Τα ξεφωνητά ζύγωναν. Οι αντάρτες ήταν δίπλα, για να πάρουνε τη Ράνω. Την τράβηξαν έξω, καταπόδι της βγήκε η αδερφή της, η Τάσαινα Μπαρτζώκη, τώρα οχτώ μηνών έγκυος. Οι αντάρτες γυρίσανε τα όπλα τους καταπάνω στην Τάσαινα και την πρόσταξαν να ξαναμπεί στο σπίτι, ύστερα όρμησαν στην αυλή του Γκατζογιάννη, δύο άντρες σταθήκανε δεξιά κι αριστερά στην αυλόπορτα, δύο άλλοι σπρώχνοντας μπήκανε στο σπίτι.
Η Όλγα κείτονταν στα στρωσίδια με το δεμένο πόδι της πάνω σ' ένα σκαμνί, και ο Νικόλας με τη Φωτεινή ζάρωσαν στις γωνιές. Οι υπόλοιποι έκαμαν ν' αγκαλιάσουνε την Κάντα, όμως η μικρή σηκώθηκε και είπε ήσυχα στον επικεφαλής αντάρτη: «Είμαι έτοιμη. Δε χρειάζεται να με βαρέσεις».
Αν και το κάτω χείλι της έτρεμε, η Κάντα ξέφυγε από τα χέρια των δικών της και πήρε το δέμα της. Ανάμεσα στους δυο αντάρτες, ένα κεφάλι πιο ψηλούς από κείνη, βγήκε έξω με τις κοτσίδες της ξέσκεπες. Είχε παρατήσει εκεί το μαντίλι της.
Οι δικοί της την ακολούθησαν, όμως στην αυλόπορτα, ο ένας από τους δυο αντάρτες τους έφραξε το δρόμο με την κάννη του τουφεκιού του. Η Κάντα κοίταξε πάνω από τον ώμο της. «Πάψε να κλαις, μάνα», είπε. «Καλά θα είμαι».
Η Ελένη προσπάθησε να παραμερίσει την κάννη του όπλου που της έκλεινε το διάβα, ενώ ο Νικόλας γλίστρησε από κάτω και γύρισε να δει τους δύο φρουρούς. Πρόσεξε πως εκείνος στ' αριστερά, ένα παλικαρόπουλο, στεκόταν αλύγιστος με το όπλο παρά πόδα και το πρόσωπό του σαν μάσκα ανέκφραστο, και μολοντούτο έκλαιγε.
Ως το μεσημέρι οι μεγάλες κάμαρες είχανε γεμίσει από καμιά ογδονταριά νεοσύλλεκτες, που κάθονταν καταγής, μερικοί αντάρτες τις φρουρούσανε. Κάποιος με πυρόξανθα μαλλιά, μουστάκι και ειρωνικά καστανά μάτια, στάθηκε πίσω από 'να ξύλινο τραπέζι και φώναξε να γίνει ησυχία. Σύντομα οι γυναίκες θα τον μάθαιναν σαν Αλέκο, έναν από τους τρεις καθοδηγητές τους.
Ο ερχομός του Πετρίτη σίγουρα φαινόταν εύνοια της τύχης. Η Ελένη δεν υποψιάστηκε ποτέ πως ήταν ο διοικητής του ΕΛΑΣ που είχε οργανώσει τον ξυλοδαρμό των οπαδών του ΕΔΕΣ στην κατοχή. Όταν ο πατέρας της ο Κίτσος είχε συλληφθεί, ο Βασίλης Στράτης είχε ξυλοκοπηθεί σχεδόν μέχρι θανάτου, και κάποιος νέος από τον Τσαμαντά είχε δολοφονηθεί, αφού του τρυπήσανε το μυαλό μ' ένα καρφί στην άκρη του ρόπαλου. Ο Πετρίτης δεν έμοιαζε με φονιάς. Το καλοθρεμμένο του παρουσιαστικό και τα δυο γυαλιστερά χρυσά δόντια του μαρτυρούσαν πως ήταν άνθρωπος ευγενικός, γραμματιζούμενος και οι Γκατζογιανναίοι δεν ξαφνιάστηκαν όταν μάθανε από το κουτσομπολιό του χωριού πως κάποτε ήταν δάσκαλος.
Η αποτυχία του Δημοκρατικού Στρατού να καταλάβει την Κόνιτσα αποδείχθηκε πλήγμα συντριπτικό για τους αντάρτες. Αναπτέρωσε το ηθικό των εχθρών τους, απέτρεψε να βγούνε στο βουνό οι οπαδοί τους των πόλεων και γέννησε τόσες αμφιβολίες για το μέλλον της ανταρσίας τους, ώστε μήτε μία χώρα, ακόμα και του κομμουνιστικού συνασπισμού, δεν αναγνώρισε την προσωρινή κυβέρνηση, που απέμεινε δίχως έδρα στα βουνά.
Στις 10 Φεβρουαρίου 1948, όταν μία ομάδα Γιουγκοσλάβων και Βουλγάρων ηγετών επισκέφθηκαν τη Μόσχα, βρήκαν τον Ιωσήφ Στάλιν έτοιμο να εγκαταλείψει τελείως την ελληνική εξέγερση. Όπως θυμόταν αργότερα ένας από αυτούς, ο Μίλοβαν Τζίλας, ο Στάλιν στράφηκε στον Έντβαρντ Καρντέλι, αντιπρόεδρο της Γιουγκοσλαβίας, της χώρας που ήταν ο ισχυρότερος υποστηριχτής των Ελλήνων ανταρτών, και ρώτησε: «Πιστεύετε ότι η επανάσταση στην Ελλάδα μπορεί να πετύχει;»
«Αν δεν αυξηθεί η ξένη ανάμειξη και αν δε γίνουν σοβαρά πολιτικά λάθη», απάντησε ο Καρντέλι.
Όπως έσβηναν οι ελπίδες του Δ.Σ.Ε. να βρει νεοσύλλεκτους, άλλο τόσο έσβηναν και οι προσδοκίες του να καταλάβει μεγάλες κωμοπόλεις και πόλεις. Ο Ζαχαριάδης αναγκάστηκε να τροποποιήσει τη στρατηγική του, αρνήθηκε όμως να επανέλθει στην αντάρτικη τακτική του κλεφτοπολέμου που υποστήριζε ο στρατηγός Μάρκος. Οι επαναστάτες δε θα εξαπέλυαν άλλες μαζικές επιθέσεις σε αστικά κέντρα, ωστόσο, θα κρατούσαν πάση θυσία τα ορεινά κάστρα που ελέγχανε, επέμενε ο Ζαχαριάδης, ωσότου ο Ελληνικός Εθνικός Στρατός αντιληφθεί πως δε θα τους νικούσε ποτέ· θα έχανε τότε τελείως το ηθικό του και θα κατέρρεε.
Για να εξασφαλιστεί πως οι πάντες αντάρτες και πληθυσμός στις «Απελευθερωμένες» περιοχές θα παραμείνουν πιστοί ώσπου να συμβεί αυτό, οι πολιτικοί επίτροποι του Δ.Σ.Ε. αναδιοργανώθηκαν και εξουσιοδοτήθηκαν να επιβάλλουν την πειθαρχία σε όλες τις στρατιωτικές μονάδες καθώς και τη συνεργασία όλων των κατοίκων στ' ανταρτοκρατούμενα χωριά.
Στο μεταξύ, ο Εθνικός Στρατός, με τη βοήθεια Αμερικανών συμβούλων υπό το στρατηγό Τζέιμς Βαν Φλητ, άρχισε να προετοιμάζει μεγάλης κλίμακας επιχείρηση για το καλοκαίρι του 1948, ώστε να καταστρέψει τον αντάρτικο στρατό καταλαμβάνοντας την κύρια βάση του στην οροσειρά του Γράμμου. Μια τέτοια όμως επιχείρηση θ' άφηνε εκτεθειμένο το δυτικό πλευρό των δυνάμεων που θα διενεργούσαν την επίθεση, σε εφόδους των ανταρτών από την οροσειρά της Μουργκάνας. Προτού καταληφθεί ο Γράμμος, ήταν αναγκαίο να εκκαθαριστούν οι αντάρτες από τα βουνά της Μουργκάνας, που το κέντρο τους βρισκόταν στο χωριό Λια.
http://hellas-diaggeleas.blogspot.gr/p/blog-page_2.html
Η Όλγα κείτονταν στα στρωσίδια με το δεμένο πόδι της πάνω σ' ένα σκαμνί, και ο Νικόλας με τη Φωτεινή ζάρωσαν στις γωνιές. Οι υπόλοιποι έκαμαν ν' αγκαλιάσουνε την Κάντα, όμως η μικρή σηκώθηκε και είπε ήσυχα στον επικεφαλής αντάρτη: «Είμαι έτοιμη. Δε χρειάζεται να με βαρέσεις».
Οι δικοί της την ακολούθησαν, όμως στην αυλόπορτα, ο ένας από τους δυο αντάρτες τους έφραξε το δρόμο με την κάννη του τουφεκιού του. Η Κάντα κοίταξε πάνω από τον ώμο της. «Πάψε να κλαις, μάνα», είπε. «Καλά θα είμαι».
Η Ελένη προσπάθησε να παραμερίσει την κάννη του όπλου που της έκλεινε το διάβα, ενώ ο Νικόλας γλίστρησε από κάτω και γύρισε να δει τους δύο φρουρούς. Πρόσεξε πως εκείνος στ' αριστερά, ένα παλικαρόπουλο, στεκόταν αλύγιστος με το όπλο παρά πόδα και το πρόσωπό του σαν μάσκα ανέκφραστο, και μολοντούτο έκλαιγε.
Κατά ομάδες, με κοπετούς και με κοντακιές από τους αντάρτες, καμιά σαρανταριά ανύπαντρες συγκεντρώθηκαν στην πλατεία του χωριού. Τις έσπρωξαν μέσα σ' ένα πρώην καφενείο και παντοπωλείο, που το είχε επιτάξει ο στρατός, και κει κάθισαν όλο το πρωί, ενώ στην πλαϊνή κάμαρη πατίκωναν άλλες κοπέλες, άγνωστες από μακρινά χωριά.Κρατώντας ακόμη το δέμα της, η Κάντα καθόταν πλάι στην καλύτερη φιλενάδα της αδερφής της, τη Ράνω Αθανασίου, μια καλοκαμωμένη γυναίκα είκοσι πέντε χρονών με μαύρα μαλλιά κι έξυπνη φυσιογνωμία. Επειδή η μάνα της είχε πεθάνει όταν εκείνη ήτανε μωρό κι ο πατέρας της ήτανε ανάπηρος, η ζωή είχε κάνει τη Ράνω δυνατή και από ένστικτο η Κάντα την τριγυρνούσε για να 'χει την προστασία της.
Ως το μεσημέρι οι μεγάλες κάμαρες είχανε γεμίσει από καμιά ογδονταριά νεοσύλλεκτες, που κάθονταν καταγής, μερικοί αντάρτες τις φρουρούσανε. Κάποιος με πυρόξανθα μαλλιά, μουστάκι και ειρωνικά καστανά μάτια, στάθηκε πίσω από 'να ξύλινο τραπέζι και φώναξε να γίνει ησυχία. Σύντομα οι γυναίκες θα τον μάθαιναν σαν Αλέκο, έναν από τους τρεις καθοδηγητές τους.
Ο ερχομός του Πετρίτη σίγουρα φαινόταν εύνοια της τύχης. Η Ελένη δεν υποψιάστηκε ποτέ πως ήταν ο διοικητής του ΕΛΑΣ που είχε οργανώσει τον ξυλοδαρμό των οπαδών του ΕΔΕΣ στην κατοχή. Όταν ο πατέρας της ο Κίτσος είχε συλληφθεί, ο Βασίλης Στράτης είχε ξυλοκοπηθεί σχεδόν μέχρι θανάτου, και κάποιος νέος από τον Τσαμαντά είχε δολοφονηθεί, αφού του τρυπήσανε το μυαλό μ' ένα καρφί στην άκρη του ρόπαλου. Ο Πετρίτης δεν έμοιαζε με φονιάς. Το καλοθρεμμένο του παρουσιαστικό και τα δυο γυαλιστερά χρυσά δόντια του μαρτυρούσαν πως ήταν άνθρωπος ευγενικός, γραμματιζούμενος και οι Γκατζογιανναίοι δεν ξαφνιάστηκαν όταν μάθανε από το κουτσομπολιό του χωριού πως κάποτε ήταν δάσκαλος.
Η αποτυχία του Δημοκρατικού Στρατού να καταλάβει την Κόνιτσα αποδείχθηκε πλήγμα συντριπτικό για τους αντάρτες. Αναπτέρωσε το ηθικό των εχθρών τους, απέτρεψε να βγούνε στο βουνό οι οπαδοί τους των πόλεων και γέννησε τόσες αμφιβολίες για το μέλλον της ανταρσίας τους, ώστε μήτε μία χώρα, ακόμα και του κομμουνιστικού συνασπισμού, δεν αναγνώρισε την προσωρινή κυβέρνηση, που απέμεινε δίχως έδρα στα βουνά.
«Αν δεν αυξηθεί η ξένη ανάμειξη και αν δε γίνουν σοβαρά πολιτικά λάθη», απάντησε ο Καρντέλι.
«Αν, αν!» τον έκοψε ο Στάλιν. «Όχι, δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα επιτυχίας. Τι φαντάζεστε, η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες οι Ηνωμένες Πολιτείες, η ισχυρότερη χώρα του κόσμου θα σας επιτρέψουν να διακόψετε τις συγκοινωνίες τους στη Μεσόγειο; Ανοησίες. Και δεν έχουμε στόλο. Η επανάσταση στην Ελλάδα πρέπει να σταματήσει, και όσο το δυνατόν πιο γρήγορα».Αλλά το άνωθεν μήνυμα δεν το έπιασε ο ισχυρογνώμων αρχηγός του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, ο Νίκος Ζαχαριάδης. Εξακολούθησε να 'ναι σίγουρος ότι μια σειρά από νίκες των ανταρτών θα έπειθαν το Στάλιν να υποστηρίξει ολόπλευρα την επανάσταση.
Για ν' αντισταθμίσουν τον συρρικνούμενο αριθμό νεοσύλλεκτων που προσέρχονταν στο Δ.Σ.Ε., οι ηγέτες του έστειλαν δύο ταξιαρχίες ως την άλλη άκρη της Μακεδονίας για να μαζέψουν όσους νέους και νέες μπορούσαν. Και οι δυο ταξιαρχίες συνάντησαν σκληρή αντίσταση των κυβερνητικών δυνάμεων, κι όχι μόνο απέτυχαν να φέρουν πολλούς νεοσύλλεκτους, αλλά έχασαν και τους μισούς από τους 3.000 εμπειροπόλεμους μαχητές τους σε αψιμαχίες κατά τη διαδρομή.Οι ηγέτες του κόμματος αποφάσισαν τότε να στείλουν ένα άλλο σώμα ανταρτών στο νότο προς την Αθήνα για ν' ανοίξουν δρόμο ως την πρωτεύουσα, Απ' όπου οι κομμουνιστές των πόλεων θα μπορούσαν να περάσουν και να βγουν στο βουνό. Μια επίλεκτη ομάδα από 200 άντρες ανέλαβε τούτη την απίθανη αποστολή, και κανένας τους δε γύρισε πίσω.
Όπως έσβηναν οι ελπίδες του Δ.Σ.Ε. να βρει νεοσύλλεκτους, άλλο τόσο έσβηναν και οι προσδοκίες του να καταλάβει μεγάλες κωμοπόλεις και πόλεις. Ο Ζαχαριάδης αναγκάστηκε να τροποποιήσει τη στρατηγική του, αρνήθηκε όμως να επανέλθει στην αντάρτικη τακτική του κλεφτοπολέμου που υποστήριζε ο στρατηγός Μάρκος. Οι επαναστάτες δε θα εξαπέλυαν άλλες μαζικές επιθέσεις σε αστικά κέντρα, ωστόσο, θα κρατούσαν πάση θυσία τα ορεινά κάστρα που ελέγχανε, επέμενε ο Ζαχαριάδης, ωσότου ο Ελληνικός Εθνικός Στρατός αντιληφθεί πως δε θα τους νικούσε ποτέ· θα έχανε τότε τελείως το ηθικό του και θα κατέρρεε.
Για να εξασφαλιστεί πως οι πάντες αντάρτες και πληθυσμός στις «Απελευθερωμένες» περιοχές θα παραμείνουν πιστοί ώσπου να συμβεί αυτό, οι πολιτικοί επίτροποι του Δ.Σ.Ε. αναδιοργανώθηκαν και εξουσιοδοτήθηκαν να επιβάλλουν την πειθαρχία σε όλες τις στρατιωτικές μονάδες καθώς και τη συνεργασία όλων των κατοίκων στ' ανταρτοκρατούμενα χωριά.
Στο μεταξύ, ο Εθνικός Στρατός, με τη βοήθεια Αμερικανών συμβούλων υπό το στρατηγό Τζέιμς Βαν Φλητ, άρχισε να προετοιμάζει μεγάλης κλίμακας επιχείρηση για το καλοκαίρι του 1948, ώστε να καταστρέψει τον αντάρτικο στρατό καταλαμβάνοντας την κύρια βάση του στην οροσειρά του Γράμμου. Μια τέτοια όμως επιχείρηση θ' άφηνε εκτεθειμένο το δυτικό πλευρό των δυνάμεων που θα διενεργούσαν την επίθεση, σε εφόδους των ανταρτών από την οροσειρά της Μουργκάνας. Προτού καταληφθεί ο Γράμμος, ήταν αναγκαίο να εκκαθαριστούν οι αντάρτες από τα βουνά της Μουργκάνας, που το κέντρο τους βρισκόταν στο χωριό Λια.
http://hellas-diaggeleas.blogspot.gr/p/blog-page_2.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!