«Το F-35C στην εναέρια μάχη είναι παντελώς άχρηστο και μπορεί να καταρριφθεί από ένα ρωσικό Mig-21 με σχεδίαση του 1950». Δεν πρόκειται για κάποια δήλωση Ρώσου αξιωματούχου ή άσχετου με τα θέματα της αεροδιαστημικής. Πρόκειται για δήλωση-βόμβα του Pierre M. Sprey, δημιουργού δύο πολύ επιτυχημένων αεροσκαφών των ΗΠΑ, του F-16 και του Α-10.
To F-35 δέχεται ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα από τους ίδιους τους Αμερικανούς.
Προ ημερών, όπως είχε αποκαλύψει το «defencenet.gr» ο Bill Sweetman, αρχισυντάκτης στο εβδομαδιαίο περιοδικό Aviation Week και «ιερό» πρόσωπο στο χώρο του αμυντικού τύπου, διεθνώς, είχε καταρρίψει τις δυνατότητες stealth του F-35.
«Το αεροσκάφος εντοπίζεται σχετικά εύκολα στις ζώνες του VHF φάσματος και τόσο οι Κινέζοι όσο και οι Ρώσοι το γνωρίζουν κι έχουν ετοιμάσει την αντιμετώπισή του», είχε υποστηρίξει.
Τώρα, ο Pierre M. Sprey, ο άνθρωπος που χαίρει τεράστιας εκτίμησης ως ένας από τους κορυφαίους σχεδιαστές αεροσκαφών των ΗΠΑ, αφού δημιούργησε το πιο επιτυχημένο εμπορικά αεροσκάφος, το F-16, βάλει κατά του F-35, ειδικά για την έκδοση C που χρησιμοποιεί το Πολεμικό Ναυτικό.
«Τα F-35C που χρησιμοποιούνται από το Ναυτικό των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου, έχουν πολύ βαρύ σκελετό λόγω της τοποθέτησης του στροβίλου για την κάθετη απογείωση και προσγείωση στα αεροπλανοφόρα», αναφέρει ο κ. Sprey.
Προσθέτει πώς «αποτέλεσμα αυτού είναι να μειώνεται σημαντικά η ικανότητα ελιγμών μάχης του αεροσκάφους και να μην μπορεί να κάνει τις περιστροφές που πρέπει προκειμένου να ξεφύγει από εχθρικά πυρά».
Και ο κεραυνός από τον δημιουργό του F-16 έρχεται στο τέλος: «Σε μία αερομαχία, το υπερσύγχρονο F-35C μπορεί να νικηθεί και να καταρριφθεί από ένα Mig-21 με σχεδίαση της δεκαετίας του ‘50».
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Pierre M. Sprey τα «χώνει» για το F-35 προκαλώντας μεγάλες ανησυχίες και προβληματισμούς στην κυβέρνηση των ΗΠΑ που έχει δαπανήσει τεράστια ποσά για την ανάπτυξη και την κατασκευή του. Παλαιότερα είχε πεί πώς «θα είναι ένα πανάκριβο μαχητικό με φτωχά αεροδυναμικά χαρακτηριστικά, μικρό μεταφερόμενο φορτίο, αργό και εύφλεκτο».
Είναι γεγονός πάντως πώς τα φιλόδοξα σχέδια της κατασκευάστριας εταιρείες δεν βγαίνουν. Πολλές χώρες περιορίζουν το ενδιαφέρον τους και όπως η Ιταλία μειώνουν τον αριθμό προμήθειας F-35. Η Τουρκία έχει παραγγείλει 100 μαχητικά F-35, τα οποία θα αρχίσει να παραλαμβάνει από το 2017 έως το 2022.
To F-35 δέχεται ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα από τους ίδιους τους Αμερικανούς.
Προ ημερών, όπως είχε αποκαλύψει το «defencenet.gr» ο Bill Sweetman, αρχισυντάκτης στο εβδομαδιαίο περιοδικό Aviation Week και «ιερό» πρόσωπο στο χώρο του αμυντικού τύπου, διεθνώς, είχε καταρρίψει τις δυνατότητες stealth του F-35.
«Το αεροσκάφος εντοπίζεται σχετικά εύκολα στις ζώνες του VHF φάσματος και τόσο οι Κινέζοι όσο και οι Ρώσοι το γνωρίζουν κι έχουν ετοιμάσει την αντιμετώπισή του», είχε υποστηρίξει.
Τώρα, ο Pierre M. Sprey, ο άνθρωπος που χαίρει τεράστιας εκτίμησης ως ένας από τους κορυφαίους σχεδιαστές αεροσκαφών των ΗΠΑ, αφού δημιούργησε το πιο επιτυχημένο εμπορικά αεροσκάφος, το F-16, βάλει κατά του F-35, ειδικά για την έκδοση C που χρησιμοποιεί το Πολεμικό Ναυτικό.
«Τα F-35C που χρησιμοποιούνται από το Ναυτικό των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου, έχουν πολύ βαρύ σκελετό λόγω της τοποθέτησης του στροβίλου για την κάθετη απογείωση και προσγείωση στα αεροπλανοφόρα», αναφέρει ο κ. Sprey.
Προσθέτει πώς «αποτέλεσμα αυτού είναι να μειώνεται σημαντικά η ικανότητα ελιγμών μάχης του αεροσκάφους και να μην μπορεί να κάνει τις περιστροφές που πρέπει προκειμένου να ξεφύγει από εχθρικά πυρά».
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Pierre M. Sprey τα «χώνει» για το F-35 προκαλώντας μεγάλες ανησυχίες και προβληματισμούς στην κυβέρνηση των ΗΠΑ που έχει δαπανήσει τεράστια ποσά για την ανάπτυξη και την κατασκευή του. Παλαιότερα είχε πεί πώς «θα είναι ένα πανάκριβο μαχητικό με φτωχά αεροδυναμικά χαρακτηριστικά, μικρό μεταφερόμενο φορτίο, αργό και εύφλεκτο».
Είναι γεγονός πάντως πώς τα φιλόδοξα σχέδια της κατασκευάστριας εταιρείες δεν βγαίνουν. Πολλές χώρες περιορίζουν το ενδιαφέρον τους και όπως η Ιταλία μειώνουν τον αριθμό προμήθειας F-35. Η Τουρκία έχει παραγγείλει 100 μαχητικά F-35, τα οποία θα αρχίσει να παραλαμβάνει από το 2017 έως το 2022.
Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα του Economist, το μέλλον του F-35, ενός από τα δαπανηρότερα στρατιωτικά προγράμματα όλων των εποχών (και ενδεχομένως του τελευταίου επανδρωμένου μαχητικού αεροσκάφους της Δύσης), είναι πλέον αβέβαιο.
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, οι λόγοι της «μεταγραφής» του Λίον Πανέττα από τη CIA στο Πεντάγωνο στις αρχές του μήνα ήταν προφανείς: ο αντικαταστάτης του Ρόμπερτ Γκέιτς ήταν ο διευθυντής του Γραφείου Διαχείρισης και Προϋπολογισμού (Office of Management and Budget) που έστησε τον ισορροπημένο προϋπολογισμό του 1998.
Ο Πανέττα «κληρονόμησε» από τον προκάτοχό του το γενικό πλαίσιο ενός σχεδίου μείωσης των στρατιωτικών δαπανών κατά 400 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2023. Ωστόσο, όπως φαίνεται (λόγω της κατάστασης της αμερικανικής οικονομίας) θα χρειαστούν μάλλον πιο γρήγορες και πιο βαθιές περικοπές από αυτές που είχε σχεδιάσει ο Γκέιτς.
Κάτι τέτοιο είναι πιθανό να αποτελέσει σημαντικό πρόβλημα για το F-35 Joint Strike Fighter, το ακριβότερο στρατιωτικό πρόγραμμα της ιστορίας, και την εταιρεία που βρίσκεται πίσω από την ανάπτυξή του, Lockheed Martin. To αεροσκάφος αναμένεται να τεθεί σε ενεργό υπηρεσία με καθυστέρηση έξι ετών (το 2016), τη στιγμή που το κόστος του έχει υπερβεί κατά πολύ τις αρχικές εκτιμήσεις. Στα σχέδια του Πενταγώνου προβλέπεται η αγορά 2.443 αεροσκαφών εντός των επομένων 25 ετών, αντί 382 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, ο Γκέιτς είχε προειδοποιήσει ότι, αν και δεν πίστευε πως υπήρχε περίπτωση ακύρωσης του όλου προγράμματος του F-35, ήταν πιθανό να μειωθεί ο αριθμός των αεροσκαφών που θα αγοράζονταν.
Η Lockheed Martin υπέγραψε το σχετικό συμβόλαιο με το αμερικανικό υπουργείο Άμυνας το 2001. Ο στόχος ήταν η αντικατάσταση σχεδόν του συνόλου των πολεμικών αεροσκαφών της τακτικής αεροπορίας των ΗΠΑ (τα F-16 και A-10 της Αεροπορίας, τα Α/F -18 του Ναυτικού και τα AV-8B του Σώματος Πεζοναυτών) με τρεις ειδικά διαμορφωμένες για την κάθε περίπτωση εκδόσεις του F-35. Σε συνδυασμό με τα stealth χαρακτηριστικά του και τον προηγμένο ηλεκτρονικό εξοπλισμό του, το F-35 θα ήταν ένα μαχητικό πέμπτης γενεάς, πολύ αποτελεσματικότερο από τους προκατόχους του. Και υποτίθεται πως θα ήταν οικονομικό, καθώς το κόστος θα μοιραζόταν μεταξύ των ΗΠΑ και οκτώ άλλων χωρών του ΝΑΤΟ, που θα συμπαρήγαγαν και θα αγόραζαν το F-35. Συνολικά αναμενόταν να πωληθούν 3.000 αεροσκάφη (2.443 στις ΗΠΑ και τα υπόλοιπα στους εν λόγω συμμάχους). Οι παραδόσεις των αεροσκαφών ήταν προγραμματισμένο να αρχίσουν το 2010.
Ωστόσο, το F-35 έχει πολλούς επικριτές, αρκετοί εκ των οποίων χαρακτηρίζουν ανεπαρκείς τις επιδόσεις του, λόγω του χαρακτήρα του ως μαχητικού (υπερβολικά) πολλαπλών ρόλων. Επίσης, το 2009, εσωτερική έκθεση του Πενταγώνου ανέφερε πως το χαμηλό κόστος δεν θεωρείται ότι αποτελεί πλέον χαρακτηριστικό του προγράμματος.
Ο Γκέιτς, αν και συνέχισε να υποστηρίζει το F-35, έκανε λόγο για «απαράδεκτες καθυστερήσεις και αυξήσεις κόστους» και προχώρησε σε «αναδιάρθρωση» των οικονομικών του προγράμματος, δίνοντας περισσότερο χρόνο και κονδύλια αλλά παράλληλα αναβάλλοντας πληρωμές ύψους 614 εκατομμυρίων στη Lockheed Martin. Ακολούθησαν επανεξετάσεις των τριών εκδόσεων του αεροσκάφους, λόγω προβλημάτων στην άτρακτο και τον κινητήρα. Ο Γκέιτς επίσης επέκρινε την έλλειψη οικονομικής πειθαρχίας στο υπουργείο Άμυνας επί κυβερνήσεως Μπους, δηλώνοντας πως «η αντίληψη περί απεριόριστης χρηματοδότησης που έχει επικρατήσει πρέπει να αντικατασταθεί από μία αντίληψη εγκράτειας».
Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις «θέλουν» το κόστος του αεροσκάφους να έχει αυξηθεί από 69 εκατομμύρια/ αεροπλάνο (που υπολογιζόταν το 2001) στα 133 δεκατομμύρια. Ο γερουσιαστής Τζων Μακέην χαρακτήρισε την όλη υπόθεση ως«σιδηροδρομικό δυστύχημα» και κατηγόρησε τη Lockheed Martin για «πολύ κακή δουλειά». Κάτι που επίσης τρόμαξε πολλούς γερουσιαστές ήταν το συνολικό κόστος συντήρησης κατά τη διάρκεια της επιχειρησιακής ζωής του αεροσκάφους: 1 τρισεκατομμύριο δολάρια. Το Πεντάγωνο πλέον υπολογίζει ότι θα κοστίζει 33% περισσότερο να συντηρεί το F-35 από ό,τι τα αεροσκάφη τα οποία υποτίθεται πως θα αντικαταστήσει.
Ένα ενδεχόμενο που εξετάζεται είναι ο περιορισμός της παραγγελίας και η ακύρωση της STOVL (κάθετης απο/προσγείωσης) έκδοσης, σε συνδυασμό με την προμήθεια επιπλέον F-16 και F-18. Εάν οι ΗΠΑ αποφάσιζαν να προχωρήσουν σε τέτοια μέτρα, το πιθανότερο θα ήταν να ακολουθήσουν και οι ξένοι αγοραστές. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θα σήμαινε μεγάλο πρόβλημα για τη Lockheed Martin, καθώς μείωση των παραγγελιών θα «μεταφραζόταν» σε αύξηση του κόστους της μονάδας, κάτι που συνέβη και με το F-22 (η παραγγελία μειώθηκε από τα 750 αεροσκάφη στα 183 και το κόστος εκτινάχθηκε από τα 149 εκ. δολάρια ανά αεροσκάφος στα 342.
Παρόλα αυτά, η εταιρεία δεν θεωρεί πως κάτι τέτοιο θα συμβεί στο F-35, το κόστος θα αποδειχθεί μειωμένο σε σχέση με τις εκτιμήσεις. Επίσης, εξακολουθεί να υφίσταται το γεγονός της υπάρχουσας «πιστής» αγοράς: τα αεροσκάφη τα οποία το F-35 είναι να αντικαταστήσει φτάνουν στα 30 χρόνια υπηρεσίας- και ακριβώς επειδή πρόκειται για πολλούς τύπους, υπάρχει μία ιδιότυπη κατάσταση «μονοπωλίου», και υπάρχουν πελάτες όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη και η Ταϊβάν, που είναι πλούσιες και ανησυχούν για την άνοδο της κινεζικής ισχύος.
Όπως και να έχει πάντως, ενδέχεται το F-35 να αποτελέσει το τελευταίο επανδρωμένο μαχητικό της Δύσης, καθώς τα επιχειρησιακά δεδομένα φαίνονται να αλλάζουν. Οι δυνατότητές του ήταν ειδικά σχεδιασμένες για να του δίνουν πλεονέκτημα έναντι ικανών αντιπάλων όπως η κινεζική αεράμυνα, αλλά η αυξανόμενη τρωτότητα των αμερικανικών αεροπλανοφόρων στον Ειρηνικό (λόγω της εμφάνισης των κινεζικών ASBM) καθιστά επιτακτική τη διενέργεια επιχειρήσεων από αποστάσεις πέραν της ακτίνας δράσης του F-35 (1.000 χιλιόμετρα).
Πολλοί στρατιωτικοί αναλυτές θεωρούν ότι οι αποστολές του μπορούν να εκτελεστούν από πυραύλους cruise ή μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UCAV- Unmanned Combat Air Vehicles).
Από πολλές απόψεις, τα UCAV είναι προτιμότερα: δεν έχουν πιλότο, οπότε δεν απαιτείται η ύπαρξη εξοπλισμού υποστήριξης ζωής και μπορούν να είναι πιο ευέλικτα, με μεγαλύτερες επιταχύνσεις και να έχουν καλύτερα stealth χαρακτηριστικά. Επίσης, εάν καταρριφθούν, δεν υπάρχει απώλεια ανθρώπινης ζωής.
Ακόμα και οι υποστηρικτές του F-35 θεωρούν ότι μάλλον θα αποτελέσει το τελευταίο επανδρωμένο τακτικό μαχητικό της Δύσης.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από Economist
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, οι λόγοι της «μεταγραφής» του Λίον Πανέττα από τη CIA στο Πεντάγωνο στις αρχές του μήνα ήταν προφανείς: ο αντικαταστάτης του Ρόμπερτ Γκέιτς ήταν ο διευθυντής του Γραφείου Διαχείρισης και Προϋπολογισμού (Office of Management and Budget) που έστησε τον ισορροπημένο προϋπολογισμό του 1998.
Ο Πανέττα «κληρονόμησε» από τον προκάτοχό του το γενικό πλαίσιο ενός σχεδίου μείωσης των στρατιωτικών δαπανών κατά 400 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2023. Ωστόσο, όπως φαίνεται (λόγω της κατάστασης της αμερικανικής οικονομίας) θα χρειαστούν μάλλον πιο γρήγορες και πιο βαθιές περικοπές από αυτές που είχε σχεδιάσει ο Γκέιτς.
Κάτι τέτοιο είναι πιθανό να αποτελέσει σημαντικό πρόβλημα για το F-35 Joint Strike Fighter, το ακριβότερο στρατιωτικό πρόγραμμα της ιστορίας, και την εταιρεία που βρίσκεται πίσω από την ανάπτυξή του, Lockheed Martin. To αεροσκάφος αναμένεται να τεθεί σε ενεργό υπηρεσία με καθυστέρηση έξι ετών (το 2016), τη στιγμή που το κόστος του έχει υπερβεί κατά πολύ τις αρχικές εκτιμήσεις. Στα σχέδια του Πενταγώνου προβλέπεται η αγορά 2.443 αεροσκαφών εντός των επομένων 25 ετών, αντί 382 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, ο Γκέιτς είχε προειδοποιήσει ότι, αν και δεν πίστευε πως υπήρχε περίπτωση ακύρωσης του όλου προγράμματος του F-35, ήταν πιθανό να μειωθεί ο αριθμός των αεροσκαφών που θα αγοράζονταν.
Η Lockheed Martin υπέγραψε το σχετικό συμβόλαιο με το αμερικανικό υπουργείο Άμυνας το 2001. Ο στόχος ήταν η αντικατάσταση σχεδόν του συνόλου των πολεμικών αεροσκαφών της τακτικής αεροπορίας των ΗΠΑ (τα F-16 και A-10 της Αεροπορίας, τα Α/F -18 του Ναυτικού και τα AV-8B του Σώματος Πεζοναυτών) με τρεις ειδικά διαμορφωμένες για την κάθε περίπτωση εκδόσεις του F-35. Σε συνδυασμό με τα stealth χαρακτηριστικά του και τον προηγμένο ηλεκτρονικό εξοπλισμό του, το F-35 θα ήταν ένα μαχητικό πέμπτης γενεάς, πολύ αποτελεσματικότερο από τους προκατόχους του. Και υποτίθεται πως θα ήταν οικονομικό, καθώς το κόστος θα μοιραζόταν μεταξύ των ΗΠΑ και οκτώ άλλων χωρών του ΝΑΤΟ, που θα συμπαρήγαγαν και θα αγόραζαν το F-35. Συνολικά αναμενόταν να πωληθούν 3.000 αεροσκάφη (2.443 στις ΗΠΑ και τα υπόλοιπα στους εν λόγω συμμάχους). Οι παραδόσεις των αεροσκαφών ήταν προγραμματισμένο να αρχίσουν το 2010.
Ωστόσο, το F-35 έχει πολλούς επικριτές, αρκετοί εκ των οποίων χαρακτηρίζουν ανεπαρκείς τις επιδόσεις του, λόγω του χαρακτήρα του ως μαχητικού (υπερβολικά) πολλαπλών ρόλων. Επίσης, το 2009, εσωτερική έκθεση του Πενταγώνου ανέφερε πως το χαμηλό κόστος δεν θεωρείται ότι αποτελεί πλέον χαρακτηριστικό του προγράμματος.
Ο Γκέιτς, αν και συνέχισε να υποστηρίζει το F-35, έκανε λόγο για «απαράδεκτες καθυστερήσεις και αυξήσεις κόστους» και προχώρησε σε «αναδιάρθρωση» των οικονομικών του προγράμματος, δίνοντας περισσότερο χρόνο και κονδύλια αλλά παράλληλα αναβάλλοντας πληρωμές ύψους 614 εκατομμυρίων στη Lockheed Martin. Ακολούθησαν επανεξετάσεις των τριών εκδόσεων του αεροσκάφους, λόγω προβλημάτων στην άτρακτο και τον κινητήρα. Ο Γκέιτς επίσης επέκρινε την έλλειψη οικονομικής πειθαρχίας στο υπουργείο Άμυνας επί κυβερνήσεως Μπους, δηλώνοντας πως «η αντίληψη περί απεριόριστης χρηματοδότησης που έχει επικρατήσει πρέπει να αντικατασταθεί από μία αντίληψη εγκράτειας».
Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις «θέλουν» το κόστος του αεροσκάφους να έχει αυξηθεί από 69 εκατομμύρια/ αεροπλάνο (που υπολογιζόταν το 2001) στα 133 δεκατομμύρια. Ο γερουσιαστής Τζων Μακέην χαρακτήρισε την όλη υπόθεση ως«σιδηροδρομικό δυστύχημα» και κατηγόρησε τη Lockheed Martin για «πολύ κακή δουλειά». Κάτι που επίσης τρόμαξε πολλούς γερουσιαστές ήταν το συνολικό κόστος συντήρησης κατά τη διάρκεια της επιχειρησιακής ζωής του αεροσκάφους: 1 τρισεκατομμύριο δολάρια. Το Πεντάγωνο πλέον υπολογίζει ότι θα κοστίζει 33% περισσότερο να συντηρεί το F-35 από ό,τι τα αεροσκάφη τα οποία υποτίθεται πως θα αντικαταστήσει.
Ένα ενδεχόμενο που εξετάζεται είναι ο περιορισμός της παραγγελίας και η ακύρωση της STOVL (κάθετης απο/προσγείωσης) έκδοσης, σε συνδυασμό με την προμήθεια επιπλέον F-16 και F-18. Εάν οι ΗΠΑ αποφάσιζαν να προχωρήσουν σε τέτοια μέτρα, το πιθανότερο θα ήταν να ακολουθήσουν και οι ξένοι αγοραστές. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θα σήμαινε μεγάλο πρόβλημα για τη Lockheed Martin, καθώς μείωση των παραγγελιών θα «μεταφραζόταν» σε αύξηση του κόστους της μονάδας, κάτι που συνέβη και με το F-22 (η παραγγελία μειώθηκε από τα 750 αεροσκάφη στα 183 και το κόστος εκτινάχθηκε από τα 149 εκ. δολάρια ανά αεροσκάφος στα 342.
Παρόλα αυτά, η εταιρεία δεν θεωρεί πως κάτι τέτοιο θα συμβεί στο F-35, το κόστος θα αποδειχθεί μειωμένο σε σχέση με τις εκτιμήσεις. Επίσης, εξακολουθεί να υφίσταται το γεγονός της υπάρχουσας «πιστής» αγοράς: τα αεροσκάφη τα οποία το F-35 είναι να αντικαταστήσει φτάνουν στα 30 χρόνια υπηρεσίας- και ακριβώς επειδή πρόκειται για πολλούς τύπους, υπάρχει μία ιδιότυπη κατάσταση «μονοπωλίου», και υπάρχουν πελάτες όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη και η Ταϊβάν, που είναι πλούσιες και ανησυχούν για την άνοδο της κινεζικής ισχύος.
Όπως και να έχει πάντως, ενδέχεται το F-35 να αποτελέσει το τελευταίο επανδρωμένο μαχητικό της Δύσης, καθώς τα επιχειρησιακά δεδομένα φαίνονται να αλλάζουν. Οι δυνατότητές του ήταν ειδικά σχεδιασμένες για να του δίνουν πλεονέκτημα έναντι ικανών αντιπάλων όπως η κινεζική αεράμυνα, αλλά η αυξανόμενη τρωτότητα των αμερικανικών αεροπλανοφόρων στον Ειρηνικό (λόγω της εμφάνισης των κινεζικών ASBM) καθιστά επιτακτική τη διενέργεια επιχειρήσεων από αποστάσεις πέραν της ακτίνας δράσης του F-35 (1.000 χιλιόμετρα).
Πολλοί στρατιωτικοί αναλυτές θεωρούν ότι οι αποστολές του μπορούν να εκτελεστούν από πυραύλους cruise ή μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UCAV- Unmanned Combat Air Vehicles).
Από πολλές απόψεις, τα UCAV είναι προτιμότερα: δεν έχουν πιλότο, οπότε δεν απαιτείται η ύπαρξη εξοπλισμού υποστήριξης ζωής και μπορούν να είναι πιο ευέλικτα, με μεγαλύτερες επιταχύνσεις και να έχουν καλύτερα stealth χαρακτηριστικά. Επίσης, εάν καταρριφθούν, δεν υπάρχει απώλεια ανθρώπινης ζωής.
Ακόμα και οι υποστηρικτές του F-35 θεωρούν ότι μάλλον θα αποτελέσει το τελευταίο επανδρωμένο τακτικό μαχητικό της Δύσης.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από Economist