Η Ρωσία εάν και εφόσον οι ΗΠΑ αποφασίσουν να χτυπήσουν στη
Συρία θα απαντήσει με κάθε τρόπο, διότι πολύ απλά, όπως προκύπτει από τα
λόγια του πλέον γνωστού γεωπολιτικού της χώρας, δεν έχει άλλη επιλογή
με βάση τη γεωπολιτική, από το να προσπαθήσει να σβήσει μία φωτιά η
οποία εάν αφεθεί χωρίς κανέναν έλεγχο θα κάψει και το δικό της σπίτι.
Του Δρ. Γεωργίου Κ. Φίλη
Ενώ λοιπόν τα τύμπανα του πολέμου φαίνεται, προς το παρόν, να έχουν βάλει «σιγαστήρα» – φυσικά ΔΕΝ έχουν σιγήσει – ο καθηγητής Αλεξάντερ Ντούγκιν, που φέρεται ως ένας από τους πλέον στενούς συμβούλους και «κατηχητές» του Προέδρου Πούτιν στην έννοια του «Ευρασιατισμού» (θεωρία που δείχνει να ακολουθεί στην ρπάξη η Ρωσία του Πούτιν, όπως ο Ερντογάν εμπνεύστηκε από τη θεωρία του Νταβούτογλου…), με τον δικό του μοναδικό τρόπο μιλάει για την κρίση στη Συρία και χρησιμοποιώντας την ακαδημαϊκή αναλυτική του ικανότητα, λέει κάποιες αλήθειες, τις οποίες εάν δεν τις λάβουμε σοβαρά υπόψη, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ούτε τον ρωσικό τρόπο σκέψης, ούτε όμως και γενικότερα τα τεκταινόμενα στη δραματικό «σίριαλ Συρία» και πιο συγκεκριμένα στο πως αντιμετωπίζουν το θέμα οι δύο κύριες αντιμαχόμενες πλευρές δηλαδή η Ουάσιγκτον και η Μόσχα.
Πριν όμως προχωρήσουμε στη σύντομη ανάλυση των δηλώσεων Ντούγκιν, ας πούμε δύο λόγια για τον συγκεκριμένο άνθρωπο και για ποιον λόγο τα λεγόμενά του θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη από τον κάθε ενδιαφερόμενο: Ο καθηγητής Ντούγκιν, γεννημένος το 1962 είναι ένας από τους πλέον γνωστούς πολιτικούς σχολιαστές και θεωρητικούς της ιστορίας των ιδεών στον τομέα της πολιτικής της πατρίδας του.
Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, η θεωρία του «Ευρασιατισμού» από μόνη της αποτελεί ένα τεράστιο ακαδημαϊκό – και όχι μόνο – ζήτημα, το οποίο άπτεται θεμάτων ταυτότητας, κουλτούρας, θρησκείας, κοινωνιολογίας, ανθρωπολογίας, γεωπολιτικής και Ιστορίας. Η συγκεκριμένη προσέγγιση συζητείται όχι μόνο στη Ρωσία αλλά και σε άλλες χώρες της περιοχής με προεξάρχουσα την Τουρκία, ενώ στην Ελλάδα λίγοι μπορούν να το παρουσιάσουν με έναν ολοκληρωμένο και κατανοητό τρόπο.
Ο Α. Ντούγκιν υπό τον μανδύα του πολιτικού φιλοσόφου και του γεωπολιτικού ακτιβιστή είναι για πάνω από δέκα χρόνια στο πλευρό του προέδρου της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, με αποτέλεσμα η εξωτερική πολιτική της χώρας να επηρεάζεται άμεσα από τις συμβουλές που δίνει στον Ρώσο πρόεδρο.
Και ακριβώς στο σημείο αυτό περνάμε στην τοποθέτηση Ντούγκιν αναφορικά με τη σχέση των ΗΠΑ με τη Ρωσία και την πολιτική των προέδρων Ομπάμα και Πούτιν. Η πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση στο θέμα εστιάζεται στην παρατήρηση, ότι για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ο πρόεδρος Ομπάμα είναι στην ουσία «διαχειριστής» ενός εκτεταμένου και ανεπτυγμένου μηχανισμού, ο οποίος έχει μάθει να είναι τόσο αποτελεσματικός, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει «στον αυτόματο», ενώ για την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας, ο πρόεδρος Πούτιν είναι «τα πάντα», διότι από αυτόν περνάνε όλες οι σημαντικές αποφάσεις.
Η συγκεκριμένη παρατήρηση του Α. Ντούγκιν με λίγα λόγια υπογραμμίζει το γεγονός ότι το αμερικανικό πολιτικό σύστημα είναι ένας «νοήμων οργανισμός» ο οποίος εάν πιστεύει ότι τα συμφέροντά του θα πρέπει να λειτουργήσουν προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση κανένας πρόεδρος δεν θα είναι σε θέση να το αποτρέψει.
Στις ΗΠΑ το «σύστημα» είναι ισχυρό, αφού έχει μάθει να λειτουργεί ακόμα κι εάν ένας πρόεδρος δεν θα είναι τόσο «ισχυρός». Από την άλλη πλευρά το πολιτικό σύστημα της Ρωσίας είναι «προσωποπαγές» – έτσι ήταν από την εμφάνιση των Ρώσων στην Ιστορία… – με αποτέλεσμα να απαιτεί την παρουσία ενός «ισχυρού προσώπου», του οποίου ο λόγος είναι νόμος και χωρίς αυτόν κάθε απόφαση πολύ απλά δεν μπορεί να ληφθεί και να εκτελεστεί με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.
Εάν γίνει αναγωγή στη σημερινή κατάσταση με τη Συρία, είναι προφανές ότι ο Α. Ντούγκιν υποστηρίζει ότι ακόμα και εάν ο πρόεδρος Ομπάμα δεν θέλει τον πόλεμο, εάν το σύστημα που τον υποστηρίζει τον προωθεί, στο τέλος θα γίνει αυτό που θέλει ο «μηχανισμός» και όχι αυτό που θέλει ο πρόεδρος.
Από την άλλη πλευρά όλα εξαρτώνται από το πώς θα αντιληφθεί τα πράγματα ο πρόεδρος Πούτιν, και γι’ αυτό τον λόγο ο Ρώσος διανοητής υποστηρίζει, ότι όλο το «δυτικότροπο μπλοκ» στη Μόσχα έχει πέσει πάνω του για να τον πείσει να μην κινηθεί σε βοήθεια της Συρίας. (Από την τοποθέτηση αυτή αντιλαμβανόμαστε ακόμα και για τη σημασία των απόψεων του ίδιου του Ντούγκιν αφού έχει μία προνομιακή σχέση με τον μόνο πόλο εξουσίας στη Ρωσία).
Ο Α. Ντούγκιν αναφέρει, ότι η Ρωσία από τον δεύτερο πόλεμο της Τσετσενίας, στην ουσία έχει κάνει τη μεγάλη επιστροφή στην παγκόσμια κονίστρα, ενώ επισημαίνει ότι πλέον η Μόσχα ένα αναλάβει την «γεωπολιτική ταυτότητα» της παγκόσμιας «χερσαίας δύναμης», η οποία αντιτίθεται στις ναυτικές δυνάμεις της Δύσης και ειδικότερα των Αγγλοσαξόνων.
Ο καθηγητής αναφέρει, ότι η σύγκρουση λαμβάνει τις διαστάσεις ενός «παιγνίου μηδενικού αθροίσματος» κάτι το οποίο δραματοποιεί τη κατάσταση, αφού η Ρωσία θα πρέπει να αντιδράσει αποφασιστικά, ενώ δεν παραλείπει να αναφέρει ότι η Μόσχα θα πρέπει να επιβεβαιώσει τον παγκόσμιο ρόλο της ο οποίος και της αποδόθηκε πλήρως τον Αύγουστο του 2008 μέσω του πολέμου με τη Γεωργία.
Μετά την Τσετσενία και τη Γεωργία ο «τρίτος γύρος» και ίσως «ο τελευταίος» είναι αυτός της Συρίας αφού «όλα κρίνονται» από την έκβασή του: «Εάν η Ουάσιγκτον δεν επέμβει και αποδεχτεί τις θέσεις της Ρωσίας και της Κίνας, αυτό θα σημάνει και το τέλος της μονοκρατορίας των ΗΠΑ σε έναν μονοπολικό κόσμο», αναφέρει με έμφαση και συνεχίζει ότι «αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο νομίζω ότι ο Ομπάμα θα πάει μακριά στη Συρία».
Εάν από την πλευρά της η Ρωσία κάνει πίσω τότε θα δεχτεί μία «μεγάλη ήττα» ως χερσαία δύναμη, ενώ η επόμενη κρίση θα έχει να κάνει «με το Ιράν και μετά θα έρθει η σειρά του βόρειου – Ρωσικού – Καυκάσου». Εάν «η Συρία πέσει, θα ξεκινήσουν (Αγγλοσάξονες, Ισραηλινοί και Σαουδάραβες) άμεσα πόλεμο στη Ρωσία, την πατρίδα μας». Έτσι, σύμφωνα με την άποψή του, «δεν μπορούμε να παρατήσουμε τον Άσαντ, διότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε γεωπολιτική αυτοκτονία της Ρωσίας» και παρατήρησε ότι «ίσως αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στη μέγιστη κρίση της μοντέρνας γεωπολιτικής ιστορίας».
Φυσικά, τόσο η Ρωσία όσο και οι ΗΠΑ – ακόμα και με μία τόσο διαφορετική πολιτική και στρατηγική κουλτούρα – είναι σοβαρά κράτη και αντιλαμβάνονται την έννοια του Εθνικού Συμφέροντος με την απαραίτητη ευρύτητα πνεύματος και την αναγκαία συνολική στρατηγική αντίληψη. Εδώ στην Ελλάδα ακόμα παλεύουμε με τις ιδεοληψίες του παρελθόντος και όταν η πυρκαγιά θα φουντώσει για ακόμα μία φορά θα κοιτάμε τον ουρανό να δούμε… το Beriev να έρχεται να μας γλιτώσει. Το «όπως στρώνεις κοιμάσαι» δεν ισχύει μόνο για τα άτομα, αλλά και σε κοινωνίες, λαούς και κράτη…
http://www.defence-point.gr/news/?p=84053
Του Δρ. Γεωργίου Κ. Φίλη
Ενώ λοιπόν τα τύμπανα του πολέμου φαίνεται, προς το παρόν, να έχουν βάλει «σιγαστήρα» – φυσικά ΔΕΝ έχουν σιγήσει – ο καθηγητής Αλεξάντερ Ντούγκιν, που φέρεται ως ένας από τους πλέον στενούς συμβούλους και «κατηχητές» του Προέδρου Πούτιν στην έννοια του «Ευρασιατισμού» (θεωρία που δείχνει να ακολουθεί στην ρπάξη η Ρωσία του Πούτιν, όπως ο Ερντογάν εμπνεύστηκε από τη θεωρία του Νταβούτογλου…), με τον δικό του μοναδικό τρόπο μιλάει για την κρίση στη Συρία και χρησιμοποιώντας την ακαδημαϊκή αναλυτική του ικανότητα, λέει κάποιες αλήθειες, τις οποίες εάν δεν τις λάβουμε σοβαρά υπόψη, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ούτε τον ρωσικό τρόπο σκέψης, ούτε όμως και γενικότερα τα τεκταινόμενα στη δραματικό «σίριαλ Συρία» και πιο συγκεκριμένα στο πως αντιμετωπίζουν το θέμα οι δύο κύριες αντιμαχόμενες πλευρές δηλαδή η Ουάσιγκτον και η Μόσχα.
Πριν όμως προχωρήσουμε στη σύντομη ανάλυση των δηλώσεων Ντούγκιν, ας πούμε δύο λόγια για τον συγκεκριμένο άνθρωπο και για ποιον λόγο τα λεγόμενά του θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη από τον κάθε ενδιαφερόμενο: Ο καθηγητής Ντούγκιν, γεννημένος το 1962 είναι ένας από τους πλέον γνωστούς πολιτικούς σχολιαστές και θεωρητικούς της ιστορίας των ιδεών στον τομέα της πολιτικής της πατρίδας του.
Διδάσκει
στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας ενώ είναι ο σύγχρονος εμπνευστής
και ηγέτης του κινήματος του «Ευρασιατισμού», δηλαδή της άποψης ότι η
Ρωσία δεν ανήκει ούτε στην Δύση ούτε στην Ανατολή αλλά είναι μία καθαρά
Ευρασιατική χώρα, η οποία θα πρέπει μέσω της «Χερσαίας Ισχύος» (Land
Power) να αντιταχθεί στις «Ναυτικές Δυνάμεις» (Naval Powers), τις
«Ατλαντικές» όπως τις αποκαλεί και να ελέγξει τον τεράστιο χώρο της
Ευρασίας μέσω της «εκπαραθύρωσης» των Αγγλοσαξονικών δυνάμεων από την
περιοχή. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω της ένωσης των λαών της Ευρασίας, υπό
τη σκέπη της Μόσχας (θυμίζει κάτι στη σημερινή πολιτική της Μόσχας
μήπως;).
Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, η θεωρία του «Ευρασιατισμού» από μόνη της αποτελεί ένα τεράστιο ακαδημαϊκό – και όχι μόνο – ζήτημα, το οποίο άπτεται θεμάτων ταυτότητας, κουλτούρας, θρησκείας, κοινωνιολογίας, ανθρωπολογίας, γεωπολιτικής και Ιστορίας. Η συγκεκριμένη προσέγγιση συζητείται όχι μόνο στη Ρωσία αλλά και σε άλλες χώρες της περιοχής με προεξάρχουσα την Τουρκία, ενώ στην Ελλάδα λίγοι μπορούν να το παρουσιάσουν με έναν ολοκληρωμένο και κατανοητό τρόπο.
Ο Α. Ντούγκιν υπό τον μανδύα του πολιτικού φιλοσόφου και του γεωπολιτικού ακτιβιστή είναι για πάνω από δέκα χρόνια στο πλευρό του προέδρου της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, με αποτέλεσμα η εξωτερική πολιτική της χώρας να επηρεάζεται άμεσα από τις συμβουλές που δίνει στον Ρώσο πρόεδρο.
Και ακριβώς στο σημείο αυτό περνάμε στην τοποθέτηση Ντούγκιν αναφορικά με τη σχέση των ΗΠΑ με τη Ρωσία και την πολιτική των προέδρων Ομπάμα και Πούτιν. Η πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση στο θέμα εστιάζεται στην παρατήρηση, ότι για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ο πρόεδρος Ομπάμα είναι στην ουσία «διαχειριστής» ενός εκτεταμένου και ανεπτυγμένου μηχανισμού, ο οποίος έχει μάθει να είναι τόσο αποτελεσματικός, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει «στον αυτόματο», ενώ για την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας, ο πρόεδρος Πούτιν είναι «τα πάντα», διότι από αυτόν περνάνε όλες οι σημαντικές αποφάσεις.
Η συγκεκριμένη παρατήρηση του Α. Ντούγκιν με λίγα λόγια υπογραμμίζει το γεγονός ότι το αμερικανικό πολιτικό σύστημα είναι ένας «νοήμων οργανισμός» ο οποίος εάν πιστεύει ότι τα συμφέροντά του θα πρέπει να λειτουργήσουν προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση κανένας πρόεδρος δεν θα είναι σε θέση να το αποτρέψει.
Στις ΗΠΑ το «σύστημα» είναι ισχυρό, αφού έχει μάθει να λειτουργεί ακόμα κι εάν ένας πρόεδρος δεν θα είναι τόσο «ισχυρός». Από την άλλη πλευρά το πολιτικό σύστημα της Ρωσίας είναι «προσωποπαγές» – έτσι ήταν από την εμφάνιση των Ρώσων στην Ιστορία… – με αποτέλεσμα να απαιτεί την παρουσία ενός «ισχυρού προσώπου», του οποίου ο λόγος είναι νόμος και χωρίς αυτόν κάθε απόφαση πολύ απλά δεν μπορεί να ληφθεί και να εκτελεστεί με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.
Εάν γίνει αναγωγή στη σημερινή κατάσταση με τη Συρία, είναι προφανές ότι ο Α. Ντούγκιν υποστηρίζει ότι ακόμα και εάν ο πρόεδρος Ομπάμα δεν θέλει τον πόλεμο, εάν το σύστημα που τον υποστηρίζει τον προωθεί, στο τέλος θα γίνει αυτό που θέλει ο «μηχανισμός» και όχι αυτό που θέλει ο πρόεδρος.
Από την άλλη πλευρά όλα εξαρτώνται από το πώς θα αντιληφθεί τα πράγματα ο πρόεδρος Πούτιν, και γι’ αυτό τον λόγο ο Ρώσος διανοητής υποστηρίζει, ότι όλο το «δυτικότροπο μπλοκ» στη Μόσχα έχει πέσει πάνω του για να τον πείσει να μην κινηθεί σε βοήθεια της Συρίας. (Από την τοποθέτηση αυτή αντιλαμβανόμαστε ακόμα και για τη σημασία των απόψεων του ίδιου του Ντούγκιν αφού έχει μία προνομιακή σχέση με τον μόνο πόλο εξουσίας στη Ρωσία).
Ο Α. Ντούγκιν αναφέρει, ότι η Ρωσία από τον δεύτερο πόλεμο της Τσετσενίας, στην ουσία έχει κάνει τη μεγάλη επιστροφή στην παγκόσμια κονίστρα, ενώ επισημαίνει ότι πλέον η Μόσχα ένα αναλάβει την «γεωπολιτική ταυτότητα» της παγκόσμιας «χερσαίας δύναμης», η οποία αντιτίθεται στις ναυτικές δυνάμεις της Δύσης και ειδικότερα των Αγγλοσαξόνων.
Ο καθηγητής αναφέρει, ότι η σύγκρουση λαμβάνει τις διαστάσεις ενός «παιγνίου μηδενικού αθροίσματος» κάτι το οποίο δραματοποιεί τη κατάσταση, αφού η Ρωσία θα πρέπει να αντιδράσει αποφασιστικά, ενώ δεν παραλείπει να αναφέρει ότι η Μόσχα θα πρέπει να επιβεβαιώσει τον παγκόσμιο ρόλο της ο οποίος και της αποδόθηκε πλήρως τον Αύγουστο του 2008 μέσω του πολέμου με τη Γεωργία.
Μετά την Τσετσενία και τη Γεωργία ο «τρίτος γύρος» και ίσως «ο τελευταίος» είναι αυτός της Συρίας αφού «όλα κρίνονται» από την έκβασή του: «Εάν η Ουάσιγκτον δεν επέμβει και αποδεχτεί τις θέσεις της Ρωσίας και της Κίνας, αυτό θα σημάνει και το τέλος της μονοκρατορίας των ΗΠΑ σε έναν μονοπολικό κόσμο», αναφέρει με έμφαση και συνεχίζει ότι «αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο νομίζω ότι ο Ομπάμα θα πάει μακριά στη Συρία».
Εάν από την πλευρά της η Ρωσία κάνει πίσω τότε θα δεχτεί μία «μεγάλη ήττα» ως χερσαία δύναμη, ενώ η επόμενη κρίση θα έχει να κάνει «με το Ιράν και μετά θα έρθει η σειρά του βόρειου – Ρωσικού – Καυκάσου». Εάν «η Συρία πέσει, θα ξεκινήσουν (Αγγλοσάξονες, Ισραηλινοί και Σαουδάραβες) άμεσα πόλεμο στη Ρωσία, την πατρίδα μας». Έτσι, σύμφωνα με την άποψή του, «δεν μπορούμε να παρατήσουμε τον Άσαντ, διότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε γεωπολιτική αυτοκτονία της Ρωσίας» και παρατήρησε ότι «ίσως αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στη μέγιστη κρίση της μοντέρνας γεωπολιτικής ιστορίας».
Καλό
θα ήταν αυτή η σύντομη τοποθέτηση να απασχολήσει όλους τους
ενδιαφερόμενους και ειδικά εκείνους που κατηγορηματικά υποστηρίζουν,
«σιγά μην κάνει η Ρωσία πόλεμο για τη Συρία». Κάτι παρόμοιο έλεγαν και
κάποιοι δικοί μας αναλυτές και πολιτικοί για τα Ίμια, με το αμίμητο,
«σιγά μην κάνουμε πόλεμο για δύο βράχους». Το τι είναι σημαντικό για μια
χώρα και γιατί, είναι μια εξαιρετικά πολύπλοκη εξίσωση…
Φυσικά, τόσο η Ρωσία όσο και οι ΗΠΑ – ακόμα και με μία τόσο διαφορετική πολιτική και στρατηγική κουλτούρα – είναι σοβαρά κράτη και αντιλαμβάνονται την έννοια του Εθνικού Συμφέροντος με την απαραίτητη ευρύτητα πνεύματος και την αναγκαία συνολική στρατηγική αντίληψη. Εδώ στην Ελλάδα ακόμα παλεύουμε με τις ιδεοληψίες του παρελθόντος και όταν η πυρκαγιά θα φουντώσει για ακόμα μία φορά θα κοιτάμε τον ουρανό να δούμε… το Beriev να έρχεται να μας γλιτώσει. Το «όπως στρώνεις κοιμάσαι» δεν ισχύει μόνο για τα άτομα, αλλά και σε κοινωνίες, λαούς και κράτη…
http://www.defence-point.gr/news/?p=84053