Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΖΥΡΙΧΗΣ – ΛΟΝΔΙΝΟΥ



ΚΕΦΑΛΙΟ ΣΤ΄

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΖΥΡΙΧΗΣ – ΛΟΝΔΙΝΟΥ

Τελευταίος σταθμός αλλά όχι το τέρμα

Στις 11 Φεβρουαρίου 1959 υπογράφτηκε από τους πρωθυπουργούς Ελλάδας και Τουρκίας η συμφωνία για το Κυπριακό, η οποία περιλάμβανε: Βασική διάρθρωση της Δημοκρατίας της Κύπρου, Συνθήκη εγγυήσεως μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας, Μεγάλης Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας, Συνθήκη συμμαχίας μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας, Ελλάδας και Τουρκίας και, τέλος, Συμφωνία κυρίων (μεταξύ Καραμανλή και Μεντερές).

Πρόνοιες και βασικά σημεία

Ειδικότερα, στη Βασική διάρθρωση της Δημοκρατίας της Κύπρου προβλεπόταν ότι:

- Το σύστημα της Κυπριακής Δημοκρατίας θα είναι προεδρικό με Έλληνα Πρόεδρο και Τούρκο Αντιπρόεδρο. Ο Πρόεδρος θα εκλέγεται από τους Ελληνοκύπριους και ο Αντιπρόεδρος από τους Τουρκοκύπριους. Έλληνας θα είναι ο πρόεδρος της Βουλής και Τούρκος ο αντιπρόεδρος, οι οποίοι και θα αντικαθιστούν σε περίπτωση κωλύματος τον Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας αντίστοιχα. 
- Την εκτελεστική εξουσία θα ασκούν ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας.
- Το υπουργικό συμβούλιο θα είναι 10 μελές και θα το αποτελούν 7 Έλληνες και 3 Τούρκοι υπουργοί. Ένα από τα υπουργεία Εξωτερικών, Οικονομίας και Δικαιοσύνης θα αναλαμβάνει Τούρκος.
- Σε νόμους που αφορούν εξωτερικές υποθέσεις ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας θα έχουν από κοινού ή χωριστά το δικαίωμα της αρνησικυρίας (veto). 
- Η νομοθετική εξουσία θα ασκείται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία θα εκλέγεται χωριστά από τους Έλληνες και τους Τούρκους σε αναλογία 70% και 30% αντίστοιχα, η δε θητεία της θα είναι 5ετής. Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι οι Τούρκοι αποτελούν το 18% του πληθυσμού, η αναλογία 70% και 30% θα ισχύει τόσο στις δημόσιες υπηρεσίες όσο και στις δυνάμεις ασφαλείας, ενώ στον στρατό η αναλογία θα είναι 60% προς 40%.
- Εκτός από τη Βουλή των Αντιπροσώπων θα συγκροτηθούν δύο Κοινοτικές Βουλές, Ελληνική και Τουρκική, των οποίων οι αρμοδιότητες θα αφορούν θέματα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά, διδακτικά και πνευματικά.
- Από τους αρχηγούς και υπαρχηγούς Στρατού, Αστυνομίας και Χωροφυλακής ο ένας θα είναι Τούρκος και σε όποιο από τα ανωτέρω σώματα προέρχεται από τη μία κοινότητα ο υπαρχηγός θα προέρχεται από την άλλη.
- Θα συσταθεί Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στο οποίο ο ένας δικαστής θα είναι ΄Ελληνας, ο άλλος Τούρκος και ο τρίτος ουδέτερος, ο οποίος και θα προεδρεύει.
- Η ψήφιση νόμων και οι αποφάσεις της Βουλής απαιτούν την πλειοψηφία των παρόντων. Για τροποποιήσεις στα μη βασικά άρθρα του Συντάγματος απαιτείται πλειοψηφία των 2/3 τόσο των Ελλήνων όσο και των Τούρκων βουλευτών. Όσον αφορά την ψήφιση φόρων και τελών απαιτείται χωριστή πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών αντιπροσώπων κάθε κοινότητας 
- Στις 5 μεγαλύτερες πόλεις (Λευκωσία, Λεμεσό, Αμμόχωστο, Λάρνακα, Πάφο) θα δημιουργηθούν χωριστοί δήμοι Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Ως προς τη Συνθήκης Εγγυήσεως, βασικότατα σημεία αποτελούν:

- Η απαγόρευση οποιασδήποτε δραστηριότητας θα ευνοήσει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ή τη διχοτόμηση της νήσου.
- Το δικαίωμα μονομερούς επέμβασης κάθε εγγυήτριας δύναμης (Αγγλία, Ελλάδα, Τουρκία) σε περίπτωση παραβίασης των όρων της συνθήκης.
Στη Συμφωνία κυρίων, μεταξύ του Έλληνα πρωθυπουργού και του Τούρκου ομολόγου του, προβλεπόταν ότι οι δύο πλευρές θα υποστήριζαν την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στη συμμαχία του ΝΑΤΟ και θα ενεργούσαν προς τον Έλληνα πρόεδρο και τον Τούρκο αντιπρόεδρο της Κύπρου με στόχο να τεθεί εκτός νόμου το ΑΚΕΛ. Προβλεπόταν ακόμη η άρση των έκτακτων μέτρων αμέσως μετά την υπογραφή των συμφωνιών, γενική αμνηστία για τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ και κατάρτιση συντάγματος το ταχύτερο δυνατόν.

Το ιστορικό της υπογραφής των συμφωνιών Ζυρίχης Λονδίνου

Σύμφωνα με τον Γλαύκο Κληρίδη, ο Μακάριος (που είχε μεν απελευθερωθεί από τις Σεϋχέλλες αλλά δεν επιτρεπόταν η επάνοδός του στην Κύπρο και διέμενε στην Αθήνα) ήταν πλήρως ενημερωμένος για όσα προβλέπονταν στις συμφωνίες της Ζυρίχης και ήταν σύμφωνος με αυτά. «Αλλά ο Μακάριος δεν συμφώνησε επειδή τις ενέκρινε ούτε τις δεχόταν αβίαστα. Συμφώνησε επειδή πίστευε ότι η αδήριτη αναγκαιότητα επέβαλλε την αποδοχή τους, για να μην επιβληθεί μια χειρότερη λύση».30

Τη μονογράφηση των συμφωνιών της Ζυρίχης στις 11 Φεβρουαρίου 1959 ακολούθησαν συνομιλίες μεταξύ υπουργών Εξωτερικών Αγγλίας, Ελλάδας και Τουρκίας με θέμα της αγγλικές βάσεις που θα διατηρούσε η Μ. Βρετανία στο νησί και στις 16 του ιδίου μήνα ετοιμάστηκαν τα κείμενα που θα υπέγραφαν τελικά οι πρωθυπουργοί των τριών χωρών και οι εκπρόσωποι της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής πλευράς.

Ο Μακάριος συγκάλεσε σύσκεψη των μελών της Εθναρχίας στην Αθήνα κατά την οποία αποφασίστηκε να μετέχει μεν στην πενταμερή διάσκεψη του Λονδίνου, όπου θα επεδίωκε τη βελτίωση των συμφωνιών, σε περίπτωση όμως που δεν το κατόρθωνε θα τις κατήγγελλε και θα αποχωρούσε. Παράλληλα ο αρχιεπίσκοπος κάλεσε τους Ελληνοκύπριους δημάρχους των έξι πόλεων και της Μόρφου και άλλους παράγοντες της Μεγαλονήσου, συνολικά 25 άτομα, και σε σύσκεψη αποφασίζεται μετά από έντονες συζητήσεις η μετάβασή τους στο Λονδίνο όπου μεταβαίνει και ολόκληρη η αντιπροσωπία στις 15 Φεβρουαρίου.

Οι προβληματισμοί και οι διαφωνίες συνεχίζονται και στο Λονδίνο τόσο μεταξύ των μελών της κυπριακής αντιπροσωπίας όσο και μεταξύ ελληνικής ηγεσίας και Μακαρίου. Στις εκεί συνομιλίες του με τον Έλληνα πρωθυπουργό ο αρχιεπίσκοπος δηλώνει, όπως και σε προηγούμενη συνάντηση, ότι έχει κρίση συνειδήσεως και δεν μπορεί να υπογράψει, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όμως κάνει σαφές ότι η Ελλάδα θα πάρει μέρος στη διάσκεψη ανεξάρτητα από τη στάση της κυπριακής πλευράς, η διαφωνία της οποίας θα σημάνει και τον τερματισμό της κυπριακής πολιτικής της κυβέρνησής του. 


Ο Μακάριος εκφράζει τη διαφωνία του κυρίως σχετικά με τα δικαιώματα των εγγυητριών δυνάμεων αλλά και το δικαίωμα του veto, αλλά ο υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ, στις συζητήσεις του με την κυπριακή αντιπροσωπία στις 18 Φεβρουαρίου, είναι κατηγορηματικός: «Η Ελλάς συνηθίζει να τιμά την υπογραφή της και θα τιμήσει τις συμφωνίες». Εν συνεχεία καλείται ο Μακάριος να απαντήσει με ένα «ναι ή με ένα «όχι» μέχρι την επομένη μέρα. Στις 19 Φεβρουαρίου, μετά από σύσκεψη Μακαρίου και κυπριακής αποστολής (κατά την οποία έγινε ψηφοφορία με αποτέλεσμα 27 μέλη υπέρ της υπογραφής και 8 κατά), η Κύπρος αποδέχεται τους όρους και την ίδια μέρα εγκρίνονται και υπογράφονται τα κείμενα της Ζυρίχης, που είναι πλέον γνωστά ως Συνθήκη Ζυρίχης – Λονδίνου.

Η Συνθήκη Ζυρίχης – Λονδίνου μπορεί να σηματοδότησε τη λήξη του απελευθερωτικού αγώνα 1955-59 (στις 9 Μαρτίου ανακοινώνεται από τον Διγενή ο τερματισμός της δράσης της ΕΟΚΑ) και την αφετηρία της ζωής της Κυπριακής Δημοκρατίας, ωστόσο δεν «έκλεισε» το Κυπριακό όπως πολλοί ευελπιστούσαν (από κυπριακή και ελλαδική πλευρά), όπως άλλοι γνώριζαν πολύ καλά και το επεδίωκαν (Άγγλοι) και όπως οι περισσότεροι κατάλαβαν εκ των υστέρων (και εκ των πραγμάτων) ότι αποτελούσε τον δυναμίτη που θα πυροδοτούσε νέες περιπέτειες με αποκορύφωμα την τουρκική εισβολή και την τραγωδία του 1974.

Η έντονες συζητήσεις για τις συμφωνίες στη Βουλή των Ελλήνων και η από πλευράς της αντιπολίτευσης μομφή κατά της κυβέρνησης Καραμανλή οδήγησαν στην ψηφοφορία της 23ης Φεβρουαρίου 1959, κατά την οποία 170 βουλευτές έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης και 118 ψήφισαν κατά. Στην τουρκική Βουλή, αντίθετα, μόνο 50 από τους 487 φηφίσαντες βουλευτές τάχθηκαν εναντίον των συμφωνιών, εκφράζοντας τη δυσαρέσκεια της μερίδας που υποστήριζε τη διχοτόμηση. Τέλος, βρετανική κυβέρνηση και αντιπολίτευση εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για την «επίλυση» του Κυπριακού.

20 Ιουλίου 1974 («Αττίλας 1»)-το πρωί της 14ης Αυγούστου 1974 («Αττίλας 2»)..Το έγγραφο έχει ημερομηνία 19 Ιουλίου 1974
 Οι πλείστοι βέβαια των μελετητών του Κυπριακού, Έλληνες και ξένοι, άλλος με ηπιότερο και άλλος με δριμύτερο τρόπο, επικρίνουν τις συμφωνίες του 1959 και επισημαίνουν τις εγγενείς αδυναμίες της Συνθήκης για βιώσιμο και ανεξάρτητο κράτος, στο οποίο να δημιουργούνται προϋποθέσεις άμβλυνσης των, σε κάποιο βαθμό «δικαιολογημένων» και σε πολύ μεγαλύτερο εντέχνως καλλιεργημένων, διαφορών μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Αλλά και από όσα προηγήθηκαν στην παρούσα σύντομη εργασία καθίσταται φανερό ότι:


  • Με τη Συνθήκη Ζυρίχης - Λονδίνου δημιουργήθηκε ένα κράτος υπό κηδεμονία, με δοτό σύνταγμα (προδιαγραφόταν δεσμευτικά το περιεχόμενό του από την ίδια τη συνθήκη). 
  • Χάρη στη βρετανική πολιτική δεν αναβαθμίστηκε απλώς ο τουρκικός παράγοντας στη διάρκεια του ένοπλου αντιαποικιακού απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων και δεν παραχωρήθηκαν στη Ζυρίχη υπέρμετρα δικαιώματα στην τουρκοκυπριακή μειονότητα του 18% κατά παράβαση κάθε δημοκρατικής αρχής και πληθυσμιακών δεδομένων, αλλά και η Άγκυρα κατέστη και παραμένει πρωταγωνιστής στο Κυπριακό με ολοένα αυξανόμενες βλέψεις (όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα του 1963 μετά την προσπάθεια αναθεώρησης του συντάγματος, αλλά και εν συνεχεία από τον επί δεκαετίες σχεδιασμό μιας εισβολής), τις οποίες βλέψεις τροφοδοτούσε και μεγέθυνε το ίδιο το πνεύμα και το γράμμα της Συνθήκης. 
Η ύπαρξη και το νομικό καθεστώς των βρετανικών βάσεων στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεπάγεται δικαιώματα της Βρετανίας που δεν συνάδουν με τον ανεξάρτητο χαρακτήρα του κράτους, αντίθετα τον αναιρούν .Ειδικότερα, ο καθηγητής Χρ. Γιαλλουρίδης συνδέει άμεσα τη σημερινή φάση του Κυπριακού με τη συνθήκη της Ζυρίχης την οποία και ενοχοποιεί σε μέγιστο βαθμό: «…ένα βασικό δίδαγμα είναι ότι από το 1959 μέχρι σήμερα, θα έλεγα ότι η Ζυρίχη είναι το βασικό πρόβλημα. Η φόρμουλα της Ζυρίχης δημιούργησε τα βασικά προβλήματα, τις βασικές παθογόνους καταστάσεις στο ζήτημα της βιωσιμότητας με βάση το δικό μας εθνικό συμφέρον αλλά και με βάση αυτό που μας υποδεικνύουν οι άλλοι, αυτό που μας λένε ότι είναι εφικτό. Και ξέρετε, υπάρχει μία παρεξήγηση στο ζήτημα του εφικτού ή του ρεαλισμού. Ρεαλισμός δεν σημαίνει υποταγή. Αντίθετα σημαίνει να διεκδικείς την υλοποίηση του εθνικού συμφέροντος.»31

Εξάλλου ο καθηγητής Παν. Ήφαιστος, επισημαίνοντας τις ελληνικές αδυναμίες και καταλογίζοντας στη Βρετανία τεράστιο ποσοστό ευθύνης για τη λύση που δόθηκε στο Κυπριακό το 1959, υποστηρίζει: «Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και την εκ των πραγμάτων προσαρμογή του Ελληνισμού στο νέο εδαφικό και κυριαρχικό status quo, το Κυπριακό συνέχισε να είναι το τελευταίο ίσως αίτημα εθνικής ολοκλήρωσης με στόχο την εδαφική επέκταση στους χώρους όπου από χιλιάδες χρόνια εκατοικούντο από Έλληνες. Όμως οι ιδιόμορφες συνθήκες εξωτερικής εξάρτησης και θεσμικής υπανάπτυξης του Ελληνικού κράτους μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο έκαναν εξαιρετικά δύσκολη ή και αδύνατη τη χάραξη μιας Εθνικής Στρατηγικής που θα συναρτούσε συγκροτημένα και αποτελεσματικά μέσα, στόχους και εξωτερική πολιτική.

Ο στόχος πάντως ήταν η εθνική ολοκλήρωση με την άσκηση του δίκαιου, θεμιτού και νομιμοποιημένου δικαιώματος αυτοδιαθέσεως του Κυπριακού Ελληνισμού. Το αποτέλεσμα των προσπαθειών τελικά ήταν η δημιουργία του Κυπριακού κράτους, δηλαδή ενός ιστορικού ανοσιουργήματος που επιβλήθηκε από την αποικιοκρατική δύναμη στα πλαίσια της κυνικής και αδίστακτης στρατηγικής του “διαίρει και βασίλευε”.»32

ΙΩΑΝΝΑ-ΜΑΡΙΑ (ΙΩ) ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ


1. 30- Γλαύκος Κληρίδης, Η κατάθεσή μου, τόμος Α΄

2. 31-Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης, εισήγηση «Πολιτικά και διπλωματικά μέσα για βιώσιμη λύση στην Κύπρο», Η Νεοελληνική Κύπρος, Κυπριακός Ελληνισμός, Σημερινή Πραγματικότητα και μέλλον, σελ.179

3.32-      Παναγιώτης Ήφαιστος, εισήγηση «Πολιτικές και στρατηγικές πτυχές της σύζευξης του κυπριακού κράτους με το ελλαδικό κράτος», Η Νεοελληνική Κύπρος, Κυπριακός Ελληνισμός, σελ. 168-169

Έλληνες-ΑΥΤΗ Η ΓΗ ΕΧΕΙ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Έλληνες-ΑΥΤΗ Η ΓΗ ΕΧΕΙ ΦΩΝΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ