Η συνειδητή επιστημολογική επιλογή υποβάθμισης των επικών αγώνων ελευθερίας είναι όντως μια αφελής ομολογία που καταμαρτυρεί το μέγεθος του προβλήματος και την έκταση της πνευματικής παρακμής στον χώρο των κοινωνικών επιστημών. Φθάσαμε όντως στην έσχατη κατάντια κάποια ή κάποιος να δηλώνει προγραμματικά ότι θα συγγράψει ιστορία σύμφωνα με τις ιδεολογικές ορέξεις της καθεμιάς ή του καθενός......
–«υποβάθμιση επικών αγώνων, τονισμός τοπικών γεγονότων και έμφαση στους εμφύλιους πολέμους"–, και αυτό να μην τυγχάνει αυστηρότατων επιστημονικών και κοινωνικών ελέγχων. Όμως, δεν πρόκειται μόνο για το γεγονός ότι αποτελεί πρόβλημα η υποβάθμιση της οντολογικού περιεχομένου και ηθικά αμάχητης αξίωσης ελευθερίας και εθνικής ανεξαρτησίας στην βάση ολοφάνερα διάτρητων επιστημολογικών επιλογών. Είναι επίσης και το γεγονός ότι στόχοι τέτοιων ακαδημαϊκά αντιδεοντολογικών και επιστημονικά διάτρητων ιστοριογραφημάτων είναι οι κοινωνικές αντιστάσεις κατά των συχνών εξωγενών κατεξουσιαστικών αξιώσεων.
Για να το επιτύχουν, οι «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» –διότι κατ’ ουσία περί αυτού του διεθνοαναρχικού ρεύματος σκέψης πρόκειται, βλ. ξεχωριστό σημείωμα– στοχεύουν συνειδητά στον κοσμοθεωρητικό αφοπλισμό των κοινωνιών-στόχων, δηλαδή εκείνων των κοινωνιών που δεν διαθέτουν μια εύρωστη πνευματική και επιστημονική κοινότητα. Εκθεμελιώνοντας τα κοσμοθεωρητικά θεμέλια, σημαίνει βασικά εκθεμελίωση της ιστορικής αυτογνωσίας και εκμάθηση της κοινωνίας να σκέφτεται στρεβλά για την εξωτερική πολιτική. Υπονομεύοντας την κύρια ιδιότητα των σύγχρονων Πολιτειών, δηλαδή την κοινωνική ετερότητα που πλήττεται με ονοματολογίες που εκτοξεύονται ως κατηγορίες όπως «εθνοκεντρισμός» -τις οποίες αυθαίρετα χαρακτηρίζουν αρνητικά- οι δράστες της διεθνολογικής και ιστοριογραφικής παρακμής δεν προκαλούν, όπως ενδεχομένως θα ήθελαν, μια οποιαδήποτε διεθνή κοσμογονία που θα έφερνε ένα καινούργιο κόσμο απαλλαγμένου από τα αίτια πολέμου.
–«υποβάθμιση επικών αγώνων, τονισμός τοπικών γεγονότων και έμφαση στους εμφύλιους πολέμους"–, και αυτό να μην τυγχάνει αυστηρότατων επιστημονικών και κοινωνικών ελέγχων. Όμως, δεν πρόκειται μόνο για το γεγονός ότι αποτελεί πρόβλημα η υποβάθμιση της οντολογικού περιεχομένου και ηθικά αμάχητης αξίωσης ελευθερίας και εθνικής ανεξαρτησίας στην βάση ολοφάνερα διάτρητων επιστημολογικών επιλογών. Είναι επίσης και το γεγονός ότι στόχοι τέτοιων ακαδημαϊκά αντιδεοντολογικών και επιστημονικά διάτρητων ιστοριογραφημάτων είναι οι κοινωνικές αντιστάσεις κατά των συχνών εξωγενών κατεξουσιαστικών αξιώσεων.
Για να το επιτύχουν, οι «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» –διότι κατ’ ουσία περί αυτού του διεθνοαναρχικού ρεύματος σκέψης πρόκειται, βλ. ξεχωριστό σημείωμα– στοχεύουν συνειδητά στον κοσμοθεωρητικό αφοπλισμό των κοινωνιών-στόχων, δηλαδή εκείνων των κοινωνιών που δεν διαθέτουν μια εύρωστη πνευματική και επιστημονική κοινότητα. Εκθεμελιώνοντας τα κοσμοθεωρητικά θεμέλια, σημαίνει βασικά εκθεμελίωση της ιστορικής αυτογνωσίας και εκμάθηση της κοινωνίας να σκέφτεται στρεβλά για την εξωτερική πολιτική. Υπονομεύοντας την κύρια ιδιότητα των σύγχρονων Πολιτειών, δηλαδή την κοινωνική ετερότητα που πλήττεται με ονοματολογίες που εκτοξεύονται ως κατηγορίες όπως «εθνοκεντρισμός» -τις οποίες αυθαίρετα χαρακτηρίζουν αρνητικά- οι δράστες της διεθνολογικής και ιστοριογραφικής παρακμής δεν προκαλούν, όπως ενδεχομένως θα ήθελαν, μια οποιαδήποτε διεθνή κοσμογονία που θα έφερνε ένα καινούργιο κόσμο απαλλαγμένου από τα αίτια πολέμου.
Το έθνος-κράτος, είναι και θα παραμείνει η βασική μονάδα και το καθεστώς των διεθνών σχέσεων. Ο εθνοκεντρισμός ως φιλοπατρία, καθώς επίσης και η προσήλωση στην κοινωνική ετερότητα, είναι και θα παραμείνουν τα κύρια γνωρίσματα του διεθνούς συστήματος. Έμμονες ιδεολογικές προκαταλήψεις υπέρ της επιστροφής στην εποχή των αυτοκρατοριών ή υπέρ του κατακερματισμού των κρατών στην βάση των τοπικών πολιτισμών και η επιστροφή στον Μεσαίωνα, μόνο ανόητες και αφελείς μπορούν να θεωρηθούν. Το ίδιο ανόητη και αφελής είναι κάθε διεθνιστική ή κοσμοπολίτικη ιδέα για κατάργηση των εθνών-κρατών και η κοινωνική εξομοίωση του πλανήτη μέσα από την πνευματική καταστροφή των κοσμοθεωρητικών και ηθικών περιεχομένων των σημερινών βαθύτατα διαμορφωμένων κοινωνιών. Ο κόσμος είναι θα να συνεχίσει να είναι ολοένα και θα βαθύτερα εθνοκεντρικός.
Όχι «εθνοκεντρικός» με την διεστραμμένη έννοια που προσδίδουν στις σύγχρονες κοινωνίες οι «κριτικοί κονστρουκτιβιστές» αλλά με την έννοια της κοινωνικής ετερότητας και της προσήλωσης των λαών στην ανάδειξη και εφαρμογή των κατακτήσεων του πολιτικού πολιτισμού των ανθρώπων. Για να το θέσουμε διαφορετικά, διεθνές καθεστώς εναλλακτικό της κυριαρχίας και του έθνους-κράτους ως κύρια συλλογική μονάδα δεν μπορεί να υπάρξει επειδή η ιστορία –και η ιδέα της ελευθερίας-ανεξαρτησίας που ενσαρκώνει το έθνος-κράτος και που αναγνωρίζει το διεθνές δίκαιο– δεν αντιστρέφεται. Γι’ αυτό, όσο περισσότερο βαθαίνει το εθνικό-κρατικό σύστημα τόσο περισσότερο θα προοδεύει ο σύγχρονος κόσμος και τόσο καλύτερα θα αντιμετωπίζονται τα αίτια πολέμου. Το πρόβλημα δεν είναι το φιλειρηνικό ανεξάρτητο έθνος-κράτος –και η συντριπτική πλειονότητα των κρατών είναι φιλειρηνικά– αλλά τα αίτια πολέμου τα οποία κείνται μεταξύ του διεθνούς δικαίου και της σταθερότητας (βλ. πίνακα πιο πάνω)
Εναλλακτικά διεθνή σχήματα πρέπει να αναζητηθούν όχι στην καταστροφή του σύγχρονου διεθνούς συστήματος (το οποίο είναι θεμελιωμένο στην ιδέα της ελευθερίας-ανεξαρτησίας), αλλά στην αναζήτηση ορθολογιστικής διεθνούς διακυβέρνησης. Δηλαδή, της διεθνούς διακυβέρνησης που θα διεξάγεται σύμφωνα με το πνεύμα και το γράμμα του διεθνούς δικαίου και των καταστατικών διατάξεων των διεθνών θεσμών. Αναμφίβολα, βρισκόμαστε πολύ μακριά από την στιγμή που θα εξαλειφτούν τα αίτια πολέμου, θα εφαρμοστεί ευθύγραμμα το διεθνές δίκαιο και θα διασφαλιστεί μια ορθολογιστική διεθνής διακυβέρνηση. Μέχρι τότε, η πατρίδα κάθε λαού είναι το ιερό του άσυλο και ο θεσμός συλλογικής ελευθερίας. Γι’ αυτό υπέρτατο κριτήριο ηθικής εξωτερικής πολιτικής και δεσμευτικό δεοντολογικό κριτήριο κάθε επιστημονικής ενασχόλησης είναι ο απόλυτος σεβασμός της οντολογικού περιεχομένου αξίωσης ελευθερίας κάθε κοινωνίας όπως ενσαρκώνεται στην έννοια της εθνικής ανεξαρτησίας.
Αν βεβαίως κάποιος γνωρίζει κάτι περισσότερο πέραν διεστραμμένων εξομοιωτικών διεθνιστικών ιδεολογημάτων και μπορεί να θεμελιώσει την δυνατότητα μιας μη γενοκτονικής κοινωνικής και κοινωνικοπολιτικής εξομοίωσης του πλανήτη είναι ελεύθερος να μας το πει. Αρκετά όμως δεν ταλαιπωρήθηκαν οι κοινωνίες από μεταφυσικά προσδιορισμένα εξομοιωτικά θεωρήματα και ιδεολογήματα: «εταιρικές κοινωνίες», «υλιστική ενοποίηση του κόσμου» και κάθε άλλη μεταφυσικά προσδιορισμένη νοηματοδότηση της συλλογικής ανθρώπινης ζωής που αντιβαίνει στον θεμελιώδη και σήμερα οντολογικά θεμελιωμένο κοινωνιοκεντρικό χαρακτήρα της.
Δεν είναι λοιπόν διόλου τυχαίο το γεγονός της ύστερης εξομοιωτικής μόδας που θέλει τα βαθύτατα διαμορφωμένα και κυρίαρχα κοινωνικά σύνολα να μετατραπούν υποχείρια και ιδεολογικά πειραματόζωα κάποιου «συστήματος Σόρος». Κάποιου συστήματος, επαναλαμβάνεται, το οποίο εξυπηρετεί ένα ευρύ φάσμα εξωκοινωνικών και διεθνικών εξωπολιτικών συμφερόντων που ταυτίζονται ή υπηρετούν το μεγαλύτερο αίτιο πολέμου, τις ηγεμονικές αξιώσεις που διευκολύνονται με την κοσμοθεωρητική και ηθική αποδυνάμωση των λιγότερο ισχυρών κυρίαρχων κρατών.
Εναλλακτικά διεθνή σχήματα πρέπει να αναζητηθούν όχι στην καταστροφή του σύγχρονου διεθνούς συστήματος (το οποίο είναι θεμελιωμένο στην ιδέα της ελευθερίας-ανεξαρτησίας), αλλά στην αναζήτηση ορθολογιστικής διεθνούς διακυβέρνησης. Δηλαδή, της διεθνούς διακυβέρνησης που θα διεξάγεται σύμφωνα με το πνεύμα και το γράμμα του διεθνούς δικαίου και των καταστατικών διατάξεων των διεθνών θεσμών. Αναμφίβολα, βρισκόμαστε πολύ μακριά από την στιγμή που θα εξαλειφτούν τα αίτια πολέμου, θα εφαρμοστεί ευθύγραμμα το διεθνές δίκαιο και θα διασφαλιστεί μια ορθολογιστική διεθνής διακυβέρνηση. Μέχρι τότε, η πατρίδα κάθε λαού είναι το ιερό του άσυλο και ο θεσμός συλλογικής ελευθερίας. Γι’ αυτό υπέρτατο κριτήριο ηθικής εξωτερικής πολιτικής και δεσμευτικό δεοντολογικό κριτήριο κάθε επιστημονικής ενασχόλησης είναι ο απόλυτος σεβασμός της οντολογικού περιεχομένου αξίωσης ελευθερίας κάθε κοινωνίας όπως ενσαρκώνεται στην έννοια της εθνικής ανεξαρτησίας.
Αν βεβαίως κάποιος γνωρίζει κάτι περισσότερο πέραν διεστραμμένων εξομοιωτικών διεθνιστικών ιδεολογημάτων και μπορεί να θεμελιώσει την δυνατότητα μιας μη γενοκτονικής κοινωνικής και κοινωνικοπολιτικής εξομοίωσης του πλανήτη είναι ελεύθερος να μας το πει. Αρκετά όμως δεν ταλαιπωρήθηκαν οι κοινωνίες από μεταφυσικά προσδιορισμένα εξομοιωτικά θεωρήματα και ιδεολογήματα: «εταιρικές κοινωνίες», «υλιστική ενοποίηση του κόσμου» και κάθε άλλη μεταφυσικά προσδιορισμένη νοηματοδότηση της συλλογικής ανθρώπινης ζωής που αντιβαίνει στον θεμελιώδη και σήμερα οντολογικά θεμελιωμένο κοινωνιοκεντρικό χαρακτήρα της.
Δεν είναι λοιπόν διόλου τυχαίο το γεγονός της ύστερης εξομοιωτικής μόδας που θέλει τα βαθύτατα διαμορφωμένα και κυρίαρχα κοινωνικά σύνολα να μετατραπούν υποχείρια και ιδεολογικά πειραματόζωα κάποιου «συστήματος Σόρος». Κάποιου συστήματος, επαναλαμβάνεται, το οποίο εξυπηρετεί ένα ευρύ φάσμα εξωκοινωνικών και διεθνικών εξωπολιτικών συμφερόντων που ταυτίζονται ή υπηρετούν το μεγαλύτερο αίτιο πολέμου, τις ηγεμονικές αξιώσεις που διευκολύνονται με την κοσμοθεωρητική και ηθική αποδυνάμωση των λιγότερο ισχυρών κυρίαρχων κρατών.
Ο θεσμός συλλογικής ελευθερίας των τελευταίων –το έθνος-κράτος– και οι αντιστάσεις που στηρίζουν την ανεξαρτησία του, εδράζονται πάνω στις έσχατες κοσμοθεωρητικές παραδοχές οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στον αγώνα ελευθερίας-ανεξαρτησίας. Γι’ αυτό, δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι τα επιστημονικά μεταμφιεσμένα ύστερα διεθνοαναρχικά ιδεολογήματα που συνομαδώνονται στους μεταμοντέρνους κριτικούς κονστρουκτιβιστικούς παραλογισμούς (βλ. παράρτημα), κατά κύριο λόγο στοχεύουν τον πυρήνα των έσχατων κοσμοθεωρητικών παραδοχών με την υπονόμευση της «εθνοκεντρικής» νοηματοδότησής τους. Όταν ροκανίζονται οι επικές μνήμες που λύτρωσαν τους λαούς από τους δυναστικούς κατεξουσιασμούς, βάλλονται έτσι στον πυρήνα τους το φρόνημα και η πίστη των μελών της κοινωνίας που αποδυναμωμένες πλέον γίνονται εύκολη βορά της κάθε ηγεμονικής ή κερδοσκοπικής ύαινας. Διόλου τυχαία, τα ίδια επιστημονικά μεταμφιεσμένα ρυπογραφήματα καταβάλλουν προγραμματικά διακηρυγμένη προσπάθεια εξεζητημένου εξωραϊσμού των δυναστικών αυτοκρατορικών συστημάτων, στην περίπτωσή μας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Κανείς δεν έχει την πολυτέλεια (ή ακόμη και το ηθικό δικαίωμα) να λησμονεί το διυποκειμενικό ιστορικό γεγονός ότι ο κάθε αγώνας ελευθερίας-ανεξαρτησίας είναι η υπέρτατη στιγμή μιας κυρίαρχης συλλογικής οντότητας. Ως προς ένα τουλάχιστον ζήτημα, επιπλέον, ο αγώνας ελευθερίας-ανεξαρτησίας δεν επιδέχεται παρά μόνο μια ανάγνωση: Αναπόδραστα, σε κάθε αγώνα ανεξαρτησίας από την μια πλευρά βρίσκονται ηθικά αμάχητοι αγωνιστές της ελευθερίας των οποίων οι ατομικές και ανθρώπινες αδυναμίες καθαγιάζονται από την οντολογικού περιεχομένου αξίωση ελευθερίας και από την άλλη πλευρά το πολυεθνικό κατεξουσιαστικό σύστημα με τον οποίο κανένας απολύτως ηθικός ή επιστημονικός συμβιβασμός δεν χωρεί. Η θανάσιμη σύγκρουση μεταξύ της δυναστικής πολυεθνικής αυτοκρατορίας και των αγωνιστών της ελευθερίας είναι απόλυτη διϋποκειμενική αλήθεια ηθικά αμάχητη που δημιουργεί επιστημονική δεοντολογία για κάθε ιστορικό ή άλλο επιστήμονα. Είναι επίσης διϋποκειμενική αλήθεια βαθύτατα ριζωμένη σε κάθε κυρίαρχη κοινωνία μπροστά στην οποία κάθε επιστήμονας ή «επιστήμονας» είναι δεοντολογικά και ηθικά υποχρεωμένος να γονατίζει, να σέβεται και με δέος να αναλογίζεται το γεγονός ότι ο ίδιος μπροστά στην αξίωση ελευθερίας-ανεξαρτησίας είναι σπιθαμιαίου ηθικού αναστήματος.
Για τους πιο πάνω και για πολλούς άλλους εξαιρετικά σημαντικούς λόγους που αφορούν τον πυρήνα της σύγχρονης τάξης, της σύγχρονης δικαιοσύνης και της σύγχρονης διεθνούς ηθικής όπως ενσωματώνονται στους θεσμούς του έθνους-κράτους, στην κυριαρχία τους και στο πνεύμα και το γράμμα του διεθνούς δικαίου, είναι αναγκαίο κάποιος να διακρίνει μεταξύ κάποιων ιστορικών ανακριβειών ή λεκτικών υπερβολών –μερικές φορές κοινωνικά κατασκευασμένων για να στηρίξουν τους αγώνες ανεξαρτησίας που ακολούθησαν τους αγώνες ελευθερίας-ανεξαρτησίας, και οι οποίες, σε κάθε περίπτωση, είναι ανώδυνες για άλλους λαούς αν οι ίδιοι σήμερα συμπεριφέρονται φιλειρηνικά– και ιστορικών διαστροφών που μετατρέπουν την ιστορική συγγραφή σε απολογία των δυναστικών-ανελεύθερων καθεστώτων του παρελθόντος. Αυτά τα δυναστικά καθεστώτα, τα οποία φαίνεται πως κάποιοι αναπολούν και νοσταλγούν μαζοχιστικά, αποσυναρμολογήθηκαν και διαλύθηκαν ανεπίστροφα στην φάση των ιστορικών αγώνων ελευθερίας. Δυστυχώς αν και διόλου τυχαία, απολογητές των δυναστικών καθεστώτων δύσκολα βρίσκει κανείς στο εσωτερικό των κοινωνιών των κρατών που διαδέχθηκαν τις ηγεμονικές αυτοκρατορίες, ενώ βρίσκει πάρα πολλούς στις μικρότερες και παραπαίουσες ασθενείς κοινωνίες.
Δεν είναι λοιπόν χωρίς λόγο, επαναλαμβάνεται, που οι υπονομευτές της ανεξαρτησίας των λιγότερο ισχυρών κρατών –είτε πρόκειται για υπαλλήλους ηγεμονικών κρατών, είτε για κάποιο «σύστημα Σόρος» ή για χρηματοδοτούμενα ακαδημαϊκά παρακολουθήματα του τελευταίου ή άλλων αδιαφανών διεθνικών δρώντων του διεθνούς συστήματος– στοχεύει τον πυρήνα όλων των κοινωνικών αντιστάσεων, δηλαδή τις έσχατες κοσμοθεωρητικές κατασκευές, τις κοσμοεικόνες, τις πολιτικές διαμορφώσεις, τα ανθρωπολογικά συστήματα και την ιστορική αυτογνωσία. Στην κομβική ιστορική στιγμή του αγώνα ελευθερίας-κυριαρχίας κάθε κοινωνικής ένωσης αποφασίζονται, διαμορφώνονται, σμιλεύονται και θεμελιώνονται οντολογικά τα κοσμοθεωρητικά θεμέλια, δηλαδή οι κεντρικοί πολιτισμικοί, πνευματικοί, ανθρωπολογικοί και άλλοι συλλογικοί στρατηγικοί προσανατολισμοί. Εν τέλει, ενώ ο σεβασμός της ηθικά αμάχητης αξίωσης ελευθερίας και της συνεπακόλουθης αξίωσης ανεξαρτησίας –που εξάλλου αποτελεί κύρια αποστολή των θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου– είναι δεοντολογική υποχρέωση κάθε κοινωνικού επιστήμονα. Το αντίστροφο, δηλαδή η περιφρόνησή του ή η σκόπιμη υποβάθμισή τους ματαιώνει και μηδενίζει εκ προοιμίου κάθε αξίωση επιστημονικών προδιαγραφών.
Είναι σε κάθε περίπτωση κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους μεγαλομανείς διεθνικοί κερδοσκόποι και διεθνοπολιτικοί πράκτορες των ηγεμονικών αξιώσεων χρηματοδοτούν ιστοριογραφήματα που βάλλουν κατά του πυρήνα των αξιώσεων ελευθερίας, δηλαδή κατά του θεσμού συλλογικής ελευθερίας και διεθνούς τάξης-δικαιοσύνης που τις ενσαρκώνει και που επικράτησε να ονομάζεται έθνος-κράτος. Δεν είναι όμως κατανοητό γιατί να συνδράμουν με συνχρηματοδοτήσεις τέτοια ανοσιουργήματα δημόσιοι θεσμοί, διεθνείς θεσμοί, επιχειρηματίες, εφοπλιστές και κοινωφελή ιδρύματα.
Ίσως είναι σκόπιμο να τονιστεί το ιστορικό γεγονός ότι στην πορεία των τελευταίων αιώνων, η συντριβή των πολυεθνικών αυτοκρατορικών συστημάτων μπροστά τις αξιώσεις και στους αγώνες ελευθερίας, προκάλεσε κοσμογονία τάξης και δικαιοσύνης που μόνο συνειδητοί ή αφελείς νοσταλγοί της βαρβαρότητας και του μεσσιανισμού θα ήθελαν να αντιστρέψουν καλλιεργώντας, είτε αντιλήψεις υπέρ μιας παρωχημένης ηγεμονικής τάξης (χάριν «παγκοσμιοποίησης», δήθεν), είτε εξομοιωτικά διεθνιστικά και κοσμοπολίτικα ιδεολογήματα περί μιας επερχόμενης (πάλιν, λόγω «παγκοσμιοποίησης», δήθεν) νεφελώδους παγκόσμιας ενότητας εις βάρος των σημερινών οντολογικά θεμελιωμένων κρατών.
Κανείς δεν έχει την πολυτέλεια (ή ακόμη και το ηθικό δικαίωμα) να λησμονεί το διυποκειμενικό ιστορικό γεγονός ότι ο κάθε αγώνας ελευθερίας-ανεξαρτησίας είναι η υπέρτατη στιγμή μιας κυρίαρχης συλλογικής οντότητας. Ως προς ένα τουλάχιστον ζήτημα, επιπλέον, ο αγώνας ελευθερίας-ανεξαρτησίας δεν επιδέχεται παρά μόνο μια ανάγνωση: Αναπόδραστα, σε κάθε αγώνα ανεξαρτησίας από την μια πλευρά βρίσκονται ηθικά αμάχητοι αγωνιστές της ελευθερίας των οποίων οι ατομικές και ανθρώπινες αδυναμίες καθαγιάζονται από την οντολογικού περιεχομένου αξίωση ελευθερίας και από την άλλη πλευρά το πολυεθνικό κατεξουσιαστικό σύστημα με τον οποίο κανένας απολύτως ηθικός ή επιστημονικός συμβιβασμός δεν χωρεί. Η θανάσιμη σύγκρουση μεταξύ της δυναστικής πολυεθνικής αυτοκρατορίας και των αγωνιστών της ελευθερίας είναι απόλυτη διϋποκειμενική αλήθεια ηθικά αμάχητη που δημιουργεί επιστημονική δεοντολογία για κάθε ιστορικό ή άλλο επιστήμονα. Είναι επίσης διϋποκειμενική αλήθεια βαθύτατα ριζωμένη σε κάθε κυρίαρχη κοινωνία μπροστά στην οποία κάθε επιστήμονας ή «επιστήμονας» είναι δεοντολογικά και ηθικά υποχρεωμένος να γονατίζει, να σέβεται και με δέος να αναλογίζεται το γεγονός ότι ο ίδιος μπροστά στην αξίωση ελευθερίας-ανεξαρτησίας είναι σπιθαμιαίου ηθικού αναστήματος.
Για τους πιο πάνω και για πολλούς άλλους εξαιρετικά σημαντικούς λόγους που αφορούν τον πυρήνα της σύγχρονης τάξης, της σύγχρονης δικαιοσύνης και της σύγχρονης διεθνούς ηθικής όπως ενσωματώνονται στους θεσμούς του έθνους-κράτους, στην κυριαρχία τους και στο πνεύμα και το γράμμα του διεθνούς δικαίου, είναι αναγκαίο κάποιος να διακρίνει μεταξύ κάποιων ιστορικών ανακριβειών ή λεκτικών υπερβολών –μερικές φορές κοινωνικά κατασκευασμένων για να στηρίξουν τους αγώνες ανεξαρτησίας που ακολούθησαν τους αγώνες ελευθερίας-ανεξαρτησίας, και οι οποίες, σε κάθε περίπτωση, είναι ανώδυνες για άλλους λαούς αν οι ίδιοι σήμερα συμπεριφέρονται φιλειρηνικά– και ιστορικών διαστροφών που μετατρέπουν την ιστορική συγγραφή σε απολογία των δυναστικών-ανελεύθερων καθεστώτων του παρελθόντος. Αυτά τα δυναστικά καθεστώτα, τα οποία φαίνεται πως κάποιοι αναπολούν και νοσταλγούν μαζοχιστικά, αποσυναρμολογήθηκαν και διαλύθηκαν ανεπίστροφα στην φάση των ιστορικών αγώνων ελευθερίας. Δυστυχώς αν και διόλου τυχαία, απολογητές των δυναστικών καθεστώτων δύσκολα βρίσκει κανείς στο εσωτερικό των κοινωνιών των κρατών που διαδέχθηκαν τις ηγεμονικές αυτοκρατορίες, ενώ βρίσκει πάρα πολλούς στις μικρότερες και παραπαίουσες ασθενείς κοινωνίες.
Δεν είναι λοιπόν χωρίς λόγο, επαναλαμβάνεται, που οι υπονομευτές της ανεξαρτησίας των λιγότερο ισχυρών κρατών –είτε πρόκειται για υπαλλήλους ηγεμονικών κρατών, είτε για κάποιο «σύστημα Σόρος» ή για χρηματοδοτούμενα ακαδημαϊκά παρακολουθήματα του τελευταίου ή άλλων αδιαφανών διεθνικών δρώντων του διεθνούς συστήματος– στοχεύει τον πυρήνα όλων των κοινωνικών αντιστάσεων, δηλαδή τις έσχατες κοσμοθεωρητικές κατασκευές, τις κοσμοεικόνες, τις πολιτικές διαμορφώσεις, τα ανθρωπολογικά συστήματα και την ιστορική αυτογνωσία. Στην κομβική ιστορική στιγμή του αγώνα ελευθερίας-κυριαρχίας κάθε κοινωνικής ένωσης αποφασίζονται, διαμορφώνονται, σμιλεύονται και θεμελιώνονται οντολογικά τα κοσμοθεωρητικά θεμέλια, δηλαδή οι κεντρικοί πολιτισμικοί, πνευματικοί, ανθρωπολογικοί και άλλοι συλλογικοί στρατηγικοί προσανατολισμοί. Εν τέλει, ενώ ο σεβασμός της ηθικά αμάχητης αξίωσης ελευθερίας και της συνεπακόλουθης αξίωσης ανεξαρτησίας –που εξάλλου αποτελεί κύρια αποστολή των θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου– είναι δεοντολογική υποχρέωση κάθε κοινωνικού επιστήμονα. Το αντίστροφο, δηλαδή η περιφρόνησή του ή η σκόπιμη υποβάθμισή τους ματαιώνει και μηδενίζει εκ προοιμίου κάθε αξίωση επιστημονικών προδιαγραφών.
Είναι σε κάθε περίπτωση κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους μεγαλομανείς διεθνικοί κερδοσκόποι και διεθνοπολιτικοί πράκτορες των ηγεμονικών αξιώσεων χρηματοδοτούν ιστοριογραφήματα που βάλλουν κατά του πυρήνα των αξιώσεων ελευθερίας, δηλαδή κατά του θεσμού συλλογικής ελευθερίας και διεθνούς τάξης-δικαιοσύνης που τις ενσαρκώνει και που επικράτησε να ονομάζεται έθνος-κράτος. Δεν είναι όμως κατανοητό γιατί να συνδράμουν με συνχρηματοδοτήσεις τέτοια ανοσιουργήματα δημόσιοι θεσμοί, διεθνείς θεσμοί, επιχειρηματίες, εφοπλιστές και κοινωφελή ιδρύματα.
Ίσως είναι σκόπιμο να τονιστεί το ιστορικό γεγονός ότι στην πορεία των τελευταίων αιώνων, η συντριβή των πολυεθνικών αυτοκρατορικών συστημάτων μπροστά τις αξιώσεις και στους αγώνες ελευθερίας, προκάλεσε κοσμογονία τάξης και δικαιοσύνης που μόνο συνειδητοί ή αφελείς νοσταλγοί της βαρβαρότητας και του μεσσιανισμού θα ήθελαν να αντιστρέψουν καλλιεργώντας, είτε αντιλήψεις υπέρ μιας παρωχημένης ηγεμονικής τάξης (χάριν «παγκοσμιοποίησης», δήθεν), είτε εξομοιωτικά διεθνιστικά και κοσμοπολίτικα ιδεολογήματα περί μιας επερχόμενης (πάλιν, λόγω «παγκοσμιοποίησης», δήθεν) νεφελώδους παγκόσμιας ενότητας εις βάρος των σημερινών οντολογικά θεμελιωμένων κρατών.