Οι επαναστάσεις είναι πολιτικά φαινόμενα που εκδηλώνονται σε περιπτώσεις ύπαρξης κυρίαρχων κρατών των οποίων οι ενδοκρατικές κοινωνικοπολιτικές ισορροπίες είναι ευπαθείς και ασταθείς. Τα αίτια ποικίλουν κατά περίπτωση αλλά κύριο γνώρισμά τους είναι το χαμηλό επίπεδο κοινωνικοπολιτικής νομιμοποίησης του καθεστώτος το οποίο... η επανάσταση αποσκοπεί να ανατρέψει και να αντικαταστήσει με άλλο.
Στις βιώσιμες πολιτείες νέες κοινωνικοπολιτικές ισορροπίες που ενσαρκώνονται σε νέα ή εξελιγμένα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης προσαρμοσμένα στην μετεξέλιξη των ηθικοκανονιστικών δομών που ρυθμίζουν τις σχέσεις των μελών μιας κοινωνίας, απορρέουν από τις λειτουργίες του πολιτειακού συστήματος. Κυρίως, απορρέουν από τις κοινωνικοπολιτικές διαδράσεις και από τους κοινωνικοπολιτικούς ελέγχους οι οποίοι όσο περισσότερο αναπτύσσονται και βαθαίνουν τόσο περισσότερο βαθαίνει η άσκηση λαϊκής κυριαρχίας και τόσο περισσότερο ενώνονται νήματα που συρράπτουν κοινούς σκοπούς, κοινά ηθικά κριτήρια και κοινές κανονιστικές δομές.
Οι εκάστοτε και κατά περίπτωση συνισταμένες των συλλογικών βουλήσεων που ενσαρκώνονται στους συνταγματικούς χάρτες, στους νόμους και στις διοικητικές προσεγγίσεις, προσδιορίζουν τον συλλογικό τρόπο ζωής κάθε συγκυρίας, δηλαδή το εκάστοτε καθεστώς που περιέχει κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένες ηθικές επιταγές, θεσμικές δομές, νομικά συστήματα και εθιμικές πρακτικές ρύθμισης του συλλογικού βίου. Σύμφωνα με πάγια και καθολικά αποδεκτά κριτήρια νοηματοδότησης του πολιτικού-πολιτειακού γεγονότος, αποστολή των κανονιστικών δομών μιας Πολιτείας και των κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και διαδράσεων που αναπτύσσονται, είναι να δυναμώνουν την Πολιτεία, την λαϊκή κυριαρχία, την δημοκρατία, την ανεξαρτησία και τον πολιτικό ορθολογισμό στο ενδοκρατικό και διακρατικό επίπεδο.
Η κυριαρχία, ως αρχή, ως κανονιστική έννοια και ως πολιτική έννοια που ενσαρκώνει το ιδεώδες της ανεξαρτησίας-ελευθερίας, καθιστά εφικτές συνεχείς προόδους στην εφαρμογή των κατακτήσεων πολιτικού πολιτισμού των ανθρώπων. Συντομογραφικά, αυτό σημαίνει ότι από το επίπεδο άσκησης αυταρχικής και δυναστικής εξουσίας ή το επίπεδο άσκησης βίας για λόγους εκδικήσεως, ο άνθρωπος πέρασε στην εποχή των πολιτικά οργανωμένων συλλογικών οντοτήτων και των κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων σκοπών.
Οι εκάστοτε και κατά περίπτωση συνισταμένες των συλλογικών βουλήσεων που ενσαρκώνονται στους συνταγματικούς χάρτες, στους νόμους και στις διοικητικές προσεγγίσεις, προσδιορίζουν τον συλλογικό τρόπο ζωής κάθε συγκυρίας, δηλαδή το εκάστοτε καθεστώς που περιέχει κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένες ηθικές επιταγές, θεσμικές δομές, νομικά συστήματα και εθιμικές πρακτικές ρύθμισης του συλλογικού βίου. Σύμφωνα με πάγια και καθολικά αποδεκτά κριτήρια νοηματοδότησης του πολιτικού-πολιτειακού γεγονότος, αποστολή των κανονιστικών δομών μιας Πολιτείας και των κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και διαδράσεων που αναπτύσσονται, είναι να δυναμώνουν την Πολιτεία, την λαϊκή κυριαρχία, την δημοκρατία, την ανεξαρτησία και τον πολιτικό ορθολογισμό στο ενδοκρατικό και διακρατικό επίπεδο.
Η κυριαρχία, ως αρχή, ως κανονιστική έννοια και ως πολιτική έννοια που ενσαρκώνει το ιδεώδες της ανεξαρτησίας-ελευθερίας, καθιστά εφικτές συνεχείς προόδους στην εφαρμογή των κατακτήσεων πολιτικού πολιτισμού των ανθρώπων. Συντομογραφικά, αυτό σημαίνει ότι από το επίπεδο άσκησης αυταρχικής και δυναστικής εξουσίας ή το επίπεδο άσκησης βίας για λόγους εκδικήσεως, ο άνθρωπος πέρασε στην εποχή των πολιτικά οργανωμένων συλλογικών οντοτήτων και των κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων σκοπών.
Το κοινωνικά ενταγμένο πολιτικό γεγονός και οι κοινωνικοπολιτικοί έλεγχοι αποτελούν θεμέλιο ενδοκρατικού και διακρατικού ορθολογισμού που αποδυναμώνεται τόσο περισσότερο όσο περισσότερο εξωπολιτικά κριτήρια και παράγοντες τα αποδυναμώνουν και τα υπονομεύουν. Ιδιαίτερα στην διεθνή ζωή των Νέων Χρόνων που θεμελιώνεται στον αντι-διεθνισμό, στον αντι-κοσμοπολιτισμό και στον αντι-ηγεμονισμό, εύρωστη και χρηστή διεθνής διακυβέρνηση σημαίνει ορθολογιστική ενδοκρατική ζωή και διεθνείς θεσμούς που λειτουργούν αυστηρά υπό το πρίσμα των συμπεφωνημένων καταστατικών διατάξεών τους.
Σημαίνει επίσης ότι πρόσωπα όπως ο Σόρος που δηλώνουν με προπέτεια ότι «ναι διαθέτω εξωτερική πολιτική, ο σκοπός μου είναι να γίνω η συνείδηση του πλανήτη» ή οργανισμοί που σχετίζονται με αυτόν δεν πρέπει να έχουν την παραμικρή δυνατότητα να επηρεάζουν την διεθνή ζωή και πολύ περισσότερο την ενδοκρατική ζωή μιας κυρίαρχης κοινωνίας. Αν ο διεθνισμός, ο κοσμοπολιτισμός και ο ηγεμονισμός είναι φαινόμενα που αντιβαίνουν στους διεθνείς θεσμούς, συγκριτικά μιλώντας, οι ανορθολογισμοί και οι παραλογισμοί τύπου Σόρος αποτελούν το υπέρτατο στάδιο διεθνοπολιτικής ανωμαλίας που οπισθοδρομεί την διεθνή ζωή στην προ-πολιτική αν όχι βαρβαρική εποχή.
Σόρος, διεθνικά «σοράκια» και κατά κράτος «σορακόπουλα» είναι ανορθολογικοί δρώντες στις δραστηριότητες των οποίων πρέπει να καιροφυλακτούμε ούτως ώστε να μη διαβρώσουν τους κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς και θεσμούς της ενδοκρατικής και διαρκατικής ζωής.Έχοντας πλήρη συνείδηση του γεγονότος πως υιοθετώντας τις πιο πάνω θέσεις θίγεται βαθύτατα κάθε ηγεμονική, διεθνιστική και ανορθολογική κοσμοπολίτικη ιδέα, υποστηρίζω και τονίζω ότι αναιρείται η έννοια της πολιτικής σε όλα τα επίπεδα όταν λόγια, πράξεις ή παραλείψεις υπονομεύουν τα θεμέλια των κατακτήσεων του πολιτικού πολιτισμού στις ενδοκρατικές και διακρατικές σχέσεις. Για τον γράφοντα δεν υπάρχει αμφιβολία –και έχει ήδη υποστηριχθεί σε πολλές μονογραφίες– ότι το μεγαλύτερο ίσως αίτιο πολέμου των νέων χρόνων είναι οι ιδέες, ενέργειες ή παραλείψεις που αναιρούν αποδυναμώνουν τον οντολογικά θεμελιωμένο κοινωνιοκεντρικό χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος όπως διαμορφώθηκε μέσα από τους αντι-ηγεμονικούς και αντι-διεθνιστικούς αγώνες ανεξαρτησίας-ελευθερίας των κοινωνιών.
Τους τελευταίους αιώνες, ακριβώς, ενώ οι λαοί αγωνίστηκαν για να συντρίψουν τον εξομοιωτικό διεθνισμό επιτυγχάνοντας την συντριβή των πολυεθνικών αυτοκρατοριών, ένα πέπλος σύγχυσης και αποπροσανατολισμού συνεχίζει να απλώνεται πάνω από τον κόσμο: Ηγεμονικά, διεθνιστικά και κοσμοπολίτικα ιδεολογήματα συνδυάζονται προκαλώντας αποπροσανατολισμό, σύγχυση και ανορθολογισμό, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η οντολογικά θεμελιωμένη κοινωνιοκεντρική-εθνοκεντρική πορεία του κόσμου. Δηλαδή το εθνικό και διεθνές πολιτικό γεγονός που έχει στον πυρήνα του την κοινωνική ετερότητα και τον ανεξάρτητο πολιτειακό βίο εντός του οποίοι οι κοινωνίες απολαμβάνουν αυτή την ετερότητα.
Αν και δεν είναι του παρόντος επειδή θα αποτελέσει αντικείμενο εκτενέστερης μελέτης, τονίζεται ότι κύριοι δράστες ηγεμονικών, διεθνιστικών και κοσμοπολίτικων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων που αντιστρατεύονται την κοινωνιοκεντρικά θεμελιωμένη ανεξαρτησία-ελευθερία των λαών είναι τόσο συμβατικά επιφανείς φιλόσοφοι πελώριων επιστημονικών και λογικών σφαλμάτων όσο και ο μεγαλύτερος ίσως πνευματικός εμπαιγμός στην ιστορία των ιδεών που στην ύστερη εποχή ενσαρκώνεται στον όρο «κοινωνικές επιστήμες». Αν και υπάρχουν μερικές τιμητικές εξαιρέσεις, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο οι λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες να εξελίσσονται σε θεσμική κατοχύρωση ανελεύθερων και αντικοινωνικών δραστηριοτήτων ατόμων που ανακηρύσσονται επιστήμονες αμφισβητώντας την οντολογικά θεμελιωμένη κοινωνικοπολιτική δομή του κόσμου.
Εκατοντάδες χιλιάδες άτομα που κατά βάση εκφέρουν ασύστολες γνώμες με τις οποίες αμφισβητούν το πολιτικό γεγονός όπως θεμελιώθηκε τους τελευταίους αιώνες, αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο θεσμικό και πνευματικό «δικαίωμα» να οχυρώνονται πίσω από την ακαδημαϊκή ελευθερία και να επιδίδονται –κατά πόσο αυτό είναι συνειδητό ή ασυνείδητο είναι επιστημονικά αδιάφορο– σε πνευματικές δήθεν δραστηριότητες που εξεζητημένα και ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα υπονομεύουν την κοινωνιοκεντρική πορεία των κυρίαρχων κοινωνιών καλλιεργώντας αντικοινωνικά και ανελεύθερα δόγματα.
Αν και δεν είναι του παρόντος επειδή θα αποτελέσει αντικείμενο εκτενέστερης μελέτης, τονίζεται ότι κύριοι δράστες ηγεμονικών, διεθνιστικών και κοσμοπολίτικων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων που αντιστρατεύονται την κοινωνιοκεντρικά θεμελιωμένη ανεξαρτησία-ελευθερία των λαών είναι τόσο συμβατικά επιφανείς φιλόσοφοι πελώριων επιστημονικών και λογικών σφαλμάτων όσο και ο μεγαλύτερος ίσως πνευματικός εμπαιγμός στην ιστορία των ιδεών που στην ύστερη εποχή ενσαρκώνεται στον όρο «κοινωνικές επιστήμες». Αν και υπάρχουν μερικές τιμητικές εξαιρέσεις, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο οι λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες να εξελίσσονται σε θεσμική κατοχύρωση ανελεύθερων και αντικοινωνικών δραστηριοτήτων ατόμων που ανακηρύσσονται επιστήμονες αμφισβητώντας την οντολογικά θεμελιωμένη κοινωνικοπολιτική δομή του κόσμου.
Εκατοντάδες χιλιάδες άτομα που κατά βάση εκφέρουν ασύστολες γνώμες με τις οποίες αμφισβητούν το πολιτικό γεγονός όπως θεμελιώθηκε τους τελευταίους αιώνες, αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο θεσμικό και πνευματικό «δικαίωμα» να οχυρώνονται πίσω από την ακαδημαϊκή ελευθερία και να επιδίδονται –κατά πόσο αυτό είναι συνειδητό ή ασυνείδητο είναι επιστημονικά αδιάφορο– σε πνευματικές δήθεν δραστηριότητες που εξεζητημένα και ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα υπονομεύουν την κοινωνιοκεντρική πορεία των κυρίαρχων κοινωνιών καλλιεργώντας αντικοινωνικά και ανελεύθερα δόγματα.
Η αιχμή του δόρατος αυτών των μεταμφιεσμένων δραστηριοτήτων είναι οι λεγόμενοι «διεθνολόγοι». Συναφώς, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, το υπέρτατο στάδιο του πολιτικού ανορθολογισμού που ενσαρκώνεται στα διεθνικά «συστήματα Σόρος» στα οποία έγινε αναφορά πιο μπροστά, συναθροίζονται, κατά κύριο λόγο, διεθνολογούντες και ειδικοί της ιστορικής ανεκδοτολογίας.
Δεν είναι τυχαίο, επίσης, ότι αλληλοενισχυόμενα συστήματα ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένων συμφερόντων που συσπειρώνονται σε διεθνικούς ΜΚΟ, ντύνουν τις δραστηριότητές τους με την κατά τα άλλα αθώα φράση «προτάσεις πολιτικής».
«Προτάσεις πολιτικής», λοιπόν, επεξεργασμένες εξωκοινωνικά και διεθνικά-εξωπολιτικά, είναι ουσιαστικά η ύστερη εκδοχή ανορθολογισμού που υπονομεύει καίρια την πολιτική και το συναρτημένο με αυτή Πολιτειακό γεγονός.
Ανεξαρτήτως ευρύτατα διαδεδομένων παραλογισμών που καλλιεργούνται από παρασιτικούς ακαδημαϊκούς των πανεπιστημίων διεθνώς και των πνευματικών παρασυναγωγών «τύπου Σόρος», η πολιτική με την κλασική έννοια της ανεξάρτητης πολιτειακής ζωής, δεν επηρεάζεται από πρόσφατα συμβατικά ιδεολογήματα και θεωρήματα που διεκδικούν το μονοπώλιο της αλήθειας περί κοινωνικοπολιτικής δικαιοσύνης υπό το πρίσμα ηγεμονικής, διεθνιστικής και κοσμοπολίτικης πολιτικής θεολογίας. Στο αέναο άθλημα για κοινωνική δικαιοσύνη και δίκαιες-βιώσιμες ισορροπίες μεταξύ των μελών και των ομάδων κάθε κοινωνίας, η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι υπόθεση μεταφυσικά προσδιορισμένων αξιώσεων που εκκολάπτονται στους τρικυμισμένους εγκέφαλους μερικών πολιτικών φιλοσόφων.
Ανεξαρτήτως ευρύτατα διαδεδομένων παραλογισμών που καλλιεργούνται από παρασιτικούς ακαδημαϊκούς των πανεπιστημίων διεθνώς και των πνευματικών παρασυναγωγών «τύπου Σόρος», η πολιτική με την κλασική έννοια της ανεξάρτητης πολιτειακής ζωής, δεν επηρεάζεται από πρόσφατα συμβατικά ιδεολογήματα και θεωρήματα που διεκδικούν το μονοπώλιο της αλήθειας περί κοινωνικοπολιτικής δικαιοσύνης υπό το πρίσμα ηγεμονικής, διεθνιστικής και κοσμοπολίτικης πολιτικής θεολογίας. Στο αέναο άθλημα για κοινωνική δικαιοσύνη και δίκαιες-βιώσιμες ισορροπίες μεταξύ των μελών και των ομάδων κάθε κοινωνίας, η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι υπόθεση μεταφυσικά προσδιορισμένων αξιώσεων που εκκολάπτονται στους τρικυμισμένους εγκέφαλους μερικών πολιτικών φιλοσόφων.
Είναι, όπως ήδη αναφέρθηκε, υπόθεση του διαρκούς συλλογικού κατ’ αλήθειαν βίου που διαρκώς προσδιορίζει και επαναπροσδιορίζει συλλογικούς τρόπους ζωής –καθεστώτα, θρησκεία, ηθικά πρότυπα, νόμους, διοικητικές νόρμες, ήθη, έθιμα κτλ– προσαρμοσμένους στις κοσμοθεωρητικές και ηθικοκανονιστικές συνθήκες κάθε κυρίαρχης κοινωνίας. Αυτά απαιτεί το γεγονός της ανεξαρτησίας-κυριαρχίας, αυτά απαιτεί η ύπαρξη των διεθνών θεσμών και κυρίως αυτά απαιτεί η βαθύτατα ριζωμένη αξίωση των μελών όλων των κυρίαρχων κοινωνιών για ανεξαρτησία και ελευθερία. Αυτή ακριβώς την πορεία προς την πρόοδο, την ευημερία, την σταθερότητα και την ειρήνη, είναι που αποσταθεροποιούν διαρκώς τα κατά καιρούς ποικιλόχρωμα εξομοιωτικά ηγεμονικά, διεθνιστικά και κοσμοπολίτικα ιδεολογήματα που προκαλούν ποταμούς αποσταθεροποιητικών εισροών στην ενδοκρατική και διακρατική ζωή. Η ύστερη και υπέρτατη πολιτική ανωμαλία, επαναλαμβάνεται, αποτελούν τα διεθνικά «συστήματα Σόρος» και οι συσπειρώσεις σε μεταμοντέρνες ομάδες που βάλλουν κατά της κοινωνικής ετερότητας των συγχρόνων εθνών-κρατών.
Στοιχειώδης πολιτικός ορθολογισμός, αν και ομολογουμένως σπανίζει στο επίπεδο πολλών διανοουμένων και μερικών πολιτικών προσώπων, απαιτεί καλλιέργεια ιδεών, στάσεων και συμπεριφορών που προασπίζονται την ενσάρκωση της ανθρώπινης ελευθερίας, δηλαδή το «Πολιτειακό αγαθό» με το οποίο προικίστηκε κάθε σημερινή κυρίαρχη κοινωνία στην φάση απόκτησης της ανεξαρτησίας της. Μια τέτοια θέση, ασφαλώς, είναι ηθικά βάσιμη και διόλου αξιολογικά φορτισμένη, επειδή είναι οντολογικού περιεχομένου η ανθρώπινη ελευθερία. Και η εθνική ανεξαρτησία και η εθνική ετερότητα στις διεθνείς σχέσεις είναι το αντίστοιχο της ελευθερίας στις ενδοκρατικές σχέσεις.
Στοιχειώδης πολιτικός ορθολογισμός, αν και ομολογουμένως σπανίζει στο επίπεδο πολλών διανοουμένων και μερικών πολιτικών προσώπων, απαιτεί καλλιέργεια ιδεών, στάσεων και συμπεριφορών που προασπίζονται την ενσάρκωση της ανθρώπινης ελευθερίας, δηλαδή το «Πολιτειακό αγαθό» με το οποίο προικίστηκε κάθε σημερινή κυρίαρχη κοινωνία στην φάση απόκτησης της ανεξαρτησίας της. Μια τέτοια θέση, ασφαλώς, είναι ηθικά βάσιμη και διόλου αξιολογικά φορτισμένη, επειδή είναι οντολογικού περιεχομένου η ανθρώπινη ελευθερία. Και η εθνική ανεξαρτησία και η εθνική ετερότητα στις διεθνείς σχέσεις είναι το αντίστοιχο της ελευθερίας στις ενδοκρατικές σχέσεις.
Αυτή η ετερότητα είναι που βάλλεται, ακριβώς, όταν βάλλεται ο εθνοκεντρισμός στην βάση εξεζητημένων μεταμοντέρνων ιδεολογημάτων που στοχεύουν στην αποδυνάμωση και αποσυναρμολόγηση των εθνών-κρατών. Η αξίωση για ανεξαρτησία και ετερότητα, αποτελεί, επίσης, την έσχατη συλλογική παραδοχή κάθε κοινωνίας, η οποία όταν δεν εκπληρώνεται δεν είναι εφικτός ο Πολιτειακός κατ’ αλήθειαν βίος. Δεν μπορεί επίσης να υπάρξει διακρατικός, ευρύτερα διεθνής και διεθνικός ορθολογιστικός βίος αν οι κύριοι συντελεστές του διεθνούς συστήματος, δηλαδή τα κυρίαρχα κράτη, είτε εκτρέπονται σε αναθεωρητισμούς και ηγεμονισμούς είτε παραπαίουν μετατρεπόμενα σε έρμαιο άνομων και καταχρηστικών διεθνοπολιτικών δραστηριοτήτων. Σε κάθε περίπτωση, εύρωστη διεθνής διακυβέρνηση σημαίνει εύρωστα, ευημερούντα και φιλειρηνικά κράτη που απολαμβάνουν την συλλογική ετερότητά τους.
Η σπανιότητα του αγαθού του πολιτικού ορθολογισμού θα μπορούσε να αναζητηθεί σε πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων και οι εξής:
Πηγή
Η σπανιότητα του αγαθού του πολιτικού ορθολογισμού θα μπορούσε να αναζητηθεί σε πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων και οι εξής:
1) Ο μέσος πολίτης δεν κατανοεί τα αίτια των διεθνών διενέξεων –ένας από τους λόγους είναι επειδή όπως προαναφέρθηκε πολλοί ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένοι τσαρλατάνοι διεθνολογούντες τον αποπροσανατολίζουν– γεγονός που συχνά τον παρασύρει σε στάσεις κατά της Πολιτείας του ή σε αμέλεια προάσπισής της.
2) Αυτό το γεγονός το εκμεταλλεύονται οι εκάστοτε ηγεμονικές δυνάμεις που σπεύδουν να προωθήσουν άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα.
3) Αν και η συντριπτική πλειονότητα των κυρίαρχων κοινωνιών έχουν την δυνατότητα να είναι ελεύθερες-ανεξάρτητες, είναι αληθές ότι μερικές εξ αυτών είναι ασθενείς και παραπαίουσες. Αυτό οφείλεται στο ιστορικό γεγονός της δημιουργίας τεχνητών κρατών χωρίς στέρεα κοσμοθεωρητικά θεμέλια κατά την διάρκεια της από-αποικιοποίησης και στο γεγονός ότι μερικά πολυεθνικά κράτη της ύστερης εποχής αναπόφευκτα κατάρρευσαν οδηγώντας σε αστάθεια που άλλες περιφέρειες γνώρισαν τον 19ον αιώνα. Ακόμη, όσων κοινωνιών οι ηγέτες και οι πολίτες αποδείχθηκαν απρόσεκτοι, έγιναν ή συνεχίζουν να γίνονται έρμαιο υπονομεύσεων που τα αποδυναμώνει και διασπά (τέτοια θα ήταν η τύχη των κυπρίων αν υπέκυπταν στις αφόρητες πιέσεις καταργώντας την Πολιτεία τους όπως πρόβλεπε το σχέδιο Αναν).
4) Πολλές κοινωνίες, ακόμη, αν και κατά βάση εδραίες, συχνά συνθλίβονται στις συμπληγάδες των ηγεμονικών συγκρούσεων με αποτέλεσμα να υπόκεινται τις συνέπειες της αδυναμίας τους ή της απροσεξίας τους.
5) Το προαναφερθέν γεγονός ότι στον πνευματικό χώρο οι λεγόμενες κοινωνικές επιστήμες προκαλούν εισροές ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένων αντικοινωνικών και ανελεύθερων ιδεολογημάτων και θεωρημάτων που υπονομεύουν τους κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους θεσμούς και διευκολύνουν εξωγενείς άνομες και καταχρηστικές διαβρώσεις.
6) Το τελευταίο πρόβλημα επιτείνεται σε ανίατη ασθένεια όταν η διάβρωση φθάσει σε τέτοιο σημείο που εξωκοινωνικά και εξωπολιτικά διεθνικά «συστήματα Σόρος» κατορθώνουν να υπονομεύσουν την ανεξαρτησία μιας ή περισσοτέρων κοινωνιών. Γίνονται έτσι έρμαια δραστηριοτήτων κερδοσκόπων και πρώην ή νυν –και ενδεχομένως αυτονομημένων από της κυβερνήσεις τους– αξιωματούχων διαφόρων «υπηρεσιών».
Αναμφίβολα, τα «συστήματα Σόρος» και τα κατά χώρα εξαρτήματα εργολαβικής παραγωγής προτάσεων πολιτικής και ιστορικών ανεκδοτολογιών, είναι και τα πιο θανατηφόρα μικρόβια του αχανούς διεθνικού χώρου που εξ αντικειμένου δεν εντάσσεται σε οποιοδήποτε πολιτικό γεγονός.
Πηγή