Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ στα χέρια μιας αδύναμης μητέρας και μιας αιμορραγούσας μητριάς

Το θέμα της απογραφής του ελληνικού πληθυσμού επείγει, καθώς η Αλβανία ετοιμάζεται για την ΕΕ. Το Βορειοηπειρωτικό υπάρχει. Δεν μπορεί να διαγραφεί όσο υπάρχει η Ελλάδα και ο Ελληνισμός.

Του Αλέκου Χατζή

Το πολιτικό θέμα της Βορείου Ηπείρου και του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού είναι δημιούργημα της καταιγίδας του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και της Βαλκανικής κρίσης που επακολούθησε.

Είναι δημιούργημα των εξωβαλκανικών δυνάμεων, οι οποίες εκμεταλλευόμενες τον εσωβαλκανικό σπαραγμό των εθνικών αντιπαραθέσεων και μεγαλοϊδεατισμών διεκδικήσεων, μετέτρεψαν τα Βαλκάνια σε φλεγόμενη πολιτική «πυριτιδαποθήκη». Από εδώ ξεκινάει η τραγωδία του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, η οποία τον μαστίζει ακόμα και σήμερα.
Καμιά ιστορική συγκυρία, ούτε η Αυτονομία του 1914, ούτε η απελευθέρωση του 1940, ούτε η μεταπολεμική ελπίδα δεν μπόρεσαν να αλλάξουν αυτήν τη πορεία της άσπλαχνης μοίρας του πολυβασανισμένου Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, αυτής της άτυχης Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στην αλβανική επικράτεια.
Απροστάτευτο παιδί ήταν και παραμένει ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός. Χωρίς μητέρα. Ούτε καν μητριά. Ένα κομμάτι δοξασμένο στα χέρια μιας αδύναμης μητέρας και μιας αιμορραγούσας μητριάς. Μια πραγματική τραγωδία που μόνο τις μορφές της αλλάζει. Και η μητέρα Πατρίδα, η Ελλάδα, και η μητριά, η Αλβανία, με τον τρόπο τους, αδικημένες από την ιστορία, άδικα έχουν συμπεριφερθεί σε σχέση με αυτό το κομμάτι του Ελληνισμού, που βρέθηκε εκεί που είναι, εκεί που το έριξαν οι μεγάλοι της βαλκανικής κόλασης και ποιος ξέρει μέχρι πότε θα συνεχίσουν να διασκεδάζουν με αυτό το δυστυχισμένο θύμα τους. Θύμα ήταν και θύμα παραμένει.
Μέχρι την ψυχροπολεμική περίοδο μπορούν και να βρεθούν κάποιες δικαιολογίες για την στασιμότητα της τραγωδίας. Από εκεί και πέρα οι ευθύνες είναι τόσο σοβαρές που δεν χωράνε πια ελαφρυντικά. Όλα τα ηγετικά κέντρα, επίσημα και ανεπίσημα, που με τον τρόπο τους έχουν χειριστεί το θέμα κουβαλάνε πάνω τους το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί, την ευθύνη της συνεχόμενης τραγωδίας, έστω και με άλλο πρόσωπο, έστω και με κάποιες αλλαγές της προσαρμογής στο σημερινό γίγνεσθαι.
Ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός έχει δώσει σκληρές κι ένδοξες μάχες, έχει αγωνιστεί ηρωικά και αταλάντευτα σε αντίξοες συνθήκες και μπόρεσε να επιβιώσει, να κρατηθεί όρθιος. Αφάνταστα ταλαιπωρημένος, πληγωμένος, αιματοβαμμένος, αλλά πάντα όρθιος και μαχόμενος. Σε αυτή την προσπάθεια, σε αυτή την άνιση μεγάλη μάχη, ολόκληρο μισό αιώνα, η μητέρα του πατρίδα ήταν απούσσα. Απούσσα σο κολαστήριο της πιο στηγνής δικτατορίας που βίωσε ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός. Η Βόρειος Ήπειρος ήταν απούσσα και σαν όρος στην ελληνική διπλωματική ατζέντα. Μόνος του πάλεψε και κρατήθηκε όρθιος και αξιοπρεπής. Πραγματικός ήρωας της ελληνικής φυλής.
Είναι επίπονο αυτό το γεγονός ότι, το θέμα μας, το Βορειοηπειρωτικό, από τη γέννησή του, ποτέ δεν ήταν στην προτεραιότητα της ελληνικής διπλωματίας. Πάντα, σε κάθε περίπτωση και σε κάθε αίτημα της άλλης πλευράς ήταν το θύμα. Αυτή είναι μια ιστορική αλήθεια που έχει λάβει χώρα και πριν και μετά την μεταψυχροπολεμική περίοδο. Αυτό το γεγονός διαπιστώνετε με έμφαση από πολλούς ιστοριογράφους μελετητές που έχουν ασχοληθεί με το Βορειοηπειρωτικό. Χαρακτηριστική είναι η διαπίστωση του Δρ. Βασίλειου Φώτου ότι: «Οι Έλληνες πολιτικοί ….Ποτέ δεν είχαν υιοθετήσει το Βορειοηπειρωτικό, παρά μόνο λεκτικά για εσωτερική κατανάλωση… Αυτό μπόρεσα τελικά να το επιβεβαιώσω κατά την διάρκεια τεσσάρων δεκαετιών επαφών και συνομιλιών με Έλληνες πολιτικούς και άλλα μέλη του πολιτικού κατεστημένου.» (Χαμένες Ευκαιρίες για Ελληνο-Αλβανική Προσέγγιση, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2001, σελ.14)


Το Βορειοηπειρωτικό αγγίζει τον αιώνα του και μοιραία πάντα σε μια συνεχιζόμενη αδιέξοδο. Όπως δείχνουν τα πράγματα αυτή η οδυνηρή πολιτική κατάσταση δεν προβληματίζει κανέναν. Δεν προβληματίζει, ασφαλώς, την διεθνή κοινότητα, τους ισχυρούς του κόσμου που την έπλασαν και την κουναρίζουν. Δεν προβληματίζει ιδιαιτέρως ούτε την Αθήνα, ούτε τα Τίρανα, ούτε τα πολιτικά κέντρα του βορειοηπειρωτικού κατεστημένου από τις δύο πλευρές.
Ούτε έγινε, ούτε γίνετε καμιά σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση και να δικαιωθούν οι Βορειοηπειρώτες και η Βόρεια Ήπειρος, ακόμα και για τα ήδη κατοχυρωμένα δικαιώματα. Μόνο κούφια κηρύγματα πλασάρουν για να καλμάρουν την αγανάκτηση του κόσμου. Στην πραγματικότητα το βιολί τους βαράνε και το δρόμο των δικό τους συμφερόντων τραβάνε. Τα πράγματα τρέχουν όπως έχουν και τα θύματα αντέχουν.
Είναι στο πνεύμα των πολιτικών που ακολουθούν οι προαναφερόμενοι παράγοντες, στο πνεύμα των δικών τους σκοπιμοτήτων. Οι εναλλασσόμενες κυβερνήσεις των κομμάτων εξουσίας του εθνικού κέντρου για το μόνο που νοιάζονται είναι να επιλέγουν και ν’ αλλάζουν ηγέτες που χειρίζονται το βορειοηπειρωτικό σύμφωνα με τις αρέσκειες τους, να πάνε στα νερά τους και να ρίχνουν το χορό τους. Σε αυτό το πολιτικό παιχνίδι επενδύει το εθνικό κέντρο και οι άλλοι παράγοντες με επιρροή στα διεθνή Φόρα.
Το βλέμμα το έχουν στραμμένο αποκλειστικά στο φακό των σχέσεων με την Αλβανία και την ευρύτερη πολιτική τους στα Βαλκάνια. Σ’ αυτό το πλαίσιο και σ’ αυτό το σύμπλεγμα των ελληνοαλβανικών σχέσεων έχει μείνει συνεχώς έρμαιο το βορειοηπειρωτικό, χωρίς να αποτελεί θέμα αυτούσιο και ειδικού εθνικού ενδιαφέροντος.

Τα ζωτικά προβλήματα που ταλαιπωρούν την βορειοηπειρωτική κοινότητα διαιωνίζονται από καιρό σε καιρό, χρόνια τώρα, άλυτα. Σαν να μη συμβαίνει τίποτε οι κυβερνόντες και η ακολουθία τους στα πολιτικά κέντρα του χώρου μας, δώθε και εκείθε, ζούνε στον δικό τους κόσμο, σ’ έναν κόσμο ξένο γι’ αυτό το μαρτυρικό κομμάτι του Ελληνισμού. Δεν τους καίγεται καρφί γι’ αυτή την οδυνηρή κατάσταση, για τον πόνο και τη θλίψη του, για την εθνική κατρακύλα και την αποξένωση των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών, ακόμα και στην μητέρα τους πατρίδα.

1

Το Βορειοηπειρωτικό είναι ένα θέμα θυσιών και πόνου, δυστυχίας και απογοήτευσης, πολλαπλών παγίδων και απερίγραπτων βασάνων σε απεριόριστο χρόνο. Η τραγωδία του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού γνώρισε μόνο αρχή. Μπήκε στην ιστορία σαν εθνικό και διεθνές θέμα και συνεχίζει και σήμερα να είναι κολλημένο σε μια αδιέξοδη τροχιά, σε έναν φαύλο κύκλο.
Ασφαλώς, άλλοι ήταν οι καιροί που το δημιούργησαν, άλλοι είναι οι καιροί σήμερα που θέτουν άλλες προκλήσεις και απαιτούν άλλες λύσεις. Λύσεις ρεαλιστικές που πηγάζουν, βασίζονται και εξαντλούνται μέσα από την σημερινή πραγματικότητα, από την νέα τάξη πραγμάτων στο βαλκανικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περίγυρο.
Υπάρχουν απαντήσεις σε αυτές τις προκλήσεις; Υπάρχει μια ενιαία εθνική πολιτική επί του Βορειοηπειρωτικού; Υπάρχει συντονισμένη προσπάθεια με το εθνικό μας κέντρο; Ποιες είναι οι προτεραιότητες που πρέπει να ακολουθήσουμε για την άμεση και μελλοντική πορεία του κινήματος; Λειτουργούν δημοκρατικά οι εγκέφαλοι του πολιτικού κόσμου; Έχουνε κάτσει ποτέ στο τραπέζι του διαλόγου να τα πούνε και να τα βρούνε πολιτισμένα;
Υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο κοινής αποδοχής από τους πολιτικούς ηγέτες για τους προγραμματικούς στόχους του εθνικού μας κινήματος; Ζούνε οι πολιτικοί με το πνεύμα που κυριαρχεί στον σύγχρονο κόσμο όπου παντού και σε όλα τα καυτά προβλήματα προσπαθούν να βρουν ειρηνικές λύσεις με εποικοδομητικό διάλογο;
Αυτό που πραγματικά υπάρχει είναι μόνο ο λαβύρινθος του μωσαϊκού πολιτικού τοπίου, τα αμάζευτα κομμάτια της διάσπασης και του διχασμού. Το κάθε πολιτικό κέντρο ενώ ευαγγελίζεται την ενότητα στην πραγματικότητα ακολουθεί φανατικά και αυταρχικά το δικό του δρόμο με τις δικές του προγραμματικές θέσεις και λύσεις, οι οποίες πουθενά δεν συγκλείνουν, ούτε στους βραχυπρόθεσμους στόχους, ούτε βέβαια στους μακρινούς μελλοντικούς στόχους. Χρόνια τώρα ονειροπολούν για πράγματα, τα οποία τα έχει απορρίψει η ιστορική πραγματικότητα, ενώ υποβαθμίζουν τα ορατά και άμεσα προβλήματα της εθνικής μας υπόθεσης, όπου με ενωτικές και συντονισμένες προσπάθειες μπορούν να επιφέρουν θετικά αποτελέσματα.
Πέρασαν 20 χρόνια και από την κοσμογονική αλλαγή με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Απόχτησε η βορειοηπειρωτική κοινότητα στην επικράτεια πολιτική αντιπροσώπευση και πολιτική παρουσία σαν εθνική ελληνική οντότητα. Ο πολιτικός ιστός έχει εθνική και διεθνή αναγνωρισμένη παρουσία, έχει λόγο.
Διερωτόμαστε όμως, έχει αξιοποιηθεί δεόντως αυτός ο κεντρικός μας πολιτικός άξονας; έχουν συνδράμει συντονισμένα όλα τα πολιτικά μας κέντρα μέσα κι’ έξω για να ενισχύσουν και δυναμώσουν την πολιτική του παρουσία; έχουν ενώσει τη φωνή τους ή έχουν ψάξει χαραματιές για να δώσουν έμφαση στην δικιά τους «ανεξάρτητη φωνή» ας υποθέσομε; Την φωνή των δικών τους ιδιοτελών επιδιώξεων.

Το αντίστροφο ερώτημα: η πολιτική οργάνωση έχει εξαντλήσει τις δυνατότητες βελτίωσης και επιρροής της ούτως ώστε να ανταποκριθεί στην αποστολή της; έχει αγκαλιάσει και συσπειρώσει τον κόσμο που εκφράζει; λειτουργεί σαν ένα διάπλατο δημοκρατικό και αμιγώς εθνικό κίνημα χωρίς φραγμούς και εγκλωβίστηκα ταμπού, χωρίς κομματικά αγκυλώματα; Αυτό το πλαίσιο είναι ολότελα συννεφιασμένο.
Τα ερωτήματα και τα προβλήματα είναι πολλά που αγγίζουν όλους. Όμως, το θέμα δεν είναι η ύπαρξη τους. Ερωτήματα και προβλήματα υπήρχαν και θα υπάρχουν. Το καυτό θέμα είναι η Αχίλλειος πτέρνα που ταλανίζει το κίνημα, η διάσπαση και ο διχασμός που έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Δεν υπήρχε, ούτε υπάρχει εθνική συνοχή.
Διερωτόμαστε: Προβληματίζει το Εθνικό μας Κέντρο και τους πολιτικούς αυτή η οδυνηρή κατάσταση; Οι πολιτικοί μας διαλέγονται για την αντιμετώπισή της; Δυστυχώς, στη πραγματικότητα συμβαίνει το παράδοξο. Αυτοί ευθύνονται γι’ αυτήν την απελπιστική κατάσταση που διαταράσσει την βορειοηπειρωτική κοινότητα και αποφεύγουν να τις αντικρίσουν. 

Το μόνο που κάνουν είναι να τρώγονται και ξιφομαχούνε μεταξύ τους για την μοιρασιά της πίττας, για το ποιος θα τσεπώσει τα γνωστά αγαθά της πολιτικής και κρατικής εξουσίας. Το βόλεμα ψάχνουν και ούτε καν σκοτίζονται για την εθνική αποστολή τους.
Μια επισήμανση: Θα μπορούσαν έστω και για το ντούκου να καθίσουν μια φορά στο τραπέζι του διαλόγου, να οργανώσουν, έστω και άτυπα, ένα εθνικό Συμβούλιο με την συμμετοχή επιφανών πολιτικών και πνευματικών αντιπροσώπων του ευρύτερου χώρου και να χαράξουν κάποιες κοινές γραμμές και πολιτικές προτεραιότητες, ένα μίνιμουμ πλαίσιο για την εθνική πορεία. Κι’ όμως καμιά παρόμοια προσπάθεια δεν έχει γίνει. Ούτε και που ξέρει κανείς ποια είναι η εθνική προσφορά τους για όλα αυτά τα είκοσι χρόνια και βάλε που κυβερνάνε;

Υπάρχουν κατοχυρωμένα και διεθνώς αναγνωρισμένα δικαιώματα για το εθνικό θέμα. Κάνουμε συμβατικά αυτή τη διάκριση, «κατοχυρωμένα και διεθνώς αναγνωρισμένα», γιατί απαρχαιωμένα κολλάνε σε κάποιες αξιώσεις που οι Μεγάλοι στις νέες συγκυρίες τις έχουν σφραγίσει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και ένας τέτοιος εγκλωβισμός δεν οδηγεί πουθενά. Δηλαδή, κολλάνε σε αυτό που δεν μπορούνε να κάνουνε, ενώ αυτό που γίνεται το αγνοούνε.

Και λέμε τώρα: στην προσπάθεια για την εξασφάλιση του πλαισίου των αναγνωρισμένων δικαιωμάτων υπάρχει λόγος να διαφωνούνε και να μην είναι μονιασμένοι; Υπάρχει λόγος για βεντέτα όπως συμβαίνει με τις διάφορες πολιτικές παρατάξεις; Υπάρχει λόγος για ξιφομαχίες στα κοινοβουλευτικά έδρανα; Μπορούν να μας απαντήσουν σε αυτά τα απλά ερωτήματα;
Τι απάντηση, όμως, να δώσουν αφού αδιαφορούν και απέχουν από τον εθνικό πόνο; Αυτοί το μόνο που τους νοιάζει είναι η δικιά τους προσωπική ανάδειξη και το οβελό τους. Ασφαλώς, τέτοιες συμπεριφορές καθόλου δεν ταιριάζουν με το πνεύμα του αγώνα που διεξάγει ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός για την εθνική του δικαίωση. Αυτές οι συμπεριφορές μας εκθέτουν και διασκεδάζουν τους αντίπαλους. Αυτές οι κακοφωνίες, αυτός ο πολιτικός μας λαβύρινθος μόνο ζημιά έχει προκαλέσει και στα κοντινά μας μέτωπα της επικράτειας και του εθνικού κέντρου.
Υπάρχει και μια άλλη πλευρά σημαντικότερη εθνικών διαστάσεων. Είναι η υποτίμηση του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, η υποβάθμιση του ιστορικού του ρόλου, η εξευτελιστική προσπάθεια αλβανοποίησης, η προσβλητική συμπεριφορά στο βηματισμό επιβίωσής του, η αδιαφορία για την ανάδειξη των ιστορικών και πολιτιστικών αξιών του και άλλα ατοπήματα. Όλα αυτά είναι πλήγματα όχι μόνο για τον ίδιο τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό, αλλά γενικά για τον Ελληνισμό και την Ελλάδα. Και το χειρότερο λειτουργούν σε όφελος της άλλης πλευράς. Ανεβάζουν τις μετοχές και την υπεροψία της Αλβανίας.
Αυτές οι καταστάσεις μειονεκτούν, αδικούν τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό, την θέση του και την εκτίμησή του σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, τον κάνουν ευάλωτο σε κάθε προσπάθεια και εύκολο θύμα για τους απέναντι βάλλοντες. Εννοείται, ότι τέτοιες καταστάσεις μόνο ζημιά προκαλούν για τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό και την Ελλάδα. Κι’ εντούτοις αυτές οι καταστάσεις ασπάζονται και επικρατούνε. Προφανώς, κάποιοι θεληματικά ή άθελα μπερδεύουν τα πράγματα, διαφορετικά πως μπορεί να κατανοήσει κανείς αυτή τη σύγχυση και αυτές τις αντιφατικές πολιτικές που έχει ακολουθήσει και ακολουθεί το εθνικό μας κέντρο, να κατανοήσει την αδιαφορία και αμέλεια επί του θέματος, διαιωνίζοντας τα αδιέξοδα που ταλανίζουν τον βορειοηπειρωτικό κόσμο..
2

Μεγάλο βαρίδι η άγνοια της εθνικής ταυτότητας του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Ούτε χθες υπήρχε, ούτε σήμερα υπάρχει μια σαφής απάντηση στο ερώτημα τι αντιπροσωπεύει ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός στην αλβανική επικράτεια; Ποια είναι η πληθυσμιακή διάσταση του Ελληνισμού της Αλβανίας. Δηλαδή, κυρίαρχος της υπόθεσης είναι η άγνοια. Άγνοια στο μισώ αιώνα της πέτρινης εποχής, άγνοια γι’ αυτό το κομβικό θέμα, δηλαδή, για τα μεγέθη του εθνικού σώματος του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού και στα είκοσι μεταψυχροπολεμικά χρόνια.
Γνωστός ο τρόπος αντιμετώπισης. Είναι η απογραφή των Ελλήνων της Αλβανίας, η οποία δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα και καθυστερεί απαράδεκτα. Αυτή την αναγκαιότητα την έχουμε επισημάνει, αμέσως, την επαύριον της Αλλαγής στην Αλβανία στο γραπτό μας που έχουμε δημοσιεύσει στην εφημερίδα «Rilindja Demokratike» (Δημοκρατική Αναγέννηση) στις 16 Φεβρουαρίου 1991, «Η τραγωδία της Ελληνικής Μειονότητας».
Σύμφωνα με τον κώδικα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων η αλβανική πλευρά όφειλε και οφείλει να προβεί στην απογραφή του ελληνικού πληθυσμού. Και αυτή η απογραφή πρέπει να γίνει στο γράμμα των δημοκρατικών αρχών και της ελεύθερης βούλησης με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, πράγμα που τα Τίρανα δεν τα σεβάστηκαν, ούτε προτίθενται να τα σεβαστούνε, εμμένοντας στη ανθελληνική πολιτική τους.
Το θέμα της απογραφής του ελληνικού πληθυσμού επείγει. Η Αλβανία ονειρεύεται να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση πράγμα που προϋποθέτει εκπλήρωση όλων των δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων και ακόμα περισσότερο για την Ελληνική Μειονότητα. Για την επίλυσή του όμως δεν αρκούν κάποιες αποσπασματικές διαμαρτυρίες από την πλευρά της, ούτε οι κατά καιρούς προπαγανδιστικές δηλώσεις των αλβανικών κυβερνήσεων.
Χρειάζεται μια έντονη συντονισμένη προσπάθεια από το Εθνικό Κέντρο και των πολιτικών μας αντιπροσώπων με ενεργά διαβήματα στα διεθνή αρμόδια Φόρα, επαναφέροντας στο προσκήνιο το δίκαιο αίτημα της απογραφής, ώστε να αναγκαστούν τα Τίρανα να πραγματοποιήσουν την υποχρέωσή τους. Υπάρχει εξήγηση επί του θέματος; Έχουν εξαντληθεί οι δυνατές προσπάθειες και οι ευκαιρίες από την πλευρά του εθνικού μας κέντρου; Μάλλον, πρέπει να υπάρχει κάποια παράληψη σε αυτή την βαρυσήμαντη υπόθεση, είτε δεν τους απασχολεί καθόλου αυτό το θέμα. Μπορεί να πιστέψει κανείς κάτι άλλο; Ότι δύο γειτονικές δημοκρατικές χώρες που ανήκουν στην Ευρώπη και ευαγγελίζονται το ευρωπαϊκό όραμα μέσα σε ένα τέταρτο του αιώνα αδυνατούν να αντιμετωπίσουν ένα αιώνιο εκκρεμές ευαίσθητο εθνικό θέμα; Τι παριστάνει αυτός ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, ποια είναι η πληθυσμιακή του διάσταση; Τόσο αδύναμη είναι η Ελλάδα που δεν τολμάει να παλέψει για την αυτογνωσία της, για τα μεγέθη των Ελλήνων στην Αλβανική επικράτεια;
Όταν δεν υπολογίζεται και δεν στηρίζεται δεόντως από το εθνικό κέντρο, την Ελλάδα, και ξευτιλίζεται με παντοίους τρόπους το Βορειοηπειρωτικό, όπως προαναφέραμε. Όταν η πατρίδα μπορεί να κάνει τον Βορειοηπειρώτη προνομιούχο ευρωπαίο πολίτη συγκριτικά με τον Αλβανό πολίτη που ενδυναμώνει την παρουσία του και την υπόληψή του και τον σβαρνίζει 20 χρόνια στα αλβανικά ληξιαρχεία και στα τμήματα των αλλοδαπών. Όταν υποβαθμίζεται η πολιτιστική του κληρονομιά και αφήνεται στο έλεος του Θεού η πολιτιστική του ανάταση. Όταν στερείται ακόμα χέρι βοήθειας και από την κληρονομιά και παρακαταθήκη των Βορειοηπειρωτών ευεργετών. 

Όταν στα 20 χρόνια ο βορειοηπειρωτικός πνευματικός κόσμος πορεύεται με τα αλβανικά εφόδια και δεν διαφαίνεται νέα ανάδειξη και τόσα άλλα γνωστά κενά – όλα αυτά υποδεικνύουν την κατάντια που βρίσκεται ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός.
Πολιτικά διαθέτει όλα τα χρώματα και κάτι παραπάνω. Κόμματα και κομματικά πολιτικά κέντρα, βουλευτές, υπουργούς, νομάρχες, έπαρχους, κοινοτάρχες, ομοσπονδίες, πληθώρα συλλόγων και ότι άλλο μπορείς να φανταστείς. Όμως, εκείνο που μπορεί να διακρίνει κανείς από τα τέσσερα κόμματα του χώρου μας, τα οποία υπάρχουν στην Αλβανία είναι τα ονόματα των προέδρων. Και ουσιαστικά για αυτούς και το σινάφι τους υπάρχουν. Αυτή η πολιτική ελίτ υπάρχει και φαίνεται. Εκείνο που λείπει και δεν φαίνεται είναι η εθνική προσφορά τους. Φορούν εθνικό μανδύα, αλλά το έθνος δεν βλέπει καμιά προκοπή.

3
Βρισκόμαστε πραγματικά σε βαθειά σύγχυση και διερωτόμαστε: ποια είναι η θέση του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού στην Ελλάδα. Σαφές στη Αλβανία υπάρχει και είναι διεθνώς αναγνωρισμένη η Εθνική Ελληνική Μειονότητα. Στην Ελλάδα έχει εγκατασταθεί και ζει το μεγαλύτερο κομμάτι του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Πια είναι η θεσμική του φυσιογνωμία; Είναι, να πούμε φυσιολογικό κομματι της Ελλάδος ή μια ξεχωριστή κρεμάμενη ανώνυμη οντότητα, ή ένα σύνολο ξενόφερτο αλλοδαπών;
Με τον τρόπο που το χειρίζεται η Ελλάδα είναι αδύνατον να βρεις μια γνωστή θεσμική κατηγορία που μπορεί να το κατατάξεις αυτό το θέμα; Απόμακρη ήταν με την Βόρειο Ήπειρο, απόμακρη είναι και τώρα με τον εν Ελλάδι Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό. Τα προβλήματά του σβαρνίζονται επ’ αορίστου. Και οι Βορειοηπειρώτες δεν νοιώθουν ολοκληρωμένοι Έλληνες. Δηλαδή, το Βορειοηπειρωτικό μένει σταθερά επ’ αορίστου κρεμάμενο, εκτός της διπλωματικής ελληνικής ατζέντας. Δεν υπάρχει η δέουσα προσπάθεια κάποιας δυνατής λύσης;
Όμως, υπάρχουν κάποιες στιγμές, όπου οι Έλληνες πολιτικοί θυμούνται την ύπαρξη της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία (όχι, βέβαια, τη Βόρειο Ήπειρο) και τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό. Αυτές οι σημαδεμένες στιγμές αφορούν τις εκλογές. Τότε βουίζουν και βροντούν τα ακροατήρια στις μεγάλες αίθουσες ανά την Ελλάδα όπως στα ξενοδοχεία Κάραβελ, Τιτάνους και ούτω καθ’ εξής. Ναι, η ιερά ψήφος είναι σημαντικά υπολογίσιμη για το πολιτικό τους μέλλον. Και από αυτή τη σκοπιά είναι υπερευαίσθητοι.
Υπάρχει και μια άλλη μορφή υπερευαισθησίας. Έπειτα από μακρόχρονη προσπάθεια αποφασίστηκε να δοθεί ένα χέρι οικονομικής βοήθειας στην τρίτη γενιά των Βορειοηπειρωτών, άνω των 65 χρονών, στο γερασμένο απόσταγμα, να δοθεί το επίδομα από το ΟΓΑ με μια επίπονη διαδικασία με πολλά τρεχάματα στα αλβανικά ληξιαρχεία και στα αρμόδια ελληνικά γραφεία.
Κάποια στιγμή εντοπίστηκαν παρανομίες στη χορήγηση του επιδόματος και ζητείται γενική αναθεώρηση από όλους τους δικαιούχους με πιο περισσότερες απαιτήσεις και πιο επώδυνη διαδικασία. Στην περίπτωση που οι ενδιαφερόμενοι μέσα σε ένα χρονικό διάστημα δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούνε, αυτομάτως κόπηκε το επίδομα. Κάπου το 20% ξεγράφτηκε από τα δεφτέρια. Συγχρόνως αφαιρέθηκε και το δικαίωμα σε έναν από τους δύο του ζευγαριού και μόλις ξέσπασε η οικονομική κρίση κόπηκε εντελώς για όλους.
Παρανομίες στους μισθούς και τις συντάξεις από τους Ελλαδίτες πληθώρα και απίθανες, αλλά τέτοια αυστηρά κατεδαφιστικά μέτρα σαν αυτά που προαναφέραμε δεν έχουν ακουστεί. Για τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες υπάρχει άλλο καθεστώς εκτίμησης και διαχείρισης. Αποτελούν κάποια άλλη μειωμένη κατηγορία Ελλήνων, η οποία όπως το Βορειοηπειρωτικό και αυτοί δεν περιλαμβάνονται στην Ελληνική ατζέντα.
Να επισημάνουμε και μια άλλη σοβαρή διάκριση. Διερωτόμαστε: 

Στα 20 χρόνια διαβίωσης στην Ελλάδα διακρίνει κανείς την ιδιαιτερότητα της ύπαρξης του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού; Υπάρχουν αξιοπρεπείς δείγματα αυτής της ύπαρξης; Δεν διαφαίνονται. Δεν βλέπουμε πουθενά πρότυπα δείγματα όπως κάποιο Βορειοηπειρωτικό πνευματικό Κέντρο, κάποια Λέσχη, κάποια βιβλιοθήκη, κάποια έκθεση, κάποιο λαογραφικό συγκρότημα, κάτι αντιπροσωπευτικό της βορειοηπειρωτικής ύπαρξης και σε άλλους τομείς.
Βλέπομε όμως επιφανή δείγματα, εθνικά ιστορικά μνημεία που στολίζουν την Ελλάδα, Είναι τα πασίγνωστα μεγάλα αθάνατα έργα των ευεργετών από την Βόρειο Ήπειρο. Τα μεγάλα κονδύλια των ιδρυμάτων τους που τα διαχειρίζονται ελλαδικοί παράγοντες, χωρίς ίχνη παρουσίας βορειοηπειρωτικών στοιχείων. Καμιά προσφορά στο Βορειοηπειρωτικό από την μητέρα πατρίδα, ούτε και από την βορειοηπειρωτική κληρονομιά. Το Βορειοηπειρωτικό σε κάποιο χρονοντούλαπο πρέπει να αναπαύεται.
.
4

Οι αστοχίες και οι ευθύνες της πολιτικής του εθνικού μας κέντρου για το δράμα που έζησε και ζει ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός είναι εμφανείς. Ποτέ του δεν είχε μια καθαρή στρατηγική, ούτε μελετημένη πολιτική διπλωματία. Υπήρχε μια κομβική στιγμή που είχε στο χέρι του να παίξει αποφασιστικό ρόλο και να οδηγήσει τα πράγματα από την αρχή σε σωστό δρόμο. Έχουμε υπόψη την αλλαγή στην Αλβανία με την κατάρρευση του δικτατορικού καθεστώτος το 1991. Τότε που η Εθνική Ελληνική Μειονότητα αποχτά πολιτικά δικαιώματα και βγαίνει στην πολιτική σκηνή επίσημα με την πολιτική της οργάνωση, την Ομόνοια.
Τότε και στη συνέχεια έπρεπε να μεριμνήσει δυναμικά για να κρατήσει συμπαγή και ενωμένο τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό με σταθερές εθνικές αρχές, ώστε να μπορούσε να αγωνιστεί και να διεκδικήσει με ισχυρή φωνή και αποτελεσματικότητα τα κατοχυρωμένα δικαιώματά του. Έπραξε το αντίθετο. Τον τεμάχισε σε κομματικά τιμάρια προσπαθώντας η κάθε πολιτική παράταξη και το κάθε κόμμα εξουσίας να εξασφαλίσει την δική του επιρροή, τους δικούς της οπαδούς, το δικό της τιμάριο.
Και το χειρότερο σπέρνοντας με αυτόν τον τρόπο το σαράκι του διχασμού κατατάσσοντας και διακρίνοντας τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες σε πατριώτες και μη πατριώτες, έδωσε λαβή στις ακραίες απαρχαιωμένες εθνικιστικές δυνάμεις να παίξουν το παιχνίδι της εθνικής καπηλείας και των εθνικών εξάρσεων, το οποίο στη συνέχεια παίρνει και νέες απειλητικές διαστάσεις με εμπλουτισμένο περιεχόμενο και δεξιού και αριστερού χαρακτήρα.
Άφησε να διαχειριστούν αυτό το πολύ σοβαρό και πολύ λεπτό εθνικό θέμα στα επιτελεία των παλιών Βορειοηπειρωτικών συλλόγων, τα οποία το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να εκδικηθούν τους κομμουνιστές και να ενοχοποιήσουν γενικά τους Βορειοηπειρώτες σαν συνεργάτες του τότε καθεστώτος. Έβαλαν όλα τα δυνατά τους να εφαρμόσουν την ζημιογόνο εθνικιστική ακροδεξιά πολιτική τους.
Αυτοί οι «υπερπατριώτες» ζούσαν στον κόσμο τους και τίποτα δεν είχαν καταλάβει για την μεγάλη κοσμογονική αλλαγή και το νέο παγκόσμιο γίγνεσθαι, όπως και τώρα δυστυχώς. Και το χειρότερο ούτε καν προσπάθησαν να μπουν στο πνεύμα αυτής της μεγάλης ιστορικής αλλαγής. Αυτή την αλλαγή την θεώρησαν σαν ιδανική ευκαιρία για εκδίκηση και πελατειακή εκμετάλλευση. Ήτανε βαθιά νυχτωμένοι και ούτε μπορούσαν να καθοδηγήσουν το βορειοηπειρωτικό στη νέα κατάσταση που δημιούργησε αυτή η κοσμογονική αλλαγή.
Και υπήρχε συγκεκριμένη πολιτική εμπειρία γιατί η Αλβανία τυγχάνει να ήταν τελευταία στο μετασχηματισμό αυτής της αλλαγής. Οι καιροί απαιτούσαν σύγχρονες πολιτικές λύσεις και όχι εθνικιστικά παραληρήματα. Η Ελλάδα αρωγός σε αυτό το νέο γίγνεσθαι. Τις εθνικιστικές εξάρσεις που καλλιέργησε με την κοντόφθαλμη πολιτική του το εθνικό κέντρο δεν έχασε την ευκαιρία η αλβανική πλευρά να τις εκμεταλλευτεί για ίδιον όφελος δημιουργώντας από καιρό σε καιρό επιπλέον δονήσεις στις φιλικές ελληνοαλβανικές σχέσεις και επιβαρύνοντας τις εξελίξεις στο βορειοηπειρωτικό πεδίο στο οποίο μόλις εκπαιδεύονταν η νέα πολιτική του ηγεσία.
Σε αυτές τις συνθήκες, οι νεοσύστατοι ηγέτες μας προσπαθούν να εκμεταλλευτούν και να απολαύσουν τους ευκαιριακούς καρπούς της αλλαγής. Αυτή η ρέουσα πολιτική κατάσταση των ανεξέλεγκτων πραγμάτων, έβαλε στην προτεραιότητα των επίδοξων στόχων τους το προσωπικό βόλεμα. Αυτό κυρίως επιδίωξε ο κάθε ανερχόμενος με τη σειρά του.
Όχι μόνο στα πρώτα χρόνια της αλλαγής που δόθηκε η δυνατότητα για μια καλή αρχή στη διαχείριση του Βορειοηπειρωτικού θέματος δεν ανταποκρίθηκε η ελληνική πολιτική, αλλά και μετά τα ίδια λανθασμένα χνάρια ακολούθησε, με πειράματα και ευκαιριακούς τακτικούς ελιγμούς που οδήγησαν τα πράγματα στο χώρο μας σε μια συνεχόμενη πολιτική κρίση. Δεν ασχολήθηκε με το φλέγον και καθοριστικό πρόβλημα που ήταν η εξασφάλιση του ενιαίου συμπαγές εσωτερικού μετώπου αλλά όλα τα κρέμασε στην επιλογή των Προέδρων της Ομόνοιας στα γούστα των κομματικών σκοπιμοτήτων.
Και οι πρόεδροι από την μεριά τους δεν νοιάστηκαν τόσο για την εθνική μοίρα του βορειοηπειρωτικού, όσο να είναι αρεστοί στα κέντρα εξουσίας του εθνικού κέντρου και της επικράτειας. Τα εθνικά προβλήματα και οι προσδοκίες του κόσμου σέρνονται και διαιωνίζονται στις ελληνικές καλένδες. Οι πρόεδροι εναλλάσσονται σύμφωνα με τα κομματικά χρώματα της πολιτικής εξουσίας στην Αθήνα. Ενώ αλλαγή στην πολύπαθη πολιτική κατάσταση ουδέ μία Τα καυτά εθνικά και κοινωνικά προβλήματα άλυτα διαιωνίζονται και ταλανίζουν τους Βορειοηπειρώτες και στη επικράτεια και στο εθνικό κέντρο.
Κηρύγματα για ενότητα και εθνική ομοψυχία πληθώρα από όλα τα πολιτικά έδρανα του εθνικού κέντρου και του πολιτικού κατεστημένου του χώρου μας χωρίς όμως συγκεκριμένες πράξεις και αποτελέσματα. Και πρέπει να επισημάνουμε με έμφαση ότι δεν υπήρχαν εθνικοί λόγοι, ούτε πολιτικοί που μπορούσαν να δικαιολογήσουν τον διχασμό και την αντιπαλότητα που κατέκλεισε το χώρο μας. Απεναντίας, το ζητούμενο ήταν η επιτακτική αναγκαιότητα για ενότητα και εθνική ομοψυχία.
Αποδείχθηκε στην πράξη ότι με κομματική βάση και χρωματισμένους ακόλουθους σε αυτό το πολιτικό παιχνίδι του εθνικού κέντρου δεν μπορεί να επιτευχθεί η ενότητα και η εθνική ομοψυχία. Αυτή η σημερινή κατάντια της συνεχόμενης πολιτικής κρίσης στο χώρο μας είναι καταστάλαγμα αυτών των λανθασμένων πολιτικών. Τα κομματικά συμφέροντα δεν ταυτίζονται απαραίτητα με τα εθνικά συμφέροντα. Μόνο μια καθαρά εθνική και αμιγώς πατριωτική πολιτική εξασφαλίζει την ενότητα και την εθνική ομοψυχία σαν προϋπόθεση για την αίσια πορεία του εθνικού μας θέματος.

5

Το εθνικό θέμα έχει καπηλευτεί για πολιτικές και ιδιοτελείς σκοπιμότητες, κομματικά χρωματισμένες. Κι’ ενώ σε εθνικό επίπεδο έχουμε αποτύχει αισχρά και έχουμε χάσει σημαντικές ευκαιρίες ανάδειξης και προόδου, σε προσωπικό επίπεδο, παρατηρείται ανάδειξη μιας ιδιάζουσας εύπορης κατηγορίας παραγόντων, η οποία αναδύεται πρωτίστως στον πολιτικό στίβο. Σαν αποτέλεσμα έχομε αυτό το αντιφατικό φαινόμενο: Εθνική φτώχια, εύπορους πολιτικούς.
Και αυτό το φαινόμενο που σημαίνει όφελος στους λίγους και ζημιά στους πολλούς, τσέπωμα στους εθνοκαπηλευτές και καταδίκη στα εθνικά συμφέροντα έχει απλώσει τα πλοκάμια του σε όλο το χώρο μας με πρωτοκαθεδρία το παλιό κατεστημένο του ελλαδικού χώρου, το προγενέστερο. Αυτή την καραμέλα την πιπίλησαν με το πρώτο άνοιγμα των ματιών στον πολιτικό στίβο και οι νεοσύστατοι άρχοντες της μεταψυχροπολεμικής εποχής, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο επιπρόσθετα πλήγματα εθνικής κατρακύλας.
Η κερδοσκοπική φυσιογνωμία της διπλοπρόσωπης εθνοκαπηλείας και των εθνικαπηλευτών έλαβε χώρα στο μεγαλείο της στη διαχείριση του θέματος ζωτικής εθνικής σημασίας και εξαιρετικά επίπονο για τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό στο μείζον θέμα της χορήγησης της διπλής υπηκοότητας στους συμπατριώτες τους, στους Έλληνες Βορειοηπειρώτες.
Ριζικά αντίθετοι και οι παλιοί και οι νέοι πολιτικοί άρχοντες. Με διαφορετικό καπέλο βέβαια, αλλά με το ίδιο καπηλευτικό περιεχόμενο. Οι παλιοί εθνοπατέρες για να κατοχυρώσουν τα καρποφόρα προνόμιά τους σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, ενώ οι νέοι για να μη ενοχλήσουν τα αφεντικά τους στην Αθήνα και τα Τίρανα και χάσουν τα προνόμιά τους.
Διερωτόμαστε τώρα τι όνομα να βαλθεί σε αυτή την πολιτική πράξη; Να βραβευτεί σαν εθνική προσφορά όπως οι ίδιοι ήθελαν και θέλουν να το παρουσιάσουν; Να βραβευτεί σαν εθνική προσφορά η έσχατη εθνική αδικία; Να είναι οι Έλληνες αλλοδαποί στην Ελλάδα; Το μόνο όνομα που αρμόζει στην προκειμένη περίπτωση και που πρέπει να ειπωθεί ξεκάθαρα για να λάμψει η αλήθεια είναι ότι καταλήξαμε σε βαθύ ξεπεσμό εθνικών διαστάσεων.
Μέσα απ’ αυτό το συμβολικό παράδειγμα και πολλών άλλων που στιγματίζουν όλο το πέρας αυτής της ιστορικής περιόδου, μέσα από τις πολιτικές και τα πολιτικά προϊόντα τους καταλήγουμε σε ένα απλό και κατανοητό συμπέρασμα: όλα είναι επεξεργασμένα και μαγειρεμένα με γνώμονα το διπολικό συντελεστή: το κομματικό και το προσωπικό, τις κομματικές και τα ιδιοτελή συμφέροντα, καλυμμένα με εθνικό καπελάκι.

6

Όλα αυτά τα χρόνια το κύριο μέλημα στο πολιτικό παιχνίδι δώθε κ’ εκείθε από τα κόμματα και τα δικά μας πολιτικά κέντρα ήταν η ανάδειξη των πολιτικών παραγόντων στο χώρο μας: των προέδρων, βουλευτών και υπουργών. Δηλαδή, να είναι της αρέσκειας του κομματικού χρώματος και του ιδιοτελούς συμφέροντος. Δεν νομίζω ότι είναι σε θέση κανείς να πει πιο είναι το πραγματικό εθνικό χρώμα του καθενός απ’ αυτούς που έχουν κυβερνήσει και κυβερνάνε, που είναι στην πολιτική εξουσία, κυβερνητική είτε κομματική, να ρίξει φως στο πολιτικό μπάχαλο των βουλευτικών εκλογών στην Αλβανία και των στημένων συνεργασιών.
Σε αυτό το πολιτικό πλαίσιο οφείλουμε να δώσουμε μια απάντηση σε ένα φλέγον ερώτημα: Είναι ή όχι εθνική υπόθεση η συμπολίτευση των δικών μας πολιτικών αντιπροσωπευτικών παραγόντων με τα κόμματα εξουσίας στην Αλβανία; Η εθνική Ελληνική Μειονότητα είναι μέσα ή απέναντι σε όποια εξουσία, δημοκρατική ή σοσιαλιστική; Αλλά δεν μπορεί κανείς πολιτικός να πιστέψει σε μια τέτοια τοποθέτηση. Και ας αφήσουμε κατά μέρος τα όσα έχουν συμβεί μέχρι τώρα από τα τεκταινόμενα αυτής της συμπολιτειακής πολιτικής και πρακτικής που υπέβαλαν να χάψουμε οι αντιπρόσωποί μας.
Δεν μπορεί να υπάρχει συμπολίτευση με εθνικό γνώμονα με καμιά κυβερνητική εξουσία. Δεν μπορεί να υπάρχει ουσιαστική συμπολίτευση με κανένα από τα κόμματα εξουσίας. Το μόνο που μπορεί να υπάρχει σε αυτή την περίπτωση είναι η απόλυτη υποταγή στην πολιτική της τρέχουσας κυβέρνησης, η οποία δέχεται κάτι τέτοιο μόνο για δημαγωγικές σκοπιμότητες. Πετάει κάποια ψίχουλα από την μοιρασιά της πίττας στους δικούς μας πρόθυμους αποδέκτες όπου κατά βάθος αυτό επιδιώκουν και όχι την εξυπηρέτηση της εθνικής υπόθεσης.
Η εξουσία στέκει απέναντι στην εθνική μας υπόθεση και σαν τέτοια μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί, στα πλαίσια του δυνατού, με όλα τα όπλα μιας ισχυρής και δυναμικής συνεχόμενης αντιπολίτευσης. Συμπολίτευση σημαίνει εξάρτηση, σημαίνει υποταγή. 20 χρόνια συμπολίτευση, τι απέδωσε, ποια είναι τα εθνικά επιτεύγματα; Εκείνοι που την ασπάζονται και την ακολουθούν το κάνουν για άλλους γνωστούς λόγους και, ασφαλώς, όχι για όφελος της εθνικής μας υπόθεσης.

7

Η μητέρα πατρίδα, η Ελλάδα βιώνει σήμερα την μεγαλύτερη μεταπολεμική πολιτική και οικονομική κρίση. Επιτραπέζιο υπαρξιακό θέμα για το ξεπέρασμα της οι ριζικές αλλαγές στην πολιτική και το πολιτικό σύστημα. Όλοι μιλάνε για την ανάγκη εφαρμογής μιας σωτήριας εθνικής πολιτικής και καταδικάζουν τις κομματικές πολιτικές, οι οποίες ευθύνονται για αυτήν την κατρακύλα. Όλοι μιλάνε για την ανάγκη μιας μεγάλης διαθρωτικής αλλαγής, για μια νέα Ελλάδα.
Η πολιτική μας τάξη, το πολιτικό βορειοηπειρωτικό κατεστημένο αδιάφορο, απαρέγκλιτο απ’ όλα αυτά που διαδραματίζονται. Ζει και αναπαύεται στον ύπνο του δικαίου. Απολαμβάνει τους καρπούς της πολιτικής πολυχρωμίας, την οποία την εμπλουτίζει ιδρύοντας και νέα κόμματα. Η εικοσάχρονη μεταψυχροπολεμική ιστορία, το διαδραματιζόμενο βορειοηπειρωτικό δράμα που παίχτηκε αυτή την περίοδο απέδειξε ακράδαντα την φαυλότητα των κομματικών πολιτικών που έχουν εφαρμοστεί και εφαρμόζονται.
Εκείνο που χρειάζεται και είναι εθνική επιτακτική αναγκαιότητα, εκείνο που είναι άμεση απαίτηση των καιρών, εκείνο που μπορεί να βγάλει από τη βαθιά κρίση που βιώνει ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, εκείνο που μπορεί να ρίξει κάποιο φως στο Βορειοηπειρωτικό τούνελ δεν προβλέπεται στα σχέδια των κομματικών επιτελείων. Ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός για την μελλοντική του πορεία χρίζει ένα ενιαίο συμπαγές Εθνικό Μέτωπο που συσπειρώνει στην πράξη, αδιακρίτως, το σύνολο του Βορειοηπειρωτικού κόσμου, έχοντας μοναδικό λάβαρο μια καθαρά εθνική πατριωτική πολιτική, υπερβαίνοντας τα κομματικά κλισέ. Κάτι τέτοιο πουθενά δεν διαφαίνεται.

Εκθέσαμε συνοπτικά όλες τις πλευρές του Βορειοηπειρωτικού θέματος, χρονικά και θεματικά Σκιαγραφήσαμε τις εξελίξεις και την κατάστασή του από την αρχή και σε όλη τη διαδρομή του. Ρίξαμε φως πανοραματικά σε όλα τα στάδια του, στο ιστορικό του, που μόλις ολοκλήρωσε ένα αιώνα ζωής. 

Όπως αποδεικνύεται η κατάντια του είναι απελπιστική. Μια ολοκληρωτική γκρίζα εικόνα. Ένα απέραντο ολόμαυρο Τούνελ. Δεν υπάρχει κανένα φως σε αυτό το Βορειοηπειρωτικό Τούνελ. Ταφόπετρα.
Κι’ όμως το Βορειοηπειρωτικό υπάρχει. Δεν μπορεί να διαγραφεί όσο υπάρχει η Ελλάδα και ο Ελληνισμός. Το μέλλον θα αναδείξει τον Μεσσία του, τον Σωτήρα του.
Αλέκος Χατζής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!

Έλληνες-ΑΥΤΗ Η ΓΗ ΕΧΕΙ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Έλληνες-ΑΥΤΗ Η ΓΗ ΕΧΕΙ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ