της περιλαμβάνει στα δυτικά την Γαλλία, ανατολικά τα μετακομουνιστικά κράτη της Κ. Ευρώπης, τις Βαλτικές Δημοκρατίες, Ουκρανία, Λευκορωσία και φτάνει μέχρι την Ρωσία.
Γεωστρατηγικοί παίκτες είναι τα κράτη που έχουν την ικανότητα και την εθνική θέληση να ασκήσουν δύναμη ή επιρροή πέρα από τα σύνορά τους ώστε να μεταβάλουν –σε βαθμό που θίγει τα συμφέροντα της -Αμερικής –την υπάρχουσα γεωπολιτική κατάσταση των πραγμάτων.
Αφορά κράτη που έχουν την προδιάθεση να είναι ασταθή από γεωπολιτική άποψη. Για διάφορους λόγους (επιδίωξη εθνικού μεγαλείου, οικονομική επέκταση) μερικά από αυτά επιδιώκουν περιφερειακή ή παγκόσμια κυριαρχία και συνυπολογίζοντας τα συμφέροντα της Αμερικής, διαμορφώνουν τους δικούς τους πιο περιορισμένους ευρασιατικούς στόχους που άλλοτε έρχονται σε σύγκρουση και άλλοτε συμβαδίζουν με τους στόχους και τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Γεωπολιτικοί άξονες είναι τα κράτη που η σημασία τους πηγάζει από την ευαίσθητη θέση τους (όχι την δύναμη ή τα κίνητρα) και από τις συνέπειες που έχει η δυνητικά ευάλωτη κατάστασή τους στην συμπεριφορά των γεωστρατηγικών παικτών. Ένας γεωπολιτικός άξονας μπορεί να δρα ως αμυντική ασπίδα για κάποιο ζωτικό κράτος ή περιφέρεια, ή μπορεί η ύπαρξή του να έχει σημαντικές πολιτικές και πολιτισμικές συνέπειες για έναν πιο δραστήριο γειτονικό παίκτη.
Γεωστρατηγικοί παίκτες θεωρούνται η Γαλλία, η Γερμανία, η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία ενώ αποκλείονται η Μεγάλη Βρετανία, η Ιαπωνία, και η Ινδονησία.
Γεωπολιτικοί άξονες θεωρούνται η Ουκρανία, το Αζερμπαϊτζάν, η Νότια Κορέα, η Τουρκία και το Ιράν. Υπάρχουν κράτη που δεν ανήκουν σε καμία κατηγορία, μεσαίου μεγέθους, μέλη του ΝΑΤΟ ή και της ΕΕ, των οποίων οι πολιτικές δεν έχουν ευρύτερη περιφερειακή επίδραση. (Πολωνία, Ινδονησία)
Ο καθορισμός παικτών και αξόνων προβάλλει και τα κύρια πολιτικά διλήμματα που έχει να αντιμετωπίσει η Αμερική.
Στο δυτικό άκρο εντοπίζονται δύο βασικοί γεωστρατηγικοί παίκτες, η Γαλλία και η Γερμανία. Και οι δύο φιλοδοξούν στην μεταβολή του status quo μέσω του οράματος της ενωμένης Ευρώπης. Επιπλέον, είναι αρκετά ισχυρές ώστε να μπορούν να ασκούν επιρροή σε περιφερειακό πεδίο και θεωρούν εαυτό τους αρμόδιες να εκπροσωπούν τα ευρωπαϊκά συμφέροντα στις διαπραγματεύσεις με την Ρωσία.
Η Μεγάλη Βρετανία δεν ανήκει στον κύκλο των δυναμικών γεωστρατηγικών παικτών περισσότερο γιατί η ίδια το επέλεξε. Λαμβάνει διφορούμενη στάση απέναντι στην ευρωπαϊκή ενοποίηση (απορρίπτει τον στόχο της πολιτικής ενοποίησης, ευνοεί ένα πρότυπο οικονομικής ολοκλήρωσης που βασίζεται στο ελεύθερο εμπόριο, προτιμά να συντονίζονται η εξωτερική πολιτική, η ασφάλεια και η άμυνα εκτός του πλαισίου της ΕΕ, σπάνια μεγιστοποίησε την επιρροή της στην ΕΕ ), συνεχίζει να διατηρεί μια ειδική σχέση με την Αμερική και η σχετική παρακμή της δύναμής της, της αφαιρούν σταδιακά το προνόμιο του Ευρωπαίου ισορροπιστή.
Συνιστά γεωστρατηγικό παίκτη που αποσύρθηκε, πιστός σύμμαχος, αλλά όχι δραστήρια παγκόσμια δύναμη που παρακινείται από φιλόδοξο όραμα.
Αυτονόητο είναι πως η Ρωσία παραμένει σημαντικός γεωστρατηγικός παίκτης.
Παρά την αποδυνάμωσή της συνεχίζει να ασκεί επιρροή στον ευρύ ευρασιατικό χώρο και τρέφει φιλόδοξους γεωπολιτικούς στόχους που αρνείται να κρύψει. Σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσει η εξέλιξη της εσωτερικής της πολιτικής και το αν τελικά θα παρασυρθεί και θα ενσωματωθεί στο ευρωπαϊκό πνεύμα.
Το ίδιο ισχύει και για την Κίνα η οποία ήδη συνιστά σημαντική περιφερειακή δύναμη και από οικονομικής απόψεως αναπτύσσεται ραγδαία.
Στο ανατολικό άκρο της Ευρασίας, η Ιαπωνία, ενώ έχει τις ικανότητες να διεκδικήσει ηγεμονική θέση σε περιφερειακό επίπεδο, η ίδια επιλέγει να κινείται υπό αμερικανική προστασία. Η στάση της αυτή δίνει την δυνατότητα στην Αμερική να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στον τομέα της ασφάλειας στην Άπω Ανατολή. Δεν συνιστά γεωστρατηγικό παίκτη, αλλά η Αμερική οφείλει να καλλιεργεί προσεκτικά την αμερικανό –ιαπωνική σχέση και ιδιαίτερα τον αυτοπεριορισμό της.
Η Ινδονησία από την πλευρά της, στα νοτιοανατολικά της Ασίας, δεν συνιστά γεωστρατηγικό παίκτη κυρίως λόγω της υπανάπτυκτης οικονομίας της, της γεωγραφικής της σύνθεσης (αποτελείται από διάσπαρτα νησιά), της πολιτικής αστάθειας και της προδιάθεσης για εθνοτικές συγκρούσεις.
Όσον αφορά στην Ινδία παρατηρείται ο διαρκώς ανερχόμενος ρόλος της και εκλαμβάνεται ως ίσως το ισχυρότερο νοτιοανατολικό κράτος. Αποτελεί ήμι-μυστική πυρηνική δύναμη όχι μόνο προς εκφοβισμό του Πακιστάν, αλλά και για να αντισταθμίσει την Κίνα. Έχει μακροπρόθεσμο γεωπολιτικό όραμα, προς το παρόν όμως δεν συνιστά τόσο μεγάλο «κίνδυνο»όσο η Ρωσία και η Κίνα.
Στους γεωπολιτικούς άξονες περιλαμβάνεται η Ουκρανία της οποίας η ίδια η ύπαρξη ως ανεξάρτητης χώρας, συμβάλλει στον μετασχηματισμό της Ρωσίας. Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία παύει να είναι ευρασιατική αυτοκρατορία. Αν η Μόσχα ανακτήσει τον έλεγχο του κράτους αυτού μαζί με τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους που διαθέτει, τον σημαντικό πληθυσμό και την πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα, η Ρωσία θα ανακτήσει αυτομάτως τις προϋποθέσεις για να γίνει ισχυρό αυτοκρατορικό κράτος, που θα ενώνει Ευρώπη και Ασία.
Αν η Ουκρανία χάσει την ανεξαρτησία της, αυτό θα επηρεάσει και τα δεδομένα στην Κεντρική Ευρώπη. Η Πολωνία θα μετασχηματιστεί σε γεωπολιτικό άξονα. Επίσης, από γεωπολιτικής άποψης σημαντικό είναι και το Αζερμπαϊτζάν εξαιτίας κυρίως των πετρελαϊκών πόρων. Το μέλλον του θα επηρεάσει το μέλλον της Ρωσίας.
Η Τουρκία και το Ιράν θα μπορούσαν να θεωρηθούν γεωστρατηγικοί παίκτες. Κυρίως όμως και λόγω της εσωτερικής τους γενικότερης αστάθειας εκλαμβάνονται ως άξονες.
Η Τουρκία διότι σταθεροποιεί την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, ελέγχει την πρόσβαση από αυτήν στη Μεσόγειο, αντισταθμίζει την Ρωσία στον Καύκασο και χρησιμεύει ως το νότιο αγκυροβόλιο του ΝΑΤΟ.
Τέλος, η Νότια Κορέα συγκαταλέγεται και αυτή στους άξονες στην περιοχή της Άπω Ανατολής και όποια σημαντική μεταβολή στο καθεστώς της θα αλλάξει δραματικά το ρόλο της Αμερικής στην Άπω Ανατολή και άρα και της Ιαπωνίας. Ο παραπάνω κατάλογος δεν είναι ούτε μόνιμος ούτε παγιωμένος και οφείλει να προσαρμόζεται στα δεδομένα κάθε εποχής.
Συγκεντρωτικά τα διλήμματα που έχει να αντιμετωπίσει η Αμερική συνοψίζονται σύμφωνα με τον μελετητή σε πέντε καίρια ερωτήματα:
1. τί είδους Ευρώπη θα έπρεπε να προτιμά και να προωθεί η Αμερική
2. τι είδους Ρωσία είναι προς το συμφέρον της Αμερικής και πόσα μπορεί να κάνει η Αμερική γι’ αυτό
3. ποιες είναι οι προοπτικές για την εμφάνιση στην Κεντρική Ευρασία των νέων Βαλκανίων και τι θα έπρεπε να κάνει η Αμερική για να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους που θα προέκυπταν
4. τι ρόλο θα έπρεπε να ενθαρρυνθεί να επωμιστεί η Κίνα στην Άπω Ανατολή και ποιες είναι οι συνέπειες αυτού του ρόλου όχι μόνο για τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά επίσης για την Ιαπωνία
5. ποιοι οι νέοι ευρασιατικοί συνασπισμοί θα ήταν πιο επικίνδυνοι για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και τι πρέπει να γίνει για να αποκλειστούν.
Στο ερώτημα τι είδους Ευρώπη προτιμάται, η ρητορική των ΗΠΑ περιστρέφεται γύρω από την αντίληψη περί ισότιμων εταίρων. Σε πρακτικό επίπεδο όμως οι κινήσεις των ΗΠΑ τείνουν προς μια άνιση συμμαχία (Μέση Ανατολή, ασφάλεια, ποια χώρα θα ηγείται της ΕΕ).
Ο ρόλος του ΝΑΤΟ παραμένει σημαίνων διότι αντικατοπτρίζει τον κύριο μηχανισμό επιρροής των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Μία μακροπρόθεσμη γεωστρατηγική για την Ευρώπη θα πρέπει να αντιμετωπίσει με σαφήνεια τα ζητήματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της σχέσης με την Ευρώπη ως πραγματικού εταίρου.
Η Ευρώπη είναι ο φυσικός σύμμαχος της Αμερικής, χρησιμεύει ως εφαλτήριο για την προοδευτική επέκταση της δημοκρατίας βαθύτερα στην Ευρασία. Μια τέτοια Ευρώπη –μαγνήτης θα μπορούσε να γίνει ένας από τους ζωτικούς πυλώνες μιας ευρύτερης ευρασιατικής δομής συνεργασίας υπό αμερικανική εγγύηση. Το κύριο πρόβλημα συνίσταται στο ότι η πραγματική ενωμένη Ευρώπη δεν έχει ακόμη αναδυθεί (απόδειξη η κρίση στη Βοσνία). Επιτεύχθηκε η οικονομική ένωση και όχι η πολιτική. (δυσβάστακτο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, η ευρωπαϊκοί θεσμοί στηρίζονται στην γραφειοκρατία, η δυτική Ευρώπη αποτελεί σύνολο κοινωνιών που βρίσκονται σε σύγχυση). Η ενοποίηση γίνεται διαδικασία όχι σκοπός.
Η Γαλλία και η Γερμανία αποτελούν τους αρχιτέκτονες του ενοποιητικού εγχειρήματος. Η καθεμία μένει αφοσιωμένη σε διαφορετικό όραμα. (γι ΄ αυτό απαιτείται σαφήνεια για το ποια Ευρώπη επιλέγουμε και προσεκτικό χειρισμό των δύο χωρών).
Η Γαλλία αντιμετωπίζει την ενωμένη Ευρώπη ως μέσο ανάκτησης του παλιού μεγαλείου. Κατά τον Β’ Π’ Π’ παρέμεινε σταθερή απέναντι στις ΗΠΑ, αλλά διατηρεί την αντίληψη ότι παραμένει ακόμη παγκόσμια δύναμη, αντίληψη που δεν είναι παρά απατηλή ιδέα. Επιδίωξε ελευθερία δράσης μέσω της ανάπτυξης ανεξάρτητης πυρηνικής δύναμης, συντηρώντας την ιδέα του μοναδικού ευρωπαϊκού κράτους προικισμένου με τέτοια δύναμη., αλλά και ικανοποιώντας την επιθυμία της να επιτελέσει ρόλο ασφάλειας στις γαλλόφωνες αφρικανικές χώρες. Οι πολιτικές επιπτώσεις αυτής της αντίληψης συνεπάγονται πως ο βασικός γεωπολιτικός χώρος που έπρεπε να διατηρήσει στη σφαίρα επιρροής της περιλαμβάνει την ιβηρική χερσόνησο, την βόρεια ακτή της δυτικής Μεσογείου και την Γερμανία μέχρι την Κεντροανατολική Ευρώπη.
Αυτός ο χώρος αποτελεί και την ελάχιστη ακτίνα γαλλικής ασφάλειας και ουσιαστική ζώνη γαλλικών πολιτικών συμφερόντων. Η Γαλλική οπτική θεωρεί πως η ενωμένη και ανεξάρτητη Ευρώπη επιτυγχάνεται με συνδυασμό της ενοποίησης υπό γαλλική ηγεσία με ταυτόχρονη και βαθμιαία μείωση της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας στην ήπειρο. Βασικά πολιτικά διλήμματα της Γαλλίας: πως θα διατηρήσει την αμερικανική δέσμευση ασφαλείας και παράλληλα να περιορίσει σταθερά την αμερικανική παρουσία και πώς να στηρίξει την γάλλο-γερμανική συνεργασία ως τη συνδυασμένη πολιτικό- οικονομική ατμομηχανή της ευρωπαϊκής ενοποίησης αποκλείοντας ταυτόχρονα την γερμανική ηγεσία στην Ευρώπη. Αν ήταν όντως παγκόσμια δύναμη θα μπορούσε να το επιτύχει. Είναι όμως μεσαίας βαθμίδας ευρωπαϊκή δύναμη.
Για την Γερμανία επανόρθωση και ασφάλεια σημαίνει ενωμένη Ευρώπη και συνεργασία με την Αμερική. Η επανένωσή της άλλαξε τα δεδομένα. Η ενδυνάμωση της επηρέασε την στάση της Γαλλίας η οποία εφάρμοσε μια πολιτική ελιγμών χρησιμοποιώντας την Ρωσία ως εξισορροπητικό χαρτί απέναντι στην Αμερική και στην Γερμανία και για να ενισχύσει την προσπάθεια για μεταρρύθμιση των δομών του ΝΑΤΟ ώστε να κατέχει πιο ενεργό ρόλο.
Αποσκοπούσε στο να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων εντός της Συμμαχίας με αντάλλαγμα την επέκταση του ΝΑΤΟ. (στην συνέχεια όταν η Γερμανία πίεσε για ταχύτερη διεύρυνση της ΕΕ ώστε να συμπεριλάβει την Κεντρική Ευρώπη η Γαλλία στράφηκε στην μεσογειακή νότια πλευρά. Αποτέλεσμα μεγαλύτερο χάσμα).Η Γερμανία αντελήφθη την γάλλο –γερμανική συμφιλίωση ως το μέσο για την οικοδόμηση της ευρωπαϊκής κοινότητας και την ιστορική της αποκατάσταση. Γι’ αυτό σε αρχικό στάδιο αποδέχθηκε την γαλλική ηγεσία. Μετά την κατάρρευση της Σ.Ε. και την επανένωση της Γερμανίας, η Αμερική παρείχε την ομπρέλα για ηγετικό ρόλο στην Κεντρική Ευρώπη.
Ο χάρτης των ειδικών συμφερόντων της περιλαμβάνει στα δυτικά την Γαλλία, ανατολικά τα μετακομουνιστικά κράτη της Κ. Ευρώπης, τις Βαλτικές Δημοκρατίες, Ουκρανία, Λευκορωσία και φτάνει μέχρι την Ρωσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!