Οτιδήποτε κείται εκτός της πολιτικής ως κοινωνικά ενταγμένου φαινομένου που οροθετεί και οριοθετεί τις σχέσεις κοινωνίας και εξουσίας, αποτελεί οπισθοδρόμηση στην βαρβαρική προ-πολιτική εποχή.
Το σχέδιο Αναν προσφέρεται ακόμη μια φορά ως το καλύτερο παράδειγμα τέτοιων πολιτικών διαστροφών. Προς στιγμή όντως ως ιδέα κατακτούσε μια κίβδηλη νομιμοποίηση επειδή για ένα μεγάλο αριθμό λόγων που δεν είναι άσχετοι με τα διεθνικά «συστήματα Σόρος» κατακτούσε ολοένα και μεγαλύτερο έδαφος με ευρέως προπαγανδισμένους παραλογισμούς όπως είναι «το λιγότερο κακό», είναι «κακό μεν αλλά βελτιώσιμο στην ΕΕ», είναι «υποχρεωτικό λόγω λαθών μας» και «είναι καλό επειδή ο κόσμος … εισέρχεται στην μεταεθνική εποχή και θα αποτελέσουμε … πρωτοπόρο πείραμα».
Ίσαμε τις ακραίες συνέπειες τέτοιων διεθνοπολιτικών και ενδοκρατικών ανωμαλιών που νοθεύουν και διαστρέφουν την έννοια της πολιτικής, οδηγούμαστε στην υποβάθμιση της κλασικής έννοιας του πολίτη και στην μετατροπή του σε απρόσωπη μονάδα, πνευματικά απονευρωμένη, χωρίς ιστορική συνείδηση, χωρίς ταυτότητα, χωρίς συγκροτημένο Πολιτειακό πολιτισμό και έρμαιο κερδοσκοπικών αξιώσεων, ηγεμονικών αξιώσεων και σχεδιασμών που αποσκοπούν σε άνομες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Ακόμη, τον καθιστούν έρμαιο ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένων επικοινωνιακών τεχνασμάτων που θα τον καταναγκάζουν να αισθάνεται ένοχος και ταυτόχρονα ευγνώμων που έστω και υποτελής είναι τουλάχιστον βιολογικά ζωντανός. Αυτές είναι αναμενόμενες καταστάσεις αν ενώσουν τις δυνάμεις τους άτομα ή ομάδες που υπό τις προαναφερθείσες πολιτικά ανώμαλες συνθήκες απλώνουν ένα πέπλο αυτοαναφορικής προπαγάνδας επαναλαμβανόμενων αναληθών ισχυρισμών που συνοδεύονται από προπαγανδιστικά συνθήματα ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα.
Μήπως όμως στην Ελλάδα του 21ου αιώνα όλα αυτά είναι ήδη γεγονός; Η απάντηση είναι ενδεχομένως καταφατική, αν λάβουμε υπόψη πως συχνά ακούμε πως οι έλληνες φταίνε δήθεν για το κυπριακό, φταίνε δήθεν για το Αιγαίο, φταίνε δήθεν για το μακεδονικό, είναι δήθεν ρατσιστές, είναι δήθεν ξενοφοβικοί, οι ήρωες της ελευθερίας είναι δήθεν ψεύτικες κατασκευές, φταίνε δήθεν εν τέλει για την ελληνική επανάσταση κατά της αγαθής και αγαθοεργούς Οθωμανικής αυτοκρατορίας και γι’ αυτό, εξυπακουόμενα, είναι δήθεν ανάξιοι να είναι ανεξάρτητοι.
Εάν λοιπόν εξωγενείς και/ή εξωπολιτικοί παράγοντες εισρεύσουν και κυριαρχήσουν σε στρατηγικούς τομείς μιας Πολιτείας όπως είναι η άμυνα, η διπλωματία, η οικονομία και η εκπαίδευση, οι συνέπειες θα είναι πολλές, αμφίδρομες και αμφίπλευρες.
Εκτός των αυτονόητων υπονομεύσεων του πολιτικού ορθολογισμού, της ευρυθμίας και της αποτελεσματικότητας του κοινωνικοπολιτικού συστήματος, αυτό που κυριολεκτικά θα διαστραφεί είναι θα είναι η έννοια της νομιμοποίησης. Ο δρόμος που οδηγεί στην νόθευση της πολιτικής νομιμοποίησης ενός πολιτειακού βίου είναι και ο δρόμος που οδηγεί στον πολιτικό από-συντονισμό, στην ιδεολογική σύγχυση, στην νόθευση των κοινωνικοπολιτικών ελέγχων, στο ροκάνισμα στης λαϊκής κυριαρχίας, στην υιοθέτηση ανορθολογικών κανονιστικών ρυθμίσεων, στην αποδυνάμωση και στην ευπάθεια σε έξωθεν άνομες και καταχρηστικές αξιώσεις.
Ιδεατά, η πολιτική νομιμοποίηση εκπληρώνεται πλήρως όταν η λαϊκή κυριαρχία και η δημοκρατία λειτουργούν στην εντέλεια και με τρόπο που αποτυπώνεται επακριβώς η συνισταμένη των συλλογικών βουλήσεων ενημερωμένων και συνειδητοποιημένων πολιτών. Η αναίρεση της πολιτικής και όλων των συμπαρομαρτούντων λειτουργιών της και η απονέκρωσή της από εξωκοινωνικά εξωπολιτικά άνομα ή μεταφυσικά προσδιορισμένα κριτήρια που στην συνέχεια κυριαρχούν στους θεσμούς, στα μέσα επικοινωνίας και στον πνευματικό κόσμο, θα αποτελούσε, ουσιαστικά άλωση εκ των έσωθεν.
Ιδεατά, η πολιτική νομιμοποίηση εκπληρώνεται πλήρως όταν η λαϊκή κυριαρχία και η δημοκρατία λειτουργούν στην εντέλεια και με τρόπο που αποτυπώνεται επακριβώς η συνισταμένη των συλλογικών βουλήσεων ενημερωμένων και συνειδητοποιημένων πολιτών. Η αναίρεση της πολιτικής και όλων των συμπαρομαρτούντων λειτουργιών της και η απονέκρωσή της από εξωκοινωνικά εξωπολιτικά άνομα ή μεταφυσικά προσδιορισμένα κριτήρια που στην συνέχεια κυριαρχούν στους θεσμούς, στα μέσα επικοινωνίας και στον πνευματικό κόσμο, θα αποτελούσε, ουσιαστικά άλωση εκ των έσωθεν.
Οι κατά τα άλλα ελεύθεροι πολίτες που πρέπει να κρίνουν, να ελέγξουν και να λειτουργήσουν πολιτικά, άθελά τους μετατρέπονται σε θύτες των εαυτών τους. Η νόθα νομιμοποίηση είναι, κατά βάση, ιός που αναπτύσσει στο εσωτερικό της κοινωνίας συλλογικά αυτοκτονικά ένστικτα.Συναφώς, ήδη έγινε αναφορά στην στρατηγική «μαλακής ισχύος» των κυβερνήσεων των ΗΠΑ που σκοπό έχουν τον πνευματικό και τελικά πολιτικό έλεγχο ασθενών κοινωνιών που παραπαίουν και ψυχορραγούν. Σκοπός της στρατηγικής μαλακής ισχύος είναι, αντί η πολιτική να μεγιστοποιεί και βελτιστοποιεί τα κοινωνικοπολιτικά αγαθά, να αντιστραφούν οι όροι σκέψης των πολιτών και λειτουργίας των θεσμών. Έτσι, μια έξωθεν καλλιεργημένη νόθα νομιμοποίηση αλλότριων συμφερόντων ή ανορθολογικών «πεποιθήσεων» για τον κόσμο, λειτουργεί εις βάρος του ενδοκρατικού ορθολογισμού καθιστώντας το κράτος έρμαιο αλλότριων συμφερόντων.
Το σχέδιο Αναν προσφέρεται ακόμη μια φορά ως το καλύτερο παράδειγμα τέτοιων πολιτικών διαστροφών. Προς στιγμή όντως ως ιδέα κατακτούσε μια κίβδηλη νομιμοποίηση επειδή για ένα μεγάλο αριθμό λόγων που δεν είναι άσχετοι με τα διεθνικά «συστήματα Σόρος» κατακτούσε ολοένα και μεγαλύτερο έδαφος με ευρέως προπαγανδισμένους παραλογισμούς όπως είναι «το λιγότερο κακό», είναι «κακό μεν αλλά βελτιώσιμο στην ΕΕ», είναι «υποχρεωτικό λόγω λαθών μας» και «είναι καλό επειδή ο κόσμος … εισέρχεται στην μεταεθνική εποχή και θα αποτελέσουμε … πρωτοπόρο πείραμα».
Όσο και αν σήμερα αυτά φαίνονται εξωφρενικά και απίστευτα, η συντριπτική πλειονότητα των «πνευματικών ανθρώπων» με πρόσβαση στα μέσα πληροφόρησης εξέπεμπαν ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένες αντιδημοκρατικές και ανελεύθερες εκλογικεύσεις αυτού του είδους και χονδροειδείς ανακρίβειες που προκαλούσαν σύγχυση στην κοινωνία και μια γενική τάση αποδοχής και συμμόρφωσης στις έξωθεν άνομες και καταχρηστικές επιταγές. Πολιτικά νομιμοποιημένη κατάντησε να είναι εν τέλει και η περιδεής υποστηρικτική στάση πολλών πολιτικών ηγετών οι οποίοι παρασύρθηκαν από το ορμητικό ποτάμι λανθασμένων αναλύσεων και/ή εξωγενώς χρηματοδοτούμενης προπαγάνδας συνοδευόμενης από απειλές (βλ. χρηματοδοτήσεις UNOPS και συναρτήσεις των «συστημάτων Σόρος»).
Πρόκειται όμως όχι για μια υγιή νομιμοποίηση απόρροια όπως προλέχθηκε ενός κατ’ αλήθειαν ανεξάρτητου πολιτειακού βίου, αλλά για εξωγενείς εισροές κίβδηλης νομιμοποίηση οφειλόμενης στην πανθομολογούμενη ξένη εξάρτηση, ξένη διείσδυση και ξένη προπέτεια. Η τελευταία εκδηλώνεται μόνο αν οι πολίτες ενός κράτους μεταδώσουν την εικόνα ότι οι ίδιοι θεωρούν τους εαυτούς τους και τα συμφέροντά τους αναλώσιμα. Είναι τραγικό, εάν πρωτοπόροι ενός τέτοιου κατήφορου είναι η "πνευματική ηγεσία" ενός τόπου ..
Σκοπός ακριβώς του πέπλου σύγχυσης που απλώθηκε ήταν να αναιρεθεί η πολιτική για να εξυπηρετηθούν άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα που εκτείνονται από την διαιώνιση νεοιμπεριαλιστικών στρατιωτικών βάσεων στην Κύπρο μέχρι την εξυπηρέτηση των διεστραμμένων κερδοσκοπικών σκοπιμοτήτων κάποιου διεθνικού Σόρος. Για να επιτύχουν τέτοιοι πολιτικά μακάβριοι σκοποί έπρεπε να ακυρωθεί η πολιτική νομιμοποίηση που στηρίζει τα φιλειρηνικά και θεμιτά συμφέροντα σύμφωνα με την διεθνή νομιμότητα και να καλλιεργηθούν "μεταεθνικοί" και "μεταμοντέρνοι" μύθοι που αποπροσανατολίζουν την κοινωνία και νομιμοποιούν την πολιτική ανωμαλία. Είναι γνωστό, βεβαίως, ότι για κάποιους ανερμήνευτους λόγους που κρύβονται στον υπαρξιακό πυρήνα μιας βιώσιμης συλλογικότητας και που βγαίνουν στην επιφάνεια όταν κινδυνεύει, η κυπριακή κοινωνία στις 24 Απριλίου 2004 παραμέρισε τους διανοούμενούς της, τους περιδεείς πολιτικούς της ηγέτες και τους ακαδημαϊκούς της και ψήφισε υπέρ της επιβίωσής της.
Αν αντίστροφα, η πολιτική ήταν υγιής και εδραία εμπεδωμένη –πίστη και νομιμοφροσύνη στην εθνική ανεξαρτησία, ορθολογιστική λειτουργία των θεσμών, γνώση της διεθνούς νομιμότητας και του νομικοπολιτικού κεκτημένου της ΕΕ, συνειδητοποιημένοι και ορθά πληροφορημένοι πολίτες, αντικειμενικοί δημοσιογράφοι, σοβαροί ακαδημαϊκοί, αξιολογικά ελεύθεροι επιστήμονες, κοινοβούλιο που λειτουργεί και ελέγχει την πολιτική ηγεσία, κοινωνικοπολιτικοί έλεγχοι και εξισορροπήσεις, πολιτικές ηγεσίες που είναι αδιάλλακτοι υπερασπιστές των θεμιτών εθνικών συμφερόντων και επιστμονικοί έλεγχοι που περιθωριοποιούν τους "μεταμοντέρνους ρύπους"–, ενδέχεται να είχε επιλυθεί ένα δύσκολο διεθνές πρόβλημα και να είχε υπάρξει πρόοδος ειρήνης και σταθερότητας στην ευρύτερη περιφέρεια. Αυτό θα συνέβαινε αν η ελληνική πλευρά πρότασσε την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα ως προϋπόθεση υποβολής προτάσεων επίλυσης του κυπριακού.
Σκοπός ακριβώς του πέπλου σύγχυσης που απλώθηκε ήταν να αναιρεθεί η πολιτική για να εξυπηρετηθούν άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα που εκτείνονται από την διαιώνιση νεοιμπεριαλιστικών στρατιωτικών βάσεων στην Κύπρο μέχρι την εξυπηρέτηση των διεστραμμένων κερδοσκοπικών σκοπιμοτήτων κάποιου διεθνικού Σόρος. Για να επιτύχουν τέτοιοι πολιτικά μακάβριοι σκοποί έπρεπε να ακυρωθεί η πολιτική νομιμοποίηση που στηρίζει τα φιλειρηνικά και θεμιτά συμφέροντα σύμφωνα με την διεθνή νομιμότητα και να καλλιεργηθούν "μεταεθνικοί" και "μεταμοντέρνοι" μύθοι που αποπροσανατολίζουν την κοινωνία και νομιμοποιούν την πολιτική ανωμαλία. Είναι γνωστό, βεβαίως, ότι για κάποιους ανερμήνευτους λόγους που κρύβονται στον υπαρξιακό πυρήνα μιας βιώσιμης συλλογικότητας και που βγαίνουν στην επιφάνεια όταν κινδυνεύει, η κυπριακή κοινωνία στις 24 Απριλίου 2004 παραμέρισε τους διανοούμενούς της, τους περιδεείς πολιτικούς της ηγέτες και τους ακαδημαϊκούς της και ψήφισε υπέρ της επιβίωσής της.
Αν αντίστροφα, η πολιτική ήταν υγιής και εδραία εμπεδωμένη –πίστη και νομιμοφροσύνη στην εθνική ανεξαρτησία, ορθολογιστική λειτουργία των θεσμών, γνώση της διεθνούς νομιμότητας και του νομικοπολιτικού κεκτημένου της ΕΕ, συνειδητοποιημένοι και ορθά πληροφορημένοι πολίτες, αντικειμενικοί δημοσιογράφοι, σοβαροί ακαδημαϊκοί, αξιολογικά ελεύθεροι επιστήμονες, κοινοβούλιο που λειτουργεί και ελέγχει την πολιτική ηγεσία, κοινωνικοπολιτικοί έλεγχοι και εξισορροπήσεις, πολιτικές ηγεσίες που είναι αδιάλλακτοι υπερασπιστές των θεμιτών εθνικών συμφερόντων και επιστμονικοί έλεγχοι που περιθωριοποιούν τους "μεταμοντέρνους ρύπους"–, ενδέχεται να είχε επιλυθεί ένα δύσκολο διεθνές πρόβλημα και να είχε υπάρξει πρόοδος ειρήνης και σταθερότητας στην ευρύτερη περιφέρεια. Αυτό θα συνέβαινε αν η ελληνική πλευρά πρότασσε την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα ως προϋπόθεση υποβολής προτάσεων επίλυσης του κυπριακού.
Όμως, αυτή η επιστημονική οριοθέτηση με άμεσες και ορθολογιστικές πολιτικές προεκτάσεις έγινε μόνο μερικά χρόνια μετά (το 2005) από μια διεθνή ομάδα αντικειμενικών και αξιολογικά ελεύθερων επιστημόνων στο πλαίσιο της Επιτροπής για μια Ευρωπαϊκή λύση του Κυπριακού (η έκθεση είναι αναρτημένη στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.ifestos.edu.gr/32.htm).
Γιατί δεν έγιναν όλα αυτά την περίοδο 2001-2004;
Γιατί οι καλοπληρωμένοι έλληνες ακαδημαϊκοί των κοινωνικών επιστημών δεν το έκαναν την περίοδο 2000-2004 και γιατί οι νομικές υπηρεσίες των δημόσιων θεσμών δεν οριοθέτησαν την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα ως βάση επίλυσης ενός διεθνούς προβλήματος; Απάντηση θα υπάρξει αργά ή γρήγορα. Σίγουρα, όπως γίνεται κατανοητό, τα «συστήματα Σόρος» και οι σχετιζόμενοι με αυτούς ντόπιοι ΜΚΟ προτάσεων πολιτικής ήταν σε κάποια δόση και πάλι ενεργοί δράστες για τους ποταμούς επιστημονικού και πολιτικού ανορθολογισμού. Το ζήτημα είναι το πώς, μέχρι να εξεταστούν τα πλήρη αίτια και πριν υπάρξουν πολύ μεγαλύτερες ζημιές, θα αντιμετωπιστούν οι πολιτικές και επιστημονικές ανωμαλίες που ριζώνουν και αναπτύσσονται στους θεσμούς, στον ακαδημαϊκό χώρο και ευρύτερα στο ευρύτερο πολιτικό χώρο.
Υπό το πρίσμα των πιο πάνω επισημάνσεων, οποιοδήποτε κοινωνικοπολιτικό σύστημα που διαβρώθηκε πνευματικά και πολιτικά με αποτέλεσμα να βλέπει τον κόσμο ανάποδα, η παρακμή που ενσαρκώνεται στις σάπιες μεταμοντέρνες ιδέες κατά της συλλογικής ανθρώπινης ελευθερίας θα είναι ενδεχομένως ανεπίστροφη αν νομιμοποιείται επίπλαστα και ιδιαίτερα αν κυριαρχήσουν εξωπολιτικά κριτήρια και παράγοντες στους δημόσιους θεσμούς και στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η πλειονότητα πλέον κατά καιρούς θα αποφασίζει να αυτοκτονεί συλλογικά. Πνεύματα και σκέψεις που αλώθηκαν εξωγενώς και εξωπολιτικά θα δέχονται την ακύρωση της εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας, δηλαδή ακύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας-ελευθερίας, τουτέστιν στην δική μας περίπτωση την ακύρωση των αποτελεσμάτων του αγώνα ελευθερίας του 1821 για εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία σύμφωνα με την διεθνή νομιμότητα.
Μέχρι να πάθουμε μεγάλες ζημιές –κανείς μπορεί να θυμηθεί την Χούντα, τους πολλούς χειροκροτητές της Χούντας την περίοδο 1967-74, την απόλυτη υποταγή τον χρόνο της επικράτησης του δικτάτορα Ιωαννίδη και τους κωμικοτραγικούς πανηγυρισμούς αμέσως μετά γιατί δήθεν η εξέγερση των φοιτητών έφερε την δημοκρατία ενώ η αλήθεια πως την έφερε η καταστροφή της Κύπρου– μια διαδικαστική νομιμότητα και νομιμοποίηση θα συντηρεί τον πολιτικό ανορθολογισμό και την πολιτικό παραλογισμό.
Υπό το πρίσμα των πιο πάνω επισημάνσεων, οποιοδήποτε κοινωνικοπολιτικό σύστημα που διαβρώθηκε πνευματικά και πολιτικά με αποτέλεσμα να βλέπει τον κόσμο ανάποδα, η παρακμή που ενσαρκώνεται στις σάπιες μεταμοντέρνες ιδέες κατά της συλλογικής ανθρώπινης ελευθερίας θα είναι ενδεχομένως ανεπίστροφη αν νομιμοποιείται επίπλαστα και ιδιαίτερα αν κυριαρχήσουν εξωπολιτικά κριτήρια και παράγοντες στους δημόσιους θεσμούς και στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η πλειονότητα πλέον κατά καιρούς θα αποφασίζει να αυτοκτονεί συλλογικά. Πνεύματα και σκέψεις που αλώθηκαν εξωγενώς και εξωπολιτικά θα δέχονται την ακύρωση της εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας, δηλαδή ακύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας-ελευθερίας, τουτέστιν στην δική μας περίπτωση την ακύρωση των αποτελεσμάτων του αγώνα ελευθερίας του 1821 για εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία σύμφωνα με την διεθνή νομιμότητα.
Μέχρι να πάθουμε μεγάλες ζημιές –κανείς μπορεί να θυμηθεί την Χούντα, τους πολλούς χειροκροτητές της Χούντας την περίοδο 1967-74, την απόλυτη υποταγή τον χρόνο της επικράτησης του δικτάτορα Ιωαννίδη και τους κωμικοτραγικούς πανηγυρισμούς αμέσως μετά γιατί δήθεν η εξέγερση των φοιτητών έφερε την δημοκρατία ενώ η αλήθεια πως την έφερε η καταστροφή της Κύπρου– μια διαδικαστική νομιμότητα και νομιμοποίηση θα συντηρεί τον πολιτικό ανορθολογισμό και την πολιτικό παραλογισμό.
Ένας τέτοιος παραλογισμός θα ήταν να υποστηριχθεί πως είναι δήθεων νομιμοποιημένοι κάποιοι να συμμετέχουν ανενόχλητοι στους κρατικούς θεσμούς άμυνας, ασφάλειας και διπλωματίας, να μονοπωλούν τα μέσα ενημέρωσης, να γράφουν ιστορικές ανεκδοτολογίες και να εκτοξεύουν εξωπολιτικές «προτάσεις πολιτικής», την στιγμή που όλα αυτά σχετίζονται με διεθνικές εξωπολιτικές συναναστροφές, μεταξύ άλλων, με κερδοσκόπους, πρώην και νυν και ενδεχομένως αυτονομημένους αξιωματούχους «υπηρεσιών».
Είναι βεβαίως ελεύθεροι να συναναστρέφονται όποιον θέλουν και να έτσι να εκτίθενται όσο θέλουν. Οι δημόσιοι θεσμοί και το εκπαιδευτικό σύστημα, όμως, δεν πρέπει να επηρεάζονται και οι έχοντες την επιλογή να απορρίψουν μια τέτοια επιρροή θα πρέπει να διαφυλάξουν το δημόσιο συμφέρον παίρνοντας ορθολογιστικές αποφάσεις. Η ακαδημαϊκή κοινότητα, επίσης, θα πρέπει να εκπληρώσει το χρέος της κάνοντας επιστημονικούς ελέγχους που περιορίζουν αυτά τα φαινόμενα.
Ένα κράτος στο οποίο νοσηρά φαινόμενα βαθαίνουν και επεκτείνονται μόνο κατ’ όνομα είναι ανεξάρτητο και κυρίαρχο. [Η ανεξαρτησία μιας κυρίαρχης κοινωνίας, υπενθυμίζω, είναι έσχατη λογική που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα] Όταν η ανεξαρτησία μιας κοινωνίας συρρικνωθεί η αναξιοπρέπεια, η ανυποληψία και οι ζημιές παραμονεύουν σε κάθε έκφανση της ενδοκρατικής και διακρατικής της ζωής. Είτε λόγω εξάρτησης η πολιτεία θα υποκύπτει αναξιοπρεπώς και ζημιογόνα σε κάθε έξωθεν κατεξουσιαστική επιταγή είτε θα υπάρχουν σπασμωδικές αντιδράσεις που θα προκαλούν ταλαντώσεις μεταξύ πλήρους εγκατάλειψης και ακραίων αμυντικών συμπεριφορών (τέτοιες καταστάσεις, ακριβώς, είναι και τα αίτια στροφής της κοινωνίας προς εθνικιστικές-σοβινιστικές αμυντικές στάσεις). Ακόμη και μια κατά βάση βιώσιμη κοινωνία θα υπόκειται τις συνέπειες τέτοιων ταλαντώσεων αν στο επίπεδο των πνευματικών και πολιτικών ελίτ κυριαρχήσει ένα ομότροπα παρακμασμένο σύνολο που υπερίπταται της κοινωνίας και το οποίο είτε θα επηρεάζει διανεμητικά τις κοινωνικοπολιτικές επιλογές προς όφελος έξωθεν κατεξουσιαστικών αξιώσεων είτε θα εξωθεί σε πλήρη και ανορθολογική υποταγή σε πολιτικά προστάγματα εξωγενών και εξωκοινωνικών καταβολών.
Αν και το κέλυφος της πολιτικής νομιμοποίησης και της μακάβριας συναίνεσης του ομότροπα παρακμασμένου ηγετικού συνόλου θα προσδίδει νομιμότητα σε ιδέες, προτάσεις και πράξεις πολιτικά θανάσιμες, ο κατήφορος δεν θα σταματά χωρίς μεγάλες ζημιές όπως κοινωνική αναταραχή, απόλυτη ξένη εξάρτηση, απώλεια ζωτικών εξωτερικών ερεισμάτων, απειλές κατά ομοεθνών και ενδεχομένως απώλεια κυριαρχικού χώρου. Τέτοιες καταστροφές η Ελλάδα τις γνώρισε συχνά στο παρελθόν, γεγονός που ξενίζει γιατί δεν μάθαμε από τα παθήματά μας, το τι σημαίνει δηλαδή άσκοπη πολιτική υποδούλωση σε ξένα συμφέροντα εις βάρος της εθνικής ανεξαρτησίας. Αν βεβαίως πρόκειται για τα συμφέροντα κάποιου «διεθνικού συστήματος» όπου εντοπίζονται κερδοσκόποι όπως ο Σόρος, η ευτέλεια και η αναξιοπρέπεια δεν έχει όρια.
Το πιο σύνηθες σφάλμα με βαθύτερες προεκτάσεις είναι η ποικίλων βαθμίδων αμφισβήτηση της ίδιας της πατρίδας και των θεμιτών της συμφερόντων. Μια τέτοια «φιλοσοφική» στάση οδηγεί συνήθως σε προσφορά εκδουλεύσεων στις προαναφερθείσες διεθνοπολιτικές ύαινες και σε εύκολη προσχώρηση σε αυτοκαταστροφικά ιδεολογήματα και θεωρήματα που κυμαίνονται από την απόλυτη διαστροφή μέχρι την απόλυτη αφέλεια. Έτσι, μια κοινωνία και τα πολιτικά της ελίτ θα δέχονταν και θα διαφήμιζαν –αντί να εξαποστείλουν στο καλάθι των αχρήστων– συγγραφή ιστορικής ανεκδοτολογίας σε διαδικασίες όπου εμπλέκεται το «σύστημα Σόρος».
Ένα κράτος στο οποίο νοσηρά φαινόμενα βαθαίνουν και επεκτείνονται μόνο κατ’ όνομα είναι ανεξάρτητο και κυρίαρχο. [Η ανεξαρτησία μιας κυρίαρχης κοινωνίας, υπενθυμίζω, είναι έσχατη λογική που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα] Όταν η ανεξαρτησία μιας κοινωνίας συρρικνωθεί η αναξιοπρέπεια, η ανυποληψία και οι ζημιές παραμονεύουν σε κάθε έκφανση της ενδοκρατικής και διακρατικής της ζωής. Είτε λόγω εξάρτησης η πολιτεία θα υποκύπτει αναξιοπρεπώς και ζημιογόνα σε κάθε έξωθεν κατεξουσιαστική επιταγή είτε θα υπάρχουν σπασμωδικές αντιδράσεις που θα προκαλούν ταλαντώσεις μεταξύ πλήρους εγκατάλειψης και ακραίων αμυντικών συμπεριφορών (τέτοιες καταστάσεις, ακριβώς, είναι και τα αίτια στροφής της κοινωνίας προς εθνικιστικές-σοβινιστικές αμυντικές στάσεις). Ακόμη και μια κατά βάση βιώσιμη κοινωνία θα υπόκειται τις συνέπειες τέτοιων ταλαντώσεων αν στο επίπεδο των πνευματικών και πολιτικών ελίτ κυριαρχήσει ένα ομότροπα παρακμασμένο σύνολο που υπερίπταται της κοινωνίας και το οποίο είτε θα επηρεάζει διανεμητικά τις κοινωνικοπολιτικές επιλογές προς όφελος έξωθεν κατεξουσιαστικών αξιώσεων είτε θα εξωθεί σε πλήρη και ανορθολογική υποταγή σε πολιτικά προστάγματα εξωγενών και εξωκοινωνικών καταβολών.
Αν και το κέλυφος της πολιτικής νομιμοποίησης και της μακάβριας συναίνεσης του ομότροπα παρακμασμένου ηγετικού συνόλου θα προσδίδει νομιμότητα σε ιδέες, προτάσεις και πράξεις πολιτικά θανάσιμες, ο κατήφορος δεν θα σταματά χωρίς μεγάλες ζημιές όπως κοινωνική αναταραχή, απόλυτη ξένη εξάρτηση, απώλεια ζωτικών εξωτερικών ερεισμάτων, απειλές κατά ομοεθνών και ενδεχομένως απώλεια κυριαρχικού χώρου. Τέτοιες καταστροφές η Ελλάδα τις γνώρισε συχνά στο παρελθόν, γεγονός που ξενίζει γιατί δεν μάθαμε από τα παθήματά μας, το τι σημαίνει δηλαδή άσκοπη πολιτική υποδούλωση σε ξένα συμφέροντα εις βάρος της εθνικής ανεξαρτησίας. Αν βεβαίως πρόκειται για τα συμφέροντα κάποιου «διεθνικού συστήματος» όπου εντοπίζονται κερδοσκόποι όπως ο Σόρος, η ευτέλεια και η αναξιοπρέπεια δεν έχει όρια.
Το πιο σύνηθες σφάλμα με βαθύτερες προεκτάσεις είναι η ποικίλων βαθμίδων αμφισβήτηση της ίδιας της πατρίδας και των θεμιτών της συμφερόντων. Μια τέτοια «φιλοσοφική» στάση οδηγεί συνήθως σε προσφορά εκδουλεύσεων στις προαναφερθείσες διεθνοπολιτικές ύαινες και σε εύκολη προσχώρηση σε αυτοκαταστροφικά ιδεολογήματα και θεωρήματα που κυμαίνονται από την απόλυτη διαστροφή μέχρι την απόλυτη αφέλεια. Έτσι, μια κοινωνία και τα πολιτικά της ελίτ θα δέχονταν και θα διαφήμιζαν –αντί να εξαποστείλουν στο καλάθι των αχρήστων– συγγραφή ιστορικής ανεκδοτολογίας σε διαδικασίες όπου εμπλέκεται το «σύστημα Σόρος».
Αυτονόητα, ένα τέτοιο προϊόν θα κηρύττει κατά βάση αντικοινωνικά δόγματα απόρροια εξεζητημένων πολιτισμικών κατασκευών και στρεβλών ιστορικών παραστάσεων που πασίδηλα αντιβαίνουν στην ιστορική αυτογνωσία των λαών και που είναι ασύμβατα με την αυταπόδεικτη διϋποκειμενική ιστορική εμπειρία. Αυτή η κοινωνική ασθένεια καθίσταται επάρατος νόσος, βεβαίως, αν τέτοια πνευματικά σκουπίδια διοχετευτούν όχι μόνο στα Πανεπιστήμια –εκεί τουλάχιστον τα θύματα είναι ενήλικες και όχι σπάνια υποψιασμένοι– αλλά και στην δημοτική και μέση εκπαίδευση. Έτσι, στο όνομα της «ανοικτής κοινωνίας» –και ακόμη πιο μακάβρια στο όνομα της «κοινωνίας των πολιτών»– μια κοινωνία θα μπορούσε να καταστεί θλιβερό υποχείριο εξωγενών και διεθνικών εξωπολιτικών αποφάσεων που θα θρέφουν και αναπαράγουν την παρακμή και την εξάρτηση.
Ήδη, μερικά πρώην κράτη και νυν κρατίδια της περιοχής μας εξελίσσονται σε είδος κερδοσκοπικών υποκαταστημάτων των ιδρυμάτων Σόρος. Στους χρηματοδοτούμενους από τον Σόρος διεθνικούς οργανισμούς και τα προϊόντα του δαιδαλώδους δικτύου «ερευνητικών προγραμμάτων» που δύσκολα ανιχνεύονται, παρασύρθηκαν και συμμετέχουν ενδεχομένως «ανυποψίαστες» τράπεζες, κρατικοί θεσμοί, διεθνείς θεσμοί, ακαδημαϊκοί και οπωσδήποτε ανυποψίαστοι νεαροί που έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές τους δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν το υπόβαθρο των διεθνοπολιτικών παρασκηνίων, κερδοσκοπικών και άλλων. Τα προϊόντα αυτού του εν πολλοίς εξωκοινωνικού και διεθνικού εξωπολιτικού συστήματος εύκολα διαχέονται και διασπείρονται στα πανεπιστήμια, στο υπόλοιπο εκπαιδευτικό σύστημα, στα μέσα ενημέρωσης και στο σύστημα θεσμών και αποφάσεων προκαλώντας αναδιανεμητικά αποτελέσματα βαθύτατων συνεπειών.
Η πολιτική, με την προαναφερθείσα κλασσική, διαχρονικά αναλλοίωτη, καθολική και οικουμενικά αποδεκτή έννοιά της, δηλαδή της πραγμάτωσης του κατ’ αλήθειαν πολιτειακού βίου υπό καθεστώς ανεξαρτησίας –στην κλασική εποχή το ιδεώδες της ανεξαρτησίας, στην σημερινή εποχή το διεθνές δίκαιο–,θα αντικατασταθεί με προκατασκευασμένες προγραμματικές εξαγγελίες που εκπληρώνουν αλλότρια, άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα εξωγενών και εξωπολιτικών καταβολών.
Ήδη, μερικά πρώην κράτη και νυν κρατίδια της περιοχής μας εξελίσσονται σε είδος κερδοσκοπικών υποκαταστημάτων των ιδρυμάτων Σόρος. Στους χρηματοδοτούμενους από τον Σόρος διεθνικούς οργανισμούς και τα προϊόντα του δαιδαλώδους δικτύου «ερευνητικών προγραμμάτων» που δύσκολα ανιχνεύονται, παρασύρθηκαν και συμμετέχουν ενδεχομένως «ανυποψίαστες» τράπεζες, κρατικοί θεσμοί, διεθνείς θεσμοί, ακαδημαϊκοί και οπωσδήποτε ανυποψίαστοι νεαροί που έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές τους δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν το υπόβαθρο των διεθνοπολιτικών παρασκηνίων, κερδοσκοπικών και άλλων. Τα προϊόντα αυτού του εν πολλοίς εξωκοινωνικού και διεθνικού εξωπολιτικού συστήματος εύκολα διαχέονται και διασπείρονται στα πανεπιστήμια, στο υπόλοιπο εκπαιδευτικό σύστημα, στα μέσα ενημέρωσης και στο σύστημα θεσμών και αποφάσεων προκαλώντας αναδιανεμητικά αποτελέσματα βαθύτατων συνεπειών.
Η πολιτική, με την προαναφερθείσα κλασσική, διαχρονικά αναλλοίωτη, καθολική και οικουμενικά αποδεκτή έννοιά της, δηλαδή της πραγμάτωσης του κατ’ αλήθειαν πολιτειακού βίου υπό καθεστώς ανεξαρτησίας –στην κλασική εποχή το ιδεώδες της ανεξαρτησίας, στην σημερινή εποχή το διεθνές δίκαιο–,θα αντικατασταθεί με προκατασκευασμένες προγραμματικές εξαγγελίες που εκπληρώνουν αλλότρια, άνομα και καταχρηστικά συμφέροντα εξωγενών και εξωπολιτικών καταβολών.
Θα έχουν προηγηθεί ανθρωπολογικές, θρησκευτικές και πολιτισμικές αλλοιώσεις και διαβρώσεις ενάντια στις οποίες η ολοένα και περισσότερο απονευρωμένη και πατερναλιστικά ελεγχόμενη κοινωνία θα είναι αδύνατο να αντισταθεί.
Δηλαδή, επαναλαμβάνεται, σηματοδοτείται έτσι η οπισθοδρόμηση σε προ-πολιτικές καταστάσεις με αποτέλεσμα ανήμπορους κοινωνικοπολιτικούς σχηματισμούς έξωθεν εξαρτώμενους και έξωθεν κατευθυνόμενους από διεθνικούς οργανισμούς που σχετίζονται με διεθνικούς κερδοσκόπους, κατεξουσιαστικές ηγεμονικές αξιώσεις και ντόπια θλιβερούς μεταπράτες εξωπολιτικών «προτάσεων πολιτικής».
Ίσαμε τις ακραίες συνέπειες τέτοιων διεθνοπολιτικών και ενδοκρατικών ανωμαλιών που νοθεύουν και διαστρέφουν την έννοια της πολιτικής, οδηγούμαστε στην υποβάθμιση της κλασικής έννοιας του πολίτη και στην μετατροπή του σε απρόσωπη μονάδα, πνευματικά απονευρωμένη, χωρίς ιστορική συνείδηση, χωρίς ταυτότητα, χωρίς συγκροτημένο Πολιτειακό πολιτισμό και έρμαιο κερδοσκοπικών αξιώσεων, ηγεμονικών αξιώσεων και σχεδιασμών που αποσκοπούν σε άνομες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Ακόμη, τον καθιστούν έρμαιο ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένων επικοινωνιακών τεχνασμάτων που θα τον καταναγκάζουν να αισθάνεται ένοχος και ταυτόχρονα ευγνώμων που έστω και υποτελής είναι τουλάχιστον βιολογικά ζωντανός. Αυτές είναι αναμενόμενες καταστάσεις αν ενώσουν τις δυνάμεις τους άτομα ή ομάδες που υπό τις προαναφερθείσες πολιτικά ανώμαλες συνθήκες απλώνουν ένα πέπλο αυτοαναφορικής προπαγάνδας επαναλαμβανόμενων αναληθών ισχυρισμών που συνοδεύονται από προπαγανδιστικά συνθήματα ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένα.
Μήπως όμως στην Ελλάδα του 21ου αιώνα όλα αυτά είναι ήδη γεγονός; Η απάντηση είναι ενδεχομένως καταφατική, αν λάβουμε υπόψη πως συχνά ακούμε πως οι έλληνες φταίνε δήθεν για το κυπριακό, φταίνε δήθεν για το Αιγαίο, φταίνε δήθεν για το μακεδονικό, είναι δήθεν ρατσιστές, είναι δήθεν ξενοφοβικοί, οι ήρωες της ελευθερίας είναι δήθεν ψεύτικες κατασκευές, φταίνε δήθεν εν τέλει για την ελληνική επανάσταση κατά της αγαθής και αγαθοεργούς Οθωμανικής αυτοκρατορίας και γι’ αυτό, εξυπακουόμενα, είναι δήθεν ανάξιοι να είναι ανεξάρτητοι.
Πρέπει λοιπόν προγραμματικά να υποβαθμιστούν τα επικά γεγονότα (μιας και η ελευθερία δεν τους άξιζε), να τονιστούν οι εμφύλιοι πόλεμοι (μιας και αυτό υπονομεύει την ενότητά τους) και να εξεταστούν τα τοπικά γεγονότα (μιας και αυτό θα συντείνει στην εκπλήρωση των μεταμοντέρνων σκοπών για αποσυναρμολόγηση και διάλυση των εθνών-κρατών) Αυτά περίπου θα μπορούσε(;) να υποβάλει στο υποσυνείδητο της χειμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας η συναρτημένη με τις «ερευνητικές ομάδες της ανοικτής κοινωνίας» ύστερη εκδοχή ιστορικής ανεκδοτολογίας και διεθνολογικού τσαρλατανισμού, η οποία αρχίζοντας από την πανεπιστημιακή μόρφωση ενδέχεται να ρέει πλέον και στα υπόλοιπα στρώματα του εκπαιδευτικού συστήματος.