Σοκ και δέος συνταράσσει ολόκληρη την Ευρώπη, η οποία και στην πολιτική της ασφάλειας και της άμυνας, είναι απροετοίμαστη για κάτι περισσότερο από αυτό που βιώνουμε σήμερα.
Σε αυτές τις μέρες όλος ο κόσμος σκέφτεται τον Ψυχρό Πόλεμο. Όχι, αυτός δεν θα επιστρέψει, αλλά οι καιροί του εφησυχασμού, η πεποίθηση ότι οι καιροί έχουν αλλάξει, αποτελούν παρελθόν. Αυτό που συμβαίνει στην Κριμαία, είναι ένα ενδιαφέρον παράδειγμα.
Ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει ξεκάθαρα συμφέροντα εκεί: Ο στόλος του είναι αγκυροβολημένος εκεί, και οι Ρώσοι κάτοικοι της χερσονήσου αποτελούν πάνω από το ήμισυ του συνολικού πληθυσμού. Όταν η ΕΕ βοήθησε τους διαδηλωτές στο Κίεβο, ο Πούτιν αιθάνθηκε ότι μαζί με την Ουκρανία θα απωλέσει την Κριμαία. Έτσι, αποφάσισε να την φέρει υπό πλήρη έλεγχο. Αυτή είναι η πολιτική της εξουσίας. Και δεν είναι μόνο ο Πούτιν που την ασκεί.
Από τη στιγμή που η Ευρώπη βλέπει την ευημερία της, τη δύναμή της, και τώρα την ασφάλειά της σε κίνδυνο, θα πρέπει να κάνει τα πάντα για να την υπερασπιστεί. Η πολιτική δεν είναι θέμα ηθικής, αλλά εξουσίας. Δεν έχει σημασία πόσο καλά καμουφλάρεται αυτό, και ότι πολλά πράγματα αλλάζουν σε αυτόν τον κόσμο - αυτό όμως όχι.
Από την πτώση του Σιδηρούν Παραπετάσματος και μετά, η ΕΕ διευρύνεται όλο και πιο ανατολικότερα, πάντα ενάντια στις διαμαρτυρίες της Ρωσίας. Και επειδή τα νέα κράτη μέλη εντάσσονται σε εθελοντική βάση, ορισμένες φορές και θριαμβευτικά, στην ΕΕ λησμόνησαν ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για μια επιθετική επέκταση. Η Ρωσία ήταν όλο και περισσότερο ενοχλημένη, και κατά τα τελευταία 15 χρόνια πολύ αδύναμη για να αντιμετωπίσει αυτή την επέκταση - οι όροι τώρα αντιστράφηκαν, ο αδύναμος είναι η ΕΕ.
Στην ΕΕ, είτε έχει ξεχαστεί πώς λειτουργεί ο κόσμος, ή η σημερινή γενιά απλά δεν θέλει να το παραδεχτεί. Αντ 'αυτού, πιστεύει ότι ο κόσμος λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό σε λογική βάση, με προσοχή και με συμβιβασμό, και ότι οι καλοί (δηλαδή η ΕΕ) κερδίζουν πάντα. Και επειδή δεν θέλει να παραδεχτεί ότι η πολιτική εξουσία δεν είναι ένα πράγμα του παρελθόντος, δεν ξέρει πλέον πώς να ασχοληθεί με το θέμα. Τώρα η ΕΕ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι: Εάν δεν λάβει την σωστή κατεύθυνση, θα γλιστρήσει επικίνδυνα στο προηγούμενο πρότυπο κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, και από κει στην αφάνεια.
Κανείς δεν θέλει τον πόλεμο στην Ευρώπη. Αυτό είναι λογικό. Ούτε καν και ο Πούτιν θέλει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Άλλωστε, αρχικά πρόσφερε χρήματα. Ο Πούτιν όμως άφησε ως τελευταία επιλογή τον πόλεμο. Η Ευρώπη όχι, και έτσι απώλεσε την Κριμαία.
Η Ρωσία έχει ήδη κερδίσει αυτόν τον γύρο. Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι πώς θα εξελιχθεί η συνέχεια. Ο Πούτιν είδε πόσο χυδαία αντιμετωπίστηκε από την ΕΕ η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, αλλά και στις άλλες χώρες του Νότου, και έλαβε την επιβεβαίωσή του. Ο Πούτιν έχει εισβάλει (αναίμακατα) στην Κριμαία, γιατί ξέρει ότι η ΕΕ είναι πολύ αδύναμη, αναποφάσιστη και διασπασμένη, για να μπορεί να τον αντιμετωπίσει. Επίσης, τώρα που ξεγυμνώθηκε η ΕΕ και η Ρωσία το ξέρει, με την επόμενη ευνοϊκή ευκαιρία και όπως η ΕΕ εξακολουθεί να παρουσιάζει μεγάλες αδυναμίες, η Ρωσία θα επεκτείνει τις νεκρές ζώνες μεταξύ του κέντρου της και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τι θα κάνει η ΕΕ στη συνέχεια; Είτε θα πρέπει να αποδεχτεί τα τετελεσμένα, ή θα πρέπει με πολύ ταχύτερο ρυθμό και δυναμική, να ενωθεί, τόσο οικονομικά, αλλά και πολιτικά. Αυτό με τη σειρά του απαιτεί μια επανεξέταση σε όλη την Ευρώπη, ιδιαίτερα στο ερώτημα του τι σημαίνει να δεσμευτεί για τα δικά της συμφέροντα. Συγκεκριμένα: Οι Γερμανοί θέλουν πραγματικά την ΕΕ ή όχι; Εάν συνεχίσουν να σιωπούν όπως έως σήμερα, αυτή τη φορά όμως, είναι μια απάντηση.
Εάν θέλουν την ΕΕ, αυτό σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να γκρινάζουν συνεχώς για τους Έλληνες και τους Ρουμάνους, αλλά να συμμετάσχουν πολύ πιο ενεργά στα οικονομικά δρώμενα, και από την άλλη οι κάθε Έλληνες αυτής της Ευρώπης πρέπει να πάψουν να γκρινάζουν για τους γραφειοκράτες στις Βρυξέλλες και για μια δικτατορία της ΕΕ, και να εργαστούν ενεργά, να βελτιώσουν και να καθοδηγήσουν στις ίδιες τις Βρυξέλλες, όπως ακριβώς και στην εσωτερική πολιτική. Αυτό σημαίνει ότι κυρίως οι Γερμανοί πρέπει επιτέλους να πάρουν μια απόφαση για να εξοπλίσουν την Κεντρική Τράπεζα με πολύ περισσότερες εξουσίες για ένα καλό χρονικό διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συμφωνήσουν για έναν κοινό υπουργό Εξωτερικών και μια κοινή εξωτερική πολιτική, και όχι όπως μέχρι σήμερα μια υποτιθέμενη κοινή εξωτερική πολιτική, όπου καμουφλάρονται απλά τα συμφέροντα της Γαλλίας, και κυρίως της Γερμανίας.
Εάν η Ευρώπη δεν θέλει να είναι το θύμα των πολιτικών της εξουσίας, θα πρέπει να μάθει να ασκεί η ίδια πολιτική της εξουσίας, διότι το διεθνές δίκαιο που επικαλείται, είναι ένα όπλο των αδύναμων σε αυτόν τον κόσμο.
Η σημερινή κρίση στην Κριμαία αφορά κυρίως τα μεγαλύτερα κράτη στην Ευρώπη, και τα πλουσιότερα, χώρες όπως η Δανία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ελβετία, οι οποίες έχουν ταμπουρωθεί πίσω από αυτά που έχουν κατακτήσει, χωρίς πράγματι να θέλουν να κάνουν κάτι περισσότερο.
Η κρίση στην Ουκρανία είναι ένα δυνατό τράνταγμα. Η Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, έχει πλέον χάσει τον ύπνο της: Ότι ο κίνδυνος είναι μεγάλος και ότι έρχεται και πάλι - η επίτευξη των γεωπολιτικών φιλοδοξειών όλων όσων δεν ανέχονται καμία απώλεια της εξουσίας στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και πέραν αυτής. Η κρίση στην Ουκρανία είναι ένας επικήδειος λόγος και για το ΝΑΤΟ, μια στρατιωτική συμμαχία που απλά εδώ και 25 χρόνια απλά δεν παραδέχτηκε ότι δεν υφίσταται άλλο. Μια στρατιωτική συμμαχία που αρνείται τον πόλεμο, πάνω στα σύνορά της μάλιστα, εκτός του ότι έχει απωλέσει το νόημα ακόμη και η ίδια η ορολογία, μετατρέπεται σε μια επικίνδυνη κατάσταση για τα ίδια της τα μέλη.
Η κρίση στην Ουκρανία θα επισπεύει και την λήψη αποφάσεων και στην Ελλάδα, όπως πολύ σύντομα θα κληθούν όλοι στην Ευρώπη να δώσουν μια πραγματική απάντηση. Ναι ή όχι στην ΕΕ. Το δυνατό χαστούκι της Ρωσίας στην Γερμανία, κυρίως, αλλά και στην Γαλλία, έχει ξυπνήσει το ένστικτο επιβίωσης όλων των χωρών που βρίσκονται στα ανατολικά σύνορά της Ευρώπης. Οι μισές απαντήσεις στα οικονομικά ζητούμενα, και η συνέχιση των αναπάντητων ερωτημάτων στην πολιτική της ασφάλειας της Ευρώπης, θα φέρουν έτσι και αλλιώς το τέλος της ΕΕ, ίσως και πολύ γρηγότερα απ' ότι πίστευαν μέχρι χθες οι δριμύτεροι επικριτές της.
Σε αυτές τις μέρες όλος ο κόσμος σκέφτεται τον Ψυχρό Πόλεμο. Όχι, αυτός δεν θα επιστρέψει, αλλά οι καιροί του εφησυχασμού, η πεποίθηση ότι οι καιροί έχουν αλλάξει, αποτελούν παρελθόν. Αυτό που συμβαίνει στην Κριμαία, είναι ένα ενδιαφέρον παράδειγμα.
Ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει ξεκάθαρα συμφέροντα εκεί: Ο στόλος του είναι αγκυροβολημένος εκεί, και οι Ρώσοι κάτοικοι της χερσονήσου αποτελούν πάνω από το ήμισυ του συνολικού πληθυσμού. Όταν η ΕΕ βοήθησε τους διαδηλωτές στο Κίεβο, ο Πούτιν αιθάνθηκε ότι μαζί με την Ουκρανία θα απωλέσει την Κριμαία. Έτσι, αποφάσισε να την φέρει υπό πλήρη έλεγχο. Αυτή είναι η πολιτική της εξουσίας. Και δεν είναι μόνο ο Πούτιν που την ασκεί.
Από τη στιγμή που η Ευρώπη βλέπει την ευημερία της, τη δύναμή της, και τώρα την ασφάλειά της σε κίνδυνο, θα πρέπει να κάνει τα πάντα για να την υπερασπιστεί. Η πολιτική δεν είναι θέμα ηθικής, αλλά εξουσίας. Δεν έχει σημασία πόσο καλά καμουφλάρεται αυτό, και ότι πολλά πράγματα αλλάζουν σε αυτόν τον κόσμο - αυτό όμως όχι.
Από την πτώση του Σιδηρούν Παραπετάσματος και μετά, η ΕΕ διευρύνεται όλο και πιο ανατολικότερα, πάντα ενάντια στις διαμαρτυρίες της Ρωσίας. Και επειδή τα νέα κράτη μέλη εντάσσονται σε εθελοντική βάση, ορισμένες φορές και θριαμβευτικά, στην ΕΕ λησμόνησαν ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για μια επιθετική επέκταση. Η Ρωσία ήταν όλο και περισσότερο ενοχλημένη, και κατά τα τελευταία 15 χρόνια πολύ αδύναμη για να αντιμετωπίσει αυτή την επέκταση - οι όροι τώρα αντιστράφηκαν, ο αδύναμος είναι η ΕΕ.
Στην ΕΕ, είτε έχει ξεχαστεί πώς λειτουργεί ο κόσμος, ή η σημερινή γενιά απλά δεν θέλει να το παραδεχτεί. Αντ 'αυτού, πιστεύει ότι ο κόσμος λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό σε λογική βάση, με προσοχή και με συμβιβασμό, και ότι οι καλοί (δηλαδή η ΕΕ) κερδίζουν πάντα. Και επειδή δεν θέλει να παραδεχτεί ότι η πολιτική εξουσία δεν είναι ένα πράγμα του παρελθόντος, δεν ξέρει πλέον πώς να ασχοληθεί με το θέμα. Τώρα η ΕΕ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι: Εάν δεν λάβει την σωστή κατεύθυνση, θα γλιστρήσει επικίνδυνα στο προηγούμενο πρότυπο κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, και από κει στην αφάνεια.
Κανείς δεν θέλει τον πόλεμο στην Ευρώπη. Αυτό είναι λογικό. Ούτε καν και ο Πούτιν θέλει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Άλλωστε, αρχικά πρόσφερε χρήματα. Ο Πούτιν όμως άφησε ως τελευταία επιλογή τον πόλεμο. Η Ευρώπη όχι, και έτσι απώλεσε την Κριμαία.
Η Ρωσία έχει ήδη κερδίσει αυτόν τον γύρο. Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι πώς θα εξελιχθεί η συνέχεια. Ο Πούτιν είδε πόσο χυδαία αντιμετωπίστηκε από την ΕΕ η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, αλλά και στις άλλες χώρες του Νότου, και έλαβε την επιβεβαίωσή του. Ο Πούτιν έχει εισβάλει (αναίμακατα) στην Κριμαία, γιατί ξέρει ότι η ΕΕ είναι πολύ αδύναμη, αναποφάσιστη και διασπασμένη, για να μπορεί να τον αντιμετωπίσει. Επίσης, τώρα που ξεγυμνώθηκε η ΕΕ και η Ρωσία το ξέρει, με την επόμενη ευνοϊκή ευκαιρία και όπως η ΕΕ εξακολουθεί να παρουσιάζει μεγάλες αδυναμίες, η Ρωσία θα επεκτείνει τις νεκρές ζώνες μεταξύ του κέντρου της και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τι θα κάνει η ΕΕ στη συνέχεια; Είτε θα πρέπει να αποδεχτεί τα τετελεσμένα, ή θα πρέπει με πολύ ταχύτερο ρυθμό και δυναμική, να ενωθεί, τόσο οικονομικά, αλλά και πολιτικά. Αυτό με τη σειρά του απαιτεί μια επανεξέταση σε όλη την Ευρώπη, ιδιαίτερα στο ερώτημα του τι σημαίνει να δεσμευτεί για τα δικά της συμφέροντα. Συγκεκριμένα: Οι Γερμανοί θέλουν πραγματικά την ΕΕ ή όχι; Εάν συνεχίσουν να σιωπούν όπως έως σήμερα, αυτή τη φορά όμως, είναι μια απάντηση.
Εάν θέλουν την ΕΕ, αυτό σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να γκρινάζουν συνεχώς για τους Έλληνες και τους Ρουμάνους, αλλά να συμμετάσχουν πολύ πιο ενεργά στα οικονομικά δρώμενα, και από την άλλη οι κάθε Έλληνες αυτής της Ευρώπης πρέπει να πάψουν να γκρινάζουν για τους γραφειοκράτες στις Βρυξέλλες και για μια δικτατορία της ΕΕ, και να εργαστούν ενεργά, να βελτιώσουν και να καθοδηγήσουν στις ίδιες τις Βρυξέλλες, όπως ακριβώς και στην εσωτερική πολιτική. Αυτό σημαίνει ότι κυρίως οι Γερμανοί πρέπει επιτέλους να πάρουν μια απόφαση για να εξοπλίσουν την Κεντρική Τράπεζα με πολύ περισσότερες εξουσίες για ένα καλό χρονικό διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συμφωνήσουν για έναν κοινό υπουργό Εξωτερικών και μια κοινή εξωτερική πολιτική, και όχι όπως μέχρι σήμερα μια υποτιθέμενη κοινή εξωτερική πολιτική, όπου καμουφλάρονται απλά τα συμφέροντα της Γαλλίας, και κυρίως της Γερμανίας.
Εάν η Ευρώπη δεν θέλει να είναι το θύμα των πολιτικών της εξουσίας, θα πρέπει να μάθει να ασκεί η ίδια πολιτική της εξουσίας, διότι το διεθνές δίκαιο που επικαλείται, είναι ένα όπλο των αδύναμων σε αυτόν τον κόσμο.
Η σημερινή κρίση στην Κριμαία αφορά κυρίως τα μεγαλύτερα κράτη στην Ευρώπη, και τα πλουσιότερα, χώρες όπως η Δανία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ελβετία, οι οποίες έχουν ταμπουρωθεί πίσω από αυτά που έχουν κατακτήσει, χωρίς πράγματι να θέλουν να κάνουν κάτι περισσότερο.
Η κρίση στην Ουκρανία είναι ένα δυνατό τράνταγμα. Η Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, έχει πλέον χάσει τον ύπνο της: Ότι ο κίνδυνος είναι μεγάλος και ότι έρχεται και πάλι - η επίτευξη των γεωπολιτικών φιλοδοξειών όλων όσων δεν ανέχονται καμία απώλεια της εξουσίας στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και πέραν αυτής. Η κρίση στην Ουκρανία είναι ένας επικήδειος λόγος και για το ΝΑΤΟ, μια στρατιωτική συμμαχία που απλά εδώ και 25 χρόνια απλά δεν παραδέχτηκε ότι δεν υφίσταται άλλο. Μια στρατιωτική συμμαχία που αρνείται τον πόλεμο, πάνω στα σύνορά της μάλιστα, εκτός του ότι έχει απωλέσει το νόημα ακόμη και η ίδια η ορολογία, μετατρέπεται σε μια επικίνδυνη κατάσταση για τα ίδια της τα μέλη.
Η κρίση στην Ουκρανία θα επισπεύει και την λήψη αποφάσεων και στην Ελλάδα, όπως πολύ σύντομα θα κληθούν όλοι στην Ευρώπη να δώσουν μια πραγματική απάντηση. Ναι ή όχι στην ΕΕ. Το δυνατό χαστούκι της Ρωσίας στην Γερμανία, κυρίως, αλλά και στην Γαλλία, έχει ξυπνήσει το ένστικτο επιβίωσης όλων των χωρών που βρίσκονται στα ανατολικά σύνορά της Ευρώπης. Οι μισές απαντήσεις στα οικονομικά ζητούμενα, και η συνέχιση των αναπάντητων ερωτημάτων στην πολιτική της ασφάλειας της Ευρώπης, θα φέρουν έτσι και αλλιώς το τέλος της ΕΕ, ίσως και πολύ γρηγότερα απ' ότι πίστευαν μέχρι χθες οι δριμύτεροι επικριτές της.