Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

Η παγκόσμια αξιολόγηση της αμυντικής ισχύος το 2013-14

Γράφει ο Δρ Ιωάννης Παρίσης Υποστράτηγος ε.α., Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης / Διεθνών Σχέσεων


(Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΑΜΥΝΑ & ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ, τ. Μαΐου 2014)

Η ισχύς αποτελεί σημαντικό στοιχείο της συμπεριφοράς των κρατών στο διεθνές σύστημα και καθορίζει, εν πολλοίς, τις διεθνείς σχέσεις. Είναι κατά συνέπεια αυτονόητο ότι, προκειμένου τα κράτη να επιβιώσουν, να ευημερήσουν, και να διασφαλίσουν τα εθνικά τους συμφέροντα, μέσα σε ένα άκρως ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, αναγκάζονται να επιζητούν την απόκτηση ισχύος, ενώ παράλληλα να παρακολουθούν την ισχύ των άλλων κρατών – καταρχήν των γειτονικών τους. Ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουν την επιβίωση τους είναι η συνεχής αύξηση της ισχύος τους.

Αξιολογώντας την Στρατιωτική Ισχύ των Κρατών

Η εντυπωσιακές μεταβολές που συνέβησαν στο παγκόσμιο γεωστρατηγικό περιβάλλον κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, προκάλεσαν σημαντικές ανατροπές που είχαν επιπτώσεις στις ένοπλες δυνάμεις και την στρατιωτική ισχύ των κρατών, η οποία αποτελεί έναν από τους κύριους παράγοντες εθνικής ισχύος. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η στρατιωτική ισχύς των κύριων παικτών του διεθνούς συστήματος. Οι παραδοσιακές «μεγάλες δυνάμεις» υπέστησαν διαφοροποιήσεις ενώ νέες δυνάμεις αναδυθήκαν στο παγκόσμιο σύστημα. Επιπλέον, νέοι παράγοντες υπεισήλθαν στην αξιολόγηση της ισχύος που άλλαξαν τα δεδομένα σε σχέση κυρίως προς την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.
armedForces
Η αντίληψη περί των γνωστών ως «ασύμμετρων απειλών» δεν έμεινε μόνο στον χώρο των μη κρατικών δρώντων, κατά βάση της διεθνούς τρομοκρατίας, αλλά είχε εφαρμογή και σε πολεμικές συρράξεις. Ως ασύμμετροι πόλεμοι μπορούν να χαρακτηρισθούν τόσο ο εν εξελίξει πόλεμος στο Αφγανιστάν όσο και εκείνος του Βιετνάμ των δεκαετιών 1960-70. Αλλά και στη Συρία εμφανίζεται επίσης ξεκάθαρα το πώς σχετικά μικροί αριθμοί μαχητών μπορούν να διεξαγάγουν επιτυχημένες στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον ισχυρότερων και ανώτερων δυνάμεων.

Ωστόσο, το μέγεθος των ενόπλων δυνάμεων κάθε κράτους, τα εξελιγμένα οπλικά συστήματα, η ισχύς πυρός γενικότερα εξακολουθούν να είναι άκρως σημαντικά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δυνατότητα μιας χώρας να προβάλει ισχύ βασίζεται κατά μεγάλος μέρος στις στρατιωτικές της δυνατότητες. Ακόμα και σε ότι αφορά τις πολιτικές και διπλωματικές δράσεις εξωτερικής πολιτικής, είναι πρόδηλο ότι η στρατιωτική ισχύς αποτελεί το κύριο «επιχείρημα» και παρέχει διπλωματικά όπλα.

Η ιστοσελίδα Global Firepower αξιολόγησε τις χώρες παγκοσμίως και συνέταξε σχετικό κατάλογο 106 χωρών σύμφωνα με την στρατιωτική τους ισχύ, βασιζόμενη σε πολλαπλούς παράγοντες, στους οποίους περιλαμβάνονται η δύναμη του προσωπικού, το συνολικό εργατικό δυναμικό, η οικονομία, καθώς και η διαθεσιμότητα στρατηγικών συστημάτων. Ειδικότερα, για την αξιολόγηση και τη σύνταξη του καταλόγου χρησιμοποιήθηκαν 50 παράγοντες μέσω των οποίων καθορίζεται η Ισχύς κάθε κράτους. Ο τρόπος αξιολόγησης που χρησιμοποιήθηκε δίνει τη δυνατότητα ώστε μικρά, τεχνολογικά προοδευμένα, κράτη να ανταγωνίζονται μεγαλύτερα κράτη αλλά με χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης. Μέσα από τις διαδικασίες αυτές οι συντάκτες του καταλόγου εκτιμούν ότι αυτός αποδίδει με αντικειμενικότητα την εικόνα της συμβατικής στρατιωτικής ισχύος κάθε χώρας.

Επισημαίνεται ότι οι κύριοι παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη είναι οι εξής:
Η Γεωγραφία, υπό την έννοια της μορφής της χώρας (θαλάσσια, νησιωτική, περίκλειστη), της θέσης της στον χάρτη, της έκτασης, του μήκους των συνόρων και των ακτών της, του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης της, κλπ.(βλ. σχετικά άρθρο του γράφοντος στο ΑΜΥΝΑ & ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ, τ. Οκτ 2011: «Η Γεωγραφία ως παράγων ισχύος»).
Τα Οπλικά Συστήματα ξηράς, θαλάσσης και αέρος κάθε χώρας, τόσο από πλευράς αριθμού όσο και από πλευράς ποιότητας και σύγχρονης τεχνολογίας,
Η Οικονομία (ΑΕΠ, εμπορικές συναλλαγές, έλλειμμα, χρέος, βιομηχανία, κλπ.),
Φυσικοί πόροι της κάθε χώρας, ως χρήστη και ως παραγωγού,
Δυνατότητες υποστήριξης (εμπορικός στόλος, δίκτυο αυτοκινητοδρόμων και σιδηροδρόμων, αεροδρόμια, λιμάνια)

Οι 20 πρώτες χώρες του καταλόγου είναι κατά σειρά:

  1. Ηνωμένες Πολιτείες,
  2. Ρωσία,
  3. Κίνα,
  4. Ινδία,
  5. Ηνωμένο Βασίλειο,
  6. Γαλλία,
  7. Γερμανία,
  8. Τουρκία,
  9. Νότια Κορέα,
  10. Ιαπωνία,
  11. Ισραήλ,
  12. Ιταλία,
  13. Αίγυπτος,
  14. Βραζιλία,
  15. Πακιστάν,
  16. Καναδάς,
  17. Ταϊβάν,
  18. Πολωνία,
  19. Ινδονησία,
  20. Αυστραλία.

Μερικές διαπιστώσεις 


Τα στοιχεία που προήλθαν από την αξιολόγηση των 106 χωρών οδηγούν σε κάποιες συνοπτικές διαπιστώσεις, για τις πρώτες 11 από αυτές:
Ηνωμένες Πολιτείες: Με αμυντικό προϋπολογισμό 621 δισεκατομμυρίων δολαρίων, παρά της περικοπές συνεχίζουν να δαπανούν περισσότερα χρήματα για την άμυνα από ότι όλες μαζί οι επόμενες 10 στον κατάλογο χώρες. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα των ΗΠΑ από πλευράς συμβατικής στρατιωτικής ισχύος είναι ο στόλος των 19 αεροπλανοφόρων σε σύγκριση με τα 12 αεροπλανοφόρα που υπάρχουν υπάρχουν στον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό επιτρέπει της ΗΠΑ να έχουν παρουσία και προκεχωρημένες βάσεις επιχειρήσεων οπουδήποτε και να επιτυγχάνουν προβολή ισχύος σε όλο τον κόσμο. Επιπλέον διαθέτουν μακράν τα περισσότερα αεροσκάφη από οποιαδήποτε χώρα, τεχνολογία αιχμής σε κάθε τομέα των ενόπλων δυνάμεων και στο διάστημα και μία καλά εκπαιδευμένη δύναμη προσωπικού.
Ρωσία: Δύο δεκαετίες μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ρωσία αναδύεται εκ νέου διεκδικώντας μια θέση ως μεγάλη δύναμη. Ο αμυντικός της προϋπολογισμός έχει τριπλασιασθεί από το 2008, φθάνοντας σήμερα τα 76,6 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ αναμένεται να αυξηθεί κατά 40% περισσότερο στην επόμενη τριετία. Το υπό τα όπλα προσωπικό της ανέρχεται σε 766.000. Διαθέτει περίπου 15.500 άρματα μάχης, την μεγαλύτερη δύναμη αρμάτων στον κόσμο, αν και στην πλειονότητα παλαιών τύπων. Ομοίως η εκπαίδευση και ο εξοπλισμός των Ρώσων στρατιωτών δεν έχει φθάσει ακόμη σε επίπεδο ανάλογο εκείνου των ΗΠΑ.
Κίνα: Η πολυπληθέστερη χώρα της υφηλίου έχει εισέλθει σε μια πολιτική μαζικών στρατιωτικών δαπανών, με αύξηση 12,2% της δαπάνες κατά το παρελθόν έτος. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της Κίνας που βρίσκεται στα 126 δισεκατομμύρια δολάρια, αν και ανεπισήμως θα μπορούσε να είναι υψηλότερος, προκαλεί ανησυχίες στην περιοχή της Ασίας καθώς οι προσπάθειες της Κίνας να προβάλει την ισχύ της στην περιοχή δημιουργούν αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις της στα θαλάσσια σύνορα με την Ιαπωνία και με της Φιλιππίνες. Το μέγεθος του κινεζικού στρατού φθάνει στον ιλιγγιώδη αριθμό των 2.285.000 με μία πρόσθετη δυνατότητα 2.300.000 εφέδρων.
Ινδία: Αυξάνει συνεχώς της αμυντικές της δαπάνες σε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού και βελτίωσης των δυνατοτήτων της. Εκτιμάται ότι σήμερα η Ινδία ότι δαπανά 46 δισεκατομμύρια, και μάλλον μέχρι το 2020 θα καταστεί τέταρτη στη λίστα των υψηλότερων δαπανών. Είναι ήδη ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πολεμικού υλικού παγκοσμίως. Επιπλέον η Ινδία διαθέτει βαλλιστικού πυραύλους με βεληνεκές ικανό να προσβάλει το Πακιστάν ή το μεγαλύτερο μέρος της Κίνας.
Ηνωμένο Βασίλειο: Ο αμυντικός προϋπολογισμός της βρίσκεται στα 54 δισεκατομμύρια δολάρια. Το Η.Β. σχεδιάζει την μείωση του μεγέθους των ενόπλων δυνάμεών της κατά 20% μέχρι το 2018, με μικρότερες περικοπές στο Βασιλικό Ναυτικό και την Αεροπορία (RAF). Παρά ταύτα επιδιώκει την προβολή δύναμης παγκοσμίως. Το Βασιλικό Ναυτικό σχεδιάζει να θέσει σε υπηρεσία το 2020 το αεροπλανοφόρο HMSQueenElizabeth, το οποίο θα μεταφέρει 40 αεροσκάφη F-35B.
Γαλλία: Το 2013 πάγωσε τις στρατιωτικές της δαπάνες ενώ μία ακόμα περικοπή κατά 10% αφορούσε την εξασφάλιση χρημάτων προκειμένου να διατεθούν στην απόκτηση εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας. Η Γαλλάι δαπανά ετησίως 43 δισεκατομμύρια δολάρια, που όμως αντιστοιχούν σε ένα χαμηλό ποσοστό του ΑΕΠ της, της τάξης του 1,9%. Παρά τη μείωση του αμυντικού της προϋπολογισμού, η Γαλλία διατηρεί υψηλή ικανότητα προβολής ισχύος παγκοσμίως, με σημαντικές αναπτύξεις δυνάμεων στη Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής, το Τσαντ, το Μάλι, τη Σενεγάλη και σε άλλα σημεία της γης.
Γερμανία: Είναι προφανές ότι η στρατιωτική δύναμη της Γερμανίας υπολείπεται της οικονομικής της δύναμης στην παγκόσμια σκηνή. Τελευταίως η Γερμανία παρέχει στρατιωτική υποστήριξη σε χώρες μέλη του ΝΑΤΟ της ανατολικής Ευρώπης ενώ επίσης έχει περισσότερο σημαντικό ενεργό ρόλο διεθνώς στον στρατιωτικό τομέα. Η χώρα δαπανά 45 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για την άμυνα. Διατηρεί μόνο 183.000 προσωπικό, με άλλες 145.000 προσωπικό εφεδρείας.
Τουρκία: Ο αμυντικές της δαπάνες που φθάνουν τα 18,2 δισεκατομμύρια δολάρια αναμένεται να αυξηθούν εντός 2014 κατά 9,4% έναντι του προϋπολογισμού του 2013. Η εν εξελίξει σύρραξη με την Συρία και ενδεχόμενες συγκρούσεις με τους Κούρδους του ΡΚΚ, αποτέλεσαν τους κύριους λόγους της αύξησης των δαπανών. The NATO member has contributed soldiers to various initiatives around the world.
Νότια Κορέα: Δύο κύριοι λόγοι έχουν επιβάλλει τελευατίως την αύξηση των αμυντικών της δαπανών: η αύξηση των εξοπλισμών των γειτόνων της Ιαπωνίας και Κίνας, και η μόνιμη απειλή εκ μέρους της Βόρειας Κορέας. Η Νότια Κορέα δαπανα 34 δισεκατομμύρια δολάρια για την άμυνα ετησίως. Η χώρα διατηρεί σχετικά μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις σε σχέση με το μικρό μέγεθός της. Το στρατιωτικό προσωπικό της ανέρχεται σε 640.000, το οποίο θεωρείται γενικά καλώς εκπαιδευμένο, με επιπλέον εφεδρεία που φθάνει τα 2.900.000. Από πλευρίς κύριων οπλικών συστημάτων, έχει 2.346 άρματα μάχης και 1.393 αεροσκάφη. Η αεροπορία της είναι η 6η μεγαλύτερης παγκοσμίως.
Ιαπωνία: Για πρώτη φορά στα τελευταία ένδεκα χρόνια η Ιαπωνία έχει προβεί σε αύξηση των αμυντικών δαπανών της ως αντίδραση στην αυξημένη αντιπαράθεση με την Κίνα. Επίσης, άρχισε την πρώτη της στρατιωτική επέκταση εδώ και 40 χρόνια, εγκαθιστώντας μια νέα στρατιωτική βάση σε μεμακρυσμένα νησιά της. Η χώρα δαπανά για την άμυνα 49,1 δισεκατομμύρια, έκτη σε παγκόσμια κλίμακα. Το στρατιωτικό της προσωπικό, που ανέρχεται σε 247.000, θεωρείται αρκώντας καλά εκπαιδευμένη. Η αεροπορία της διαθέτει 1.595 αεροσκάφη (5η παγκοσμίως αεροπορική δύναμη), το δε ναυτικό της 131 σκάφη όλων των κατηγοριών. Είναι γνωστό ότι οι ένοπλες δυνάμεις της Ιαπωνίας περιορίζονται από ρήτρα ειρήνης που περιλαμβάνεται στο Σύνταγμά της η οποία καθιστά παράνομο για τη χώρα να έχει επιθετικό στρατό.
Ισραήλ: Οι αμυντικές δαπάνες του είναι πολύ υψηλότερες εκείνων των γειτόνων του. Το 2009, το Ισραήλ δαπάνησε 18,7% του ΑΕΠ του για την άμυνα. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της χώρας ανέρχεται σε 15 δισεκατομμύρια δολάρια. Μεγάλο ποσοστό του ποσού αυτού πηγαίνει στην αμυντική τεχνολογία. Ένα παράδειγμα αποτελεί το σύστημα IronDome, μια ασπίδα αντιπυραυλικής άμυνας η οποία μπορεί να αναχαιτίσει πυραύλους ή ρουκέτες που εκτοξεύονται κατά του ισραηλινού εδάφους από την πλευρά των παλαιστινιακών εδαφών. Το σύστημα πρόκειται να αντικατασταθεί από έναν πιο σύγχρονο το IronBeam, μια ασπίδα προστασίας με ακτινοβολία λέιζερ.

Συμπερασματικές σκέψεις

Η στρατιωτική ισχύς αποτελεί, ιστορικά, το μέτρο και τον δείκτη της εθνικής ισχύος. Η ήττα στον πόλεμο σηματοδοτεί την απώλεια, αν όχι το τέλος της ισχύος ενός κράτους, ενώ η στρατιωτική νίκη συνήθως αποτελεί τον προάγγελο της ανάδυσης νέων δυνάμεων. Όμως η στρατιωτική ισχύς είναι κάτι περισσότερο από απλή συγκέντρωση προσωπικού, υλικού και οπλικών συστημάτων. Η ηγεσία – σε συνδυασμό με τη στρατηγική – η πειθαρχία, το ηθικό και η κατάλληλη οργάνωση αποτελούν επίσης ζωτικά στοιχεία της.

Πολλές αναλύσεις αναφέρονται στις ένοπλες δυνάμεις ως παράγοντα ισχύος, και στη σημασία τους για την εκτίμηση της συνολικής ισχύος του κράτους. Συνήθως η στρατιωτική ισορροπία θεωρείται ως το κέντρο της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης. Οι περισσότερες αναλύσεις, ωστόσο, δεν είναι πλήρεις διότι, είτε είναι ακριβείς αλλά όχι ευρείες, είτε το αντίθετο. Μαθηματικά μοντέλα μάχης, για παράδειγμα, είναι ακριβή αλλά έχουν το χαρακτηριστικό ότι εστιάζουν μόνο στις δυνάμεις και το υλικό: πόσες μονάδες μάχης ή οπλικά συστήματα διαθέτει η κάθε πλευρά και πόσο καλά είναι τα υλικά μέσα της. Αντιθέτως, άλλες ευρύτερες εκτιμήσεις λαμβάνουν υπόψη θέματα όπως η στρατηγική, η τακτική, η εκπαίδευση, το φρόνημα, η στρατιωτική δραστηριότητα και η ηγεσία, καθώς φυσικά και το υλικό.

Μέσω της ισχύος τα κράτη, αφενός εξασφαλίζουν την ασφάλειά τους, απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική ευημερία και ανάπτυξη, αφετέρου προωθούν τα συμφέροντά τους στο στρατηγικό περιβάλλον τους. Τούτο διότι οι διεθνείς σχέσεις δεν κρίνονται τόσο στο νομικό επίπεδο αλλά κυρίως στο επίπεδο του συσχετισμού δυνάμεων. Η εθνική ισχύς αποτελεί προϋπόθεση της συγκρότησης ουσιαστικής πολιτικής εθνικής άμυνας, η οποία, με τη σειρά της, οφείλει να αξιοποιεί και ταυτόχρονα να προστατεύει όλες τις παραμέτρους της εθνικής ισχύος.

 Δρ Ιωάννης Παρίσης 

Έλληνες-ΑΥΤΗ Η ΓΗ ΕΧΕΙ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Έλληνες-ΑΥΤΗ Η ΓΗ ΕΧΕΙ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ