Γράφει ο Ιωάννης Αυξεντίου
Σε αυτό το μπλογκ, κατά καιρούς, έχουμε
επισημάνει τα διάφορα ελαττώματα των νέο-ελλήνων και όλα τα παρακμιακά
φαινόμενα που είναι συνδεμένα με αυτά. Σήμερα θα μιλήσουμε για ένα ελάττωμα,
που κατά τη γνώμη μας, παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την κατηφόρα
προς την παρακμή. Δυστυχώς, μετά από πολλά χρόνια διακυβέρνησης από ένα
σύστημα του οποίου η βασική τάση δεν ήταν απλώς η ισοπέδωση των πάντων, αλλά η
επικυριαρχία του κατώτερου, επιδεινώθηκε
ένα στοιχείο, που εξάλλου αποτελεί χαρακτηριστικό της φυλής μας από
αρχαιοτάτων χρόνων:
Δεν μας αρέσει κάποιος άλλος να θεωρείται ανώτερος από εμάς. Σε αυτές τις δεκαετίες λοιπόν, μάθαμε όχι απλώς να μισούμε τον ανώτερο, αλλά να μην δεχόμαστε καν την δυνατότητα ύπαρξης μιας τέτοιας έννοιας! Οι συνέπειες αυτής της νοοτροπίας δεν είναι καταστροφικές μόνον διότι έτσι καταστρατηγείται κάθε μορφή ιεραρχίας μέσα σε όλες τις κοινωνικές δομές, πολιτικές, εκπαιδευτικές, θρησκευτικές, οικογενειακές κλπ, αλλά και γιατί η απαξίωση του ανώτερου καταστρέφει την διάθεση μας ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ.
Ναι αγαπητοί φίλοι, δεν είμαστε πλέον διατεθειμένοι να ακούσουμε, δηλαδή να στοχαστούμε εις βάθος, πάνω σε αυτά που κάποιος άλλος μπορεί να μας προτείνει. Αυτή η νοοτροπία έχει μάλιστα διάφορες διαβαθμίσεις: άλλοι δεν ακούν καθόλου, ολική κώφωση, και άλλοι ακούν μόνο για να μπορέσουν να…αντικρούσουν αυτά που άκουσαν. Αυτή η νοοτροπία λοιπόν, μπορεί να αλλάξει μόνον εάν συμβεί ένας ολοκληρωτικός μετασχηματισμός του πολιτικού, δημοσιογραφικού και εκπαιδευτικού συστήματος.
Ο Μ.Αλέξανδρος ακούει με προσοχή τον Αριστοτέλη |
Δεν μας αρέσει κάποιος άλλος να θεωρείται ανώτερος από εμάς. Σε αυτές τις δεκαετίες λοιπόν, μάθαμε όχι απλώς να μισούμε τον ανώτερο, αλλά να μην δεχόμαστε καν την δυνατότητα ύπαρξης μιας τέτοιας έννοιας! Οι συνέπειες αυτής της νοοτροπίας δεν είναι καταστροφικές μόνον διότι έτσι καταστρατηγείται κάθε μορφή ιεραρχίας μέσα σε όλες τις κοινωνικές δομές, πολιτικές, εκπαιδευτικές, θρησκευτικές, οικογενειακές κλπ, αλλά και γιατί η απαξίωση του ανώτερου καταστρέφει την διάθεση μας ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ.
Ναι αγαπητοί φίλοι, δεν είμαστε πλέον διατεθειμένοι να ακούσουμε, δηλαδή να στοχαστούμε εις βάθος, πάνω σε αυτά που κάποιος άλλος μπορεί να μας προτείνει. Αυτή η νοοτροπία έχει μάλιστα διάφορες διαβαθμίσεις: άλλοι δεν ακούν καθόλου, ολική κώφωση, και άλλοι ακούν μόνο για να μπορέσουν να…αντικρούσουν αυτά που άκουσαν. Αυτή η νοοτροπία λοιπόν, μπορεί να αλλάξει μόνον εάν συμβεί ένας ολοκληρωτικός μετασχηματισμός του πολιτικού, δημοσιογραφικού και εκπαιδευτικού συστήματος.
Το
πρότυπο ανωτέρου ανδρός για κάθε πολίτη, θα έπρεπε να είναι οι πολιτικοί
άρχοντες της πατρίδας του. Το πνευματικό τους επίπεδο, η μόρφωση τους και η
συμπεριφορά τους, θα έπρεπε να είναι τέτοια, ώστε να προσελκύουν τον σεβασμό
και την εκτίμηση των πολιτών.
Δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο των σημερινών
πολιτικών. Ταυτόχρονα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης επιβάλλεται να σταματήσουν να
απευθύνονται στους εκπροσώπους των
θεσμών, σαν να απευθύνονται στην παραδουλεύτρα τους. Άλλο χαρακτηριστικό της
παρακμιακής δημοσιογραφίας, είναι το χάιδεμα των λαϊκών μαζών, με την αναγωγή
της γνώμης των πολλών ως «υπέρτατη δημοκρατική αξία».Το ίδιο κάνουν και με την
νεολαία. Που αντί να της προτείνουν ανώτερα πρότυπα και να της καλλιεργούν το
αίσθημα του σεβασμού και της υπακοής στον «διδάσκαλο», με την ευρύτερη έννοια
αυτού το όρου, κάνουν το ακριβώς αντίθετο :
εξυψώνουν και παρουσιάζουν ως πρότυπο συμπεριφοράς, τον βιολογικό αυθορμητισμό
των νέων και την απειρία της γνώμης τους.
«Τόπο στα νιάτα», «ψήφο στα 18 γιατί
όχι και στα 17», «Να ακούσουμε την γνώμη των νέων» κλπ, είναι μόνον μερικά από
τα συνθήματα που λανσάρει το μετά-μοντέρνο σύστημα. Και φυσικά αυτό δεν είναι
κάτι τυχαίο. Το πνεύμα του μετά-μοντερνισμού για να μπορέσει να επιτύχει τους παραβατικούς
σκοπούς του, έχει ανάγκη τον βιολογικό αυθορμητισμό των νέων, έχει ανάγκη την
έξαρση των ενστίκτων, έχει ανάγκη την νεανική φλόγα της εξέγερσης, και γιαυτό
όλα αυτά τα εκμεταλλεύεται και τα χαϊδεύει.
Τι να πούμε για το εκπαιδευτικό σύστημα; Οι
καθηγητές στα σχολεία γίνονται «φιλαράκια» και «σύντροφοι» των μαθητών, και αλίμονο
αν κάποιος καθηγητής δώσει ένα χαστούκι σε κάποιον κακομαθημένο βλαστό
νεοελληνικής «προοδευτικής» οικογένειας·
καλύτερα να ανοίξει η γη να τον καταπιεί.
Καλά για τα πανεπιστήμια δεν
συζητάμε. Τι να συζητήσουμε όταν οι καθηγητές παρακαλάνε τις πολιτικές νεολαίες
για να τους κάνουν πρυτάνεις. Εξάλλου, είναι γνωστό, τα πανεπιστήμια πρέπει να
είναι «χώροι ελεύθερης διακίνησης
ιδεών». Ωραίο ανέκδοτο! Λες και στην Ελλάδα και ειδικά στα πανεπιστήμια,
διακινούνται…ιδέες! Διακινούνται τα
πάντα, εκτός από αυτές. Τέλος πάντων.
Τώρα όμως θα ήθελα να εξετάσω το θέμα της
στάσης μας προς τον ανώτερο και στο ψυχολογικό ατομικό επίπεδο. Ας μην
γελιόμαστε: Πέραν των όσων ανέφερα
προηγουμένως, βασικός παράγοντας της απέχθειας μας για τον ανώτερο είναι η εσωτερική μας έπαρση. Αυτό το ελάττωμα μπορεί να
καταπολεμηθεί μόνον αν συνειδητοποιήσουμε την ύπαρξη του, αν το «θωπεύσουμε»
εσωτερικά, και ταυτόχρονα, να κατανοήσουμε ότι πραγματικά σοφός ήταν αυτός που
είπε:
«…Εγώ λοιπόν καθώς έφευγα σκεφτόμουν ότι: «Απ’ αυτόν τον άνθρωπο εγώ είμαι σοφότερος. Γιατί, όπως φαίνεται, κανένας από τους δύο μας δεν γνωρίζει τίποτα σπουδαίο. Όμως αυτός νομίζει ότι γνωρίζει ενώ δεν γνωρίζει. Ενώ εγώ δεν γνωρίζω βέβαια τίποτα, αλλά ούτε και νομίζω ότι γνωρίζω. Φαίνεται ότι από εκείνον, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, είμαι λίγο σοφότερος, γιατί εκείνα που δεν γνωρίζω δεν νομίζω ότι τα γνωρίζω» (Πλάτων, Απολογία Σωκράτη).
Όμως υπάρχει και ένας άλλος λόγος
που συμφέρει να αγαπήσουμε τον ανώτερό μας:
Η εσωτερική έπαρση και η μανία της «προσωπικής μας άποψης», δεν δημιουργεί
εσωτερική ηρεμία και γαλήνη, αλλά αντίθετα, προκαλεί έξαψη, εκνευρισμό, ένταση.
Πόσο πιο ανακουφισμένοι αισθανόμαστε, όταν βρούμε έναν διδάσκαλο, έναν
ευπατρίδη, που εμπιστευόμαστε και εκτιμούμε, και αφεθούμε στην λυτρωτική
επίδραση των συμβουλών του, των γνώσεών του και της εμπειρίας του;