“Το ευρώ και το δολάριο μοιάζουν με δύο επιβάτες στο ίδιο καράβι – όπου κάποια στιγμή
ευρίσκεται ο ένας επιβάτης στο υψηλότερο κατάστρωμα και κάποια άλλη
στιγμή στο χαμηλότερο. Μπορούν να αλλάζουν τις θέσεις μεταξύ τους, καθώς
επίσης να κινούνται υψηλότερα ή χαμηλότερα, αλλά, σε κάθε περίπτωση, κάθονται στο ίδιο καράβι - κινούμενοι με την ίδια ταχύτητα, προς τον ίδιο προορισμό.
Οι καθημερινές διακυμάνσεις της ισοτιμίας τους καθρεφτίζουν «τεχνικές επιρροές» - τη βραχυπρόθεσμη σχέση μεταξύ ζήτησης και προσφοράς. Επίσης, φόβους για το τέλος ή για την κατάρρευση του ευρώ και στη συνέχεια ανακούφιση - μέσω νέων μέτρων.
Σε κάθε περίπτωση, το ζευγάρι ευρώ-δολαρίου ταξιδεύει συνεχώς μαζί, πάντοτε σε μία ορισμένη απόσταση, η οποία δεν ξεπερνά τα όρια - το μήκος και το πλάτος δηλαδή του πλοίου.
Οι Η.Π.Α., έχοντας δημιουργήσει έξυπνα μόνες τους το (δήθεν) «αντίπαλο δέος», έτσι ώστε να «κατατροπώνεται» εύκολα ο κάθε εχθρός τους, ο οποίος ευρίσκεται αντιμέτωπος με διασταυρωμένα πυρά, δεν προσπαθούν να ενισχύσουν υπερβολικά την ισοτιμία του ευρώ.
Αντίθετα, είναι σχεδόν ολοκληρωτικά απασχολημένες με τη διατήρηση, με τη μη διάλυση δηλαδή της Ευρωζώνης, «απομυζώντας» την κατά καιρούς – έχοντας τοποθετήσει τη Γερμανία διευθύνοντα σύμβουλο της/τους” (V.Rids).
Ανάλυση
Μετά το σοκ του Νίξον και την έξοδο του πλανήτη από τον κανόνα του χρυσού, δεν υπάρχει ουσιαστικά κανένα παγκόσμιο συναλλαγματικό σύστημα – αφού οι ισοτιμίες των νομισμάτων καθορίζονται πλέον από τις κεντρικές τράπεζες οι οποίες, πολύ συχνά, τις χειραγωγούν.
Το
γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την κακή χρήση των βασικών επιτοκίων,
έχει δημιουργήσει πολύ μεγάλα προβλήματα παγκοσμίως - τα κυριότερα εκ
των οποίων είναι οι συνεχείς, όλο και πιο επικίνδυνες χρηματοπιστωτικές
φούσκες, καθώς επίσης η αδυναμία ρύθμισης του συστήματος,
όσον αφορά τις πλεονασματικές και ελλειμματικές χώρες (με κριτήριο τα
ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, ιδίως τις εξαγωγές και τις εισαγωγές).
Σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως έχουμε ήδη αναλύσει στο παρελθόν, η επικίνδυνη απορρύθμιση του (μη) συστήματος προκαλείται κυρίως από την Κίνα, από τη Γερμανία και από την Ιαπωνία (ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση). Σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τη Γερμανία (ευρωπαϊκές ασυμμετρίες),
η οποία «εκμεταλλεύεται» την Ευρωζώνη, για να παραμένει ανταγωνιστικά
χαμηλή η ισοτιμία του νομίσματος της – με αποτέλεσμα, οι εξαγωγές της να
είναι σταθερά υψηλότερες από τις εισαγωγές.
Περαιτέρω, για να γίνει κατανοητός ο συναλλαγματικός πόλεμος που στην κυριολεξία «μαίνεται» σήμερα, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις εκ μέρους των επισήμων «φορέων», είναι απαραίτητο να προηγηθούν τα παρακάτω:
(α) Η περίοδος του κανόνα του χρυσού
Με βάση τον κανόνα του χρυσού, ολόκληρη η ποσότητα των χρημάτων που «εξέδιδε» μία χώρα, είχε αντίκρισμα το πολύτιμο μέταλλο
- απέναντι στο οποίο διαμορφωνόταν η διεθνής ισοτιμία του νομίσματος
της (ή άλλα νομίσματα με αντίκρισμα σε χρυσό, τα οποία είχε στα
συναλλαγματικά της αποθέματα).
Αυτό
σήμαινε ότι εάν, για παράδειγμα, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της
χώρας Α ήταν «χρόνια» ελλειμματικό, απέναντι στη χώρα Β, τότε η χώρα Α υποχρεωνόταν κάποια στιγμή να παραδώσει χρυσό στη χώρα Β – εξοφλώντας τα χρέη της (εξαργυρώνοντας τα δικά της χαρτονομίσματα), τα οποία είχαν συγκεντρωθεί στη χώρα Β.
Απλουστευμένα, το αποτέλεσμα της όλης αυτής διαδικασίας ήταν αφενός μεν να υποτιμάται το νόμισμα της χώρας Α (αφού ο χρυσός της περιοριζόταν ή/και τα χαρτονομίσματα αυξανόταν), καθώς επίσης να ανατιμάται το νόμισμα της χώρας Β (αφού ο χρυσός της αυξανόταν ή/και τα χαρτονομίσματα παρέμεναν σταθερά).
Κατ’ επακόλουθο, επειδή ο σκοπός δεν ήταν φυσικά ο μηδενισμός των αποθεμάτων χρυσού, η χώρα Α μείωνε «καταναγκαστικά» τις εισαγωγές της από τη χώρα Β (λόγω αύξησης των τιμών), ενώ διευκολυνόταν οι εξαγωγές της
(λόγω της μείωσης των τιμών των προϊόντων της) – οπότε, κάποια στιγμή,
ισοσκελιζόταν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας Α, όπως επίσης
της χώρας Β (για την οποία ίσχυαν τα ακριβώς αντίθετα).
Με αυτόν τον τρόπο διορθώνονταν οι ασυμμετρίες και έπαυαν, αργά ή γρήγορα, να υπάρχουν πλεονασματικές και ελλειμματικές χώρες
– αφού οι δεύτερες υποχρεώνονταν αυτόματα να διαχειριστούν έγκαιρα,
συνετά και σωστά τα οικονομικά τους, έτσι ώστε να μην χρεοκοπήσουν.
(β) Η περίοδος του Bretton-Woods (1944-1971)
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν την υιοθέτηση της συμφωνίας του Bretton-Woods, όλα τα νομίσματα είχαν αντίκρισμα σε δολάρια - τα οποία, με τη σειρά τους, είχαν αντίκρισμα σε χρυσό.
Όταν λοιπόν κάποια χώρα εμφάνιζε πλεονάσματα, έχοντας συγκεντρώσει
περισσότερα δολάρια, σε σχέση με αυτά που της ήταν απαραίτητα, μπορούσε να τα ανταλλάξει με χρυσό – στην τιμή ανταλλαγής που προέβλεπε η συμφωνία του Bretton-Woods (περί τα 35 $ την ουγγιά).
Στα
πλαίσια αυτά, επειδή οι Η.Π.Α. κατέληξαν να έχουν ελλειμματικό ισοζύγιο
τρεχουσών συναλλαγών (με την Ευρώπη και την Ιαπωνία τότε, όπως σήμερα
με την Κίνα), από 20.000 τόνους χρυσού που κατείχαν το 1950, βρέθηκαν με λιγότερους από 9.000 τόνους το 1971
– έως τη στιγμή που ο Νίξον «έκλεισε το παράθυρο διαφυγής του
αμερικανικού χρυσού», καταργώντας μονομερώς και αυθαίρετα τη σύνδεση του
δολαρίου μαζί του.
Οι 11.000 τόνοι χρυσού που έχασαν οι Η.Π.Α., σε 21 περίπου χρόνια, κατέληξαν κυρίως σε έναν μικρό αριθμό εξαγωγικών χωρών
– στη Γερμανία, τα αποθέματα της οποίας αυξήθηκαν, στην ίδια χρονική
περίοδο, από μηδενικά σε πάνω από 3.600 τόνους, στην Ιταλία (από 227
στους 2.500 τόνους), στη Γαλλία (από 588 στους 3.100) και στην Ολλανδία
(από 280 τόνους στους 1.700).
Βέβαια,
τα αποθέματα χρυσού που συγκέντρωσαν τότε όλες οι εξαγωγικές
πλεονασματικές χώρες, δεν προήλθαν μόνο από τις Η.Π.Α. αλλά, επίσης, από
άλλες ελλειμματικές χώρες - μεταξύ των οποίων σημαντικότερη ήταν η Μ. Βρετανία, ο χρυσός της οποίας μειώθηκε από 2.500 τόνους το 1950 στους 690 τόνους το 1971.
(γ) Η περίοδος μετά το Bretton-Woods
Μετά την κατάργηση του κανόνα του χρυσού-δολαρίου το 1971, έπαψε ουσιαστικά να υπάρχει κάποιος τρόπος αντικειμενικής μέτρησης της σωστής ή μη διαχείρισης των οικονομικών μίας χώρας – με αποτέλεσμα, ο δανεισμός πολλών χωρών της «Δυτικής Τρόικας» (Η.Π.Α., Ευρώπη, Ιαπωνία), να ξεπεράσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ.
Στη συνέχεια ο δανεισμός, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, προκάλεσε διαδοχικές υπερβολές (φούσκες), καταλήγοντας στη σημερινή, τεράστια κρίση
- δημοσίου χρέους, νοικοκυριών επιχειρήσεων και τραπεζών. Ο Πίνακας Ι,
από τον οποίο φαίνεται η εξέλιξη του αμερικανικού χρέους, είναι
χαρακτηριστικός:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξέλιξη του δημοσίου χρέους των Η.Π.Α. σε τρις $, δημόσιο χρέος σε ποσοστά του ΑΕΠ, έλλειμμα (πλεόνασμα) σε τρις $
Έτος
|
Δημόσιο Χρέος
|
Δημόσιο Χρέος/ΑΕΠ
|
Έλλειμμα
|
1981
|
1,0
|
32,5%
|
-0,08
|
1985
|
1,8
|
43,8%
|
-0,21
|
1990
|
3,2
|
55,9%
|
-0,22
|
1995
|
4,9
|
67,0%
|
-0,16
|
2000
|
5,6
|
57,3%
|
+0,24
|
2005
|
7,9
|
63,5%
|
-0,32
|
2009
|
11,9
|
83,4%
|
-1,41
|
2010*
|
13,8
|
94,0%
|
-1,42
|
2011*
|
15,1
|
100,0%
|
-1,27
|
* Πρόβλεψη της αμερικανικής κυβέρνησης
Πηγή: Spiegel
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως αναφέραμε, την ίδια πορεία με τις Η.Π.Α., με μεγαλύτερη ή μικρότερη «ένταση», ακολούθησαν και όλες οι άλλες χώρες της Δυτικής Τρόικας – κυρίως δε η Ιαπωνία,
το δημόσιο χρέος της οποίας ξεπερνάει πλέον το 230% του ΑΕΠ της
(επιβιώνει λόγω του εσωτερικού δανεισμού – μία από τις πολλές λύσεις
κάποτε της Ελλάδας, εάν οι πολίτες δάνειζαν το κράτος τους με χαμηλά
επιτόκια, έχοντας εμπιστοσύνη στους Θεσμούς του).
Ο Πίνακας ΙΙ, στον οποίο καταγράφονται τα συνολικά χρέη, δημόσια και ιδιωτικά αρκετών χωρών, τεκμηριώνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το που μας οδήγησε η έξοδος από τον κανόνα του χρυσού – η «υιοθέτηση του χάους» καλύτερα.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Συνολικά χρέη 2011, δημόσια και ιδιωτικά, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ
Χώρα
|
Σύνολο
|
Τράπεζες
|
Επιχειρήσεις
|
Νοικοκυριά
|
Δημόσιο
|
Ιρλανδία
|
1.166
|
689
|
245
|
123
|
109
|
Μ. Βρετανία
|
847
|
547
|
118
|
101
|
81
|
Ιαπωνία
|
641
|
188
|
143
|
77
|
233
|
Ισπανία
|
457
|
111
|
192
|
87
|
67
|
Γαλλία
|
449
|
151
|
150
|
61
|
87
|
Βέλγιο
|
435
|
112
|
175
|
53
|
95
|
Πορτογαλία
|
422
|
61
|
149
|
106
|
106
|
Ιταλία
|
377
|
96
|
110
|
50
|
121
|
Η.Π.Α.
|
376
|
94
|
90
|
92
|
100
|
Ελλάδα
|
333
|
22
|
74
|
71
|
166
|
Γερμανία
|
321
|
98
|
80
|
60
|
83
|
Πηγή: MM (IMF)
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Με δεδομένο τώρα το ότι, καμία χώρα δεν έχει αντίκρισμα των χρημάτων της σε χρυσό, η εξόφληση των χρεών της μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της πώλησης της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας της – της «μεταφοράς» της δηλαδή από τις ελλειμματικές, προς τις πλεονασματικές χώρες (όπως επιχειρείται σήμερα).
Οι πλεονασματικές χώρες κέρδιζαν στο παρελθόν αφενός μεν από την πώληση των προϊόντων τους, αφετέρου από τον έντοκο δανεισμό
των πλεονασμάτων τους - των καθαρών κερδών τους δηλαδή (εάν φυσικά
καταφέρουν να εισπράξουν τα δάνεια τους – κάτι που φαίνεται πάρα πολύ
δύσκολο πλέον, ακατόρθωτο ίσως, όσον αφορά τις Η.Π.Α.). Σήμερα δε,
θέλουν να κερδίσουν ακόμη περισσότερα – από την εξαγορά, σε εξευτελιστικές τιμές, της δημόσιας περιουσίας των οφειλετών τους (ιδιωτικοποιήσεις).
Παράλληλα, οι πλεονασματικές χώρες αποσύρουν πλέον σταδιακά τα κεφάλαια τους (δάνεια) από τις ελλειμματικές,
λόγω του μεγάλου ρίσκου - τοποθετώντας τα σε πιο επικερδείς και
ασφαλείς περιοχές. Για παράδειγμα, η Γερμανία προσπαθεί να εξοφληθούν τα
δάνεια των τραπεζών της προς τον ευρωπαϊκό Νότο – με τον πιστωτικό
κίνδυνο να μεταφέρεται στην ΕΚΤ.
Ειδικά όσον αφορά τις Η.Π.Α., για παράδειγμα, η Κίνα έχει αγοράσει ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου αξίας περίπου 1 τρις $
- έχει ουσιαστικά δανείσει στην υπερδύναμη αυτό το ποσόν. Εάν ήθελε
τώρα να εξαργυρώσει ένα μικρό μόνο μέρος τους, υποθετικά 100 δις $,
ζητώντας από τις Η.Π.Α. χρυσό, θα έπρεπε να παραλάβει περί τους 2.840 τόνους
(με μία μέση τιμή της τάξης των 1.000 δολαρίων ανά ουγγιά) – ποσότητα
που ισοδυναμεί με το 35% περίπου των αποθεμάτων της υπερδύναμης.
Προφανώς λοιπόν οι Η.Π.Α. είναι αδύνατον να αποπληρώσουν την Κίνα με χρυσό,
αφού χρωστούν (μόνο στην Κίνα), το υπερδιπλάσιο των αποθεμάτων τους, με
τη σημερινή τιμή του – πόσο μάλλον την Ιαπωνία (χρέος περί τα 800 δις
$) και τον υπόλοιπο πλανήτη.
(δ) Η συναλλαγματική πολιτική της Κίνας
Τις
προηγούμενες δεκαετίες η Κίνα, στην προσπάθεια της να αυξήσει τις
εξαγωγές της, μειώνοντας τις εισαγωγές και επιτυγχάνοντας πλεονάσματα,
υποτιμούσε συνεχώς το νόμισμα της – αφού αυτός είναι ο συνήθης τρόπος μεγέθυνσης της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών. Η εξέλιξη της ισοτιμίας του κινεζικού γουάν με το δολάριο, φαίνεται στον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ:
Διαμόρφωση της ισοτιμίας του γουάν, απέναντι στο δολάριο (το 1983 με
ένα δολάριο αγόραζε κανείς 2,80 γουάν, το 1993 5,32 κοκ).
Έτη
|
1983
|
1993
|
1994
|
1997
|
*2009
|
2010
|
**2013
|
Δολάριο/γουάν
|
2,80
|
5,32
|
8,70
|
8,28
|
6,83
|
6,62
|
6,24
|
Σημείωση: Μέχρι το 1997, το έλλειμμα των Η.Π.Α. σε σχέση με την Κίνα ήταν λιγότερο από 50 δις $. Έκτοτε αυξανόταν συνεχώς, ενώ από το 2003 έως το 2006 διαμορφώθηκε από τα 124 δις $ στα 234 δις $.
Αρχές του 2011 το συναλλαγματικό πλεόνασμα της Κίνας συνολικά ήταν 2,85
τρις $ - εκ των οποίων τα 950 δις $ είχαν τοποθετηθεί σε ομόλογα του
αμερικανικού δημοσίου.
*
Η Κίνα υποχρεώθηκε να αυξήσει σταδιακά τη ισοτιμία του γουάν, από τις
συνεχείς πιέσεις των Η.Π.Α. - κυρίως μέσα από τις συναντήσεις των G20.
** 22.02.2013
Σε αντίθεση τώρα με τα κυριότερα άλλα νομίσματα, τα οποία διαπραγματεύονται ελεύθερα στις αγορές, το γουάν ελέγχεται αυστηρά από την κεντρική τράπεζα της Κίνας (PBOC).
Ειδικότερα, όταν ένας εξαγωγέας πληρώνεται σε δολάρια ή σε ευρώ από τους πελάτες του, είναι υποχρεωμένος να τα καταθέτει στην κεντρική τράπεζα – εισπράττοντας έναντι φρεσκοτυπωμένα γουάν,
σε μία προκαθορισμένη τιμή. Εάν τώρα χρειάζεται αυτός ή κάποιος άλλος
δολάρια ή ευρώ, για να εισάγει πρώτες ύλες ή άλλα προϊόντα, τότε του δίνεται ακριβώς το ποσόν που χρειάζεται για τις εισαγωγές του, από την PBOC – τίποτα παραπάνω οπότε, όλα τα υπόλοιπα χρήματα παραμένουν στην κεντρική τράπεζα.
Περαιτέρω, η Κίνα έχει συνδέσει το νόμισμα της με το δολάριο – ενώ η PBOC
δεν συγκέντρωνε απλά τα δολάρια που προερχόταν από τις πλεονασματικές
εξαγωγές της, αλλά αγόραζε ακόμη περισσότερα στην ελεύθερη αγορά, με
φρεσκοτυπωμένα γουάν.
Αυτό είχε το εξής αποτέλεσμα: για κάθε δολάριο, το οποίο τύπωνε η Fed και
οδηγούταν στην Κίνα, μέσω της αγοράς εμπορευμάτων από τις Η.Π.Α. κλπ., η
κεντρική τράπεζα της Κίνας τύπωνε αντίστοιχα γουάν. Ουσιαστικά, η Κίνα ακολουθούσε ανέκαθεν την ίδια νομισματική πολιτική με τη Fed, χωρίς καμία παρέκκλιση – οπότε, κάθε φορά που η Fed τύπωνε περισσότερα χρήματα, η PBOC τύπωνε αντίστοιχες ποσότητες, για να διατηρήσει σταθερή την ισοτιμία του νομίσματος της.
Σε τελική ανάλυση λοιπόν, τόσο
οι Η.Π.Α., όσο και η Κίνα, λειτουργώντας νυχθημερόν τις «εκτυπωτικές
μηχανές» τους, είναι αλυσοδεμένες σε μία «χρηματοπιστωτική
πυριτιδαποθήκη» - η οποία θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να εκραγεί εκ
μέρους της μίας ή της άλλης χώρας, εάν ο συναλλαγματικός πόλεμος που
διεξάγουν ξεφύγει από τον έλεγχο.
Οι Η.Π.Α.
Γνωρίζοντας πλέον όλα τα παραπάνω, έχει τη δυνατότητα να κατανοήσει κανείς τι ακριβώς συμβαίνει και πως εξελίχθηκε ο συναλλαγματικός πόλεμος, μεταξύ της Κίνας και των Η.Π.Α.
Αναλυτικότερα η
υπερδύναμη, για να μπορέσει να ξεφύγει από την παγίδα του χρέους, καθώς
επίσης των δίδυμων ελλειμμάτων της, χρειάζεται ανάπτυξη – αύξηση δηλαδή του ΑΕΠ της. Στα πλαίσια αυτά (άρθρο μας),
είναι γνωστό ότι, τα τέσσερα βασικά στοιχεία του ακαθάριστού εθνικού
προϊόντος (ΑΕΠ) είναι η ιδιωτική κατανάλωση (Κ), οι μικτές επενδύσεις
(Ε), οι καταναλωτικές δαπάνες του δημοσίου (Δ), καθώς επίσης η διαφορά
μεταξύ εξαγωγών και εισαγωγών. Πρόκειται λοιπόν για την παρακάτω
μαθηματική εξίσωση:
ΑΕΠ = Κ+Ε+Δ+(Εξαγωγές - Εισαγωγές)
Το ΑΕΠ των Η.Π.Α. τώρα, ύψους περί τα 15 τρις $ (2011), αποτελείται από 71% κατανάλωση, 12% επενδύσεις, 20% δημόσιες δαπάνες και -3% καθαρές εξαγωγές. Με δεδομένο δε το ότι,
(α) οι Αμερικανοί πολίτες έχουν μειώσει την κατανάλωση λόγω υπερχρέωσης -
έχει πάψει δηλαδή να λειτουργεί το παραδοσιακό «φάρμακο» για την αύξηση
του ΑΕΠ, οπότε περιορίζονται αναγκαστικά οι ιδιωτικές επενδύσεις, καθώς
επίσης
(β) την απαίτηση των πολιτών για μείωση του δημοσίου χρέους, επειδή «δεν θέλουν να καταλήξουν σαν την Ελλάδα» - άρα τον περιορισμό των κρατικών δαπανών,
ο μόνος τρόπος αύξησης του ΑΕΠ (ανάπτυξης), είναι η μείωση των εισαγωγών, με την παράλληλη αύξηση των εξαγωγών (όπως συμβαίνει και στη Ελλάδα).
Εδώ ακριβώς εστιάζεται και η δήλωση του προέδρου των Η.Π.Α. στην ομιλία του για την κατάσταση του έθνους (27.01.2010), σε σχέση με μία εθνική ανάγκη για εξαγωγές - με στόχο το διπλασιασμό τους, εντός πέντε ετών.
Μία τέτοια ενέργεια, ο διπλασιασμός δηλαδή των εξαγομένων προϊόντων, θα
μεγέθυνε το ΑΕΠ κατά 1,3% - οπότε ο σημερινός ρυθμός ανάπτυξης της
τάξης του 2,5%, θα αυξανόταν στο 3,8% (ποσοστό αρκετό για να μειωθεί η
ανεργία στη χώρα, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστιες κοινωνικές
αναταραχές).
Ο πιο εύκολος τρόπος τώρα για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, είναι η μείωση της ισοτιμίας (υποτίμηση) του δολαρίου – σε συνδυασμό με την αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης της Κίνας
(επίσης της Γερμανίας και της Ιαπωνίας), έτσι ώστε να επιβοηθηθούν ο
εξαγωγές των αμερικανικών προϊόντων (η μέθοδος στην Ευρωζώνη είναι η
εσωτερική υποτίμηση των ελλειμματικών χωρών, παράλληλα όμως με την
αύξηση των εισοδημάτων και της ζήτησης των πλεονασματικών χωρών, σε
προϊόντα των ελλειμματικών).
Η ΚΙΝΑ
Ο βασικός στόχος της Κίνας είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας, με κάθε θυσία – αφού διαφορετικά κινδυνεύει να ξεσπάσουν εσωτερικές εξεγέρσεις, από
τις οποίες έχει υποφέρει τα πάνδεινα τους τελευταίους δύο αιώνες.
Χρειάζεται λοιπόν επίσης ανάπτυξη, όπως οι Η.Π.Α. - κάτι που όμως είναι
πολύ δύσκολο να το πετύχει, αυξάνοντας την εσωτερική της κατανάλωση, για
τις εξής κυρίως αιτίες:
(α) Οι Κινέζοι αποταμιεύουν σε μεγάλο βαθμό, λόγω του σχεδόν ανύπαρκτου κοινωνικού κράτους
– κάτι που τους αναγκάζει να προνοούν οι ίδιοι για το μέλλον τους
(σύνταξη), για την υγεία, για τη μόρφωση των παιδιών τους κοκ.
(β) Λόγω της παραδοσιακής κομφουκιανής «κουλτούρας» τους, δεν είναι «θιασώτες» της κατανάλωσης – επιλέγοντας έναν κατά πολύ λιγότερο επιδεικτικό και «απαιτητικό» τρόπο ζωής, σε σχέση με πολλούς άλλους λαούς.
Επομένως, με βάση τα παραπάνω, η Κίνα είναι υποχρεωμένη να αυξάνει τις εξαγωγές της - αφού διαφορετικά δεν είναι δυνατόν να έχει ανάπτυξη, έτσι ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει την ανεργία.
Όσον αφορά δε τα «συστατικά» του ΑΕΠ της (Πίνακας IV), είναι ακριβώς αντίθετα από τα αντίστοιχα των Η.Π.Α. – 38% κατανάλωση, 48% επενδύσεις, 10,4% δημόσιες δαπάνες και 3,6% καθαρές εξαγωγές (εξαγωγές μείον εισαγωγές)
ΠΙΝΑΚΑΣ IV: Συστατικά του ΑΕΠ Κίνας και Η.Π.Α.
Δείκτες ανάπτυξης
|
Η.Π.Α.
|
Κίνα
|
Κατανάλωση
|
71%
|
38%
|
Επενδύσεις
|
12%
|
48%
|
Δημόσιες Δαπάνες
|
20%
|
10,4%
|
Καθαρές εξαγωγές
|
-3%
|
3,6%
|
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα IV, οι διαφορές μεταξύ των δύο χωρών είναι τεράστιες – ενώ ανάλογες διαπιστώνονται μεταξύ αρκετών χωρών της Ανατολικής Ασίας και της Δυτικής Τρόικας.
Και στις δύο περιοχές δε, τυχόν αλλαγές θα προϋπέθεταν μία «πολιτισμική
επανάσταση» – αφού θα έπρεπε να διαφοροποιηθεί εντελώς ο αντίστοιχος
τρόπος ζωής.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΝΑ – ΠΡΩΤΟΣ ΓΥΡΟΣ
Κατά
τη γνώμη των Η.Π.Α., εάν οι Κινέζοι ανατιμούσαν το γουάν και αύξαναν
την εσωτερική τους κατανάλωση, τότε θα επανερχόταν η ανάπτυξη τόσο στη
Βόρεια Αμερική, όσο και στη Ευρώπη – επίσης, στη Λατινική Αμερική και
στη Ιαπωνία. Στόχος τους ήταν λοιπόν είτε να πείσουν την Κίνα, είτε να την πιέσουν με τη βοήθεια των G20 – τελευταία φορά στη συνάντηση κορυφής της Σεούλ.
Δυστυχώς
όμως δεν μπόρεσαν να το επιτύχουν, αφού η Κίνα (επίσης η Γερμανία, η
οποία όμως είναι ο επόμενος, σχετικά «δευτερεύον στόχος» της
υπερδύναμης), αρνήθηκε να αποδεχθεί την ανατίμηση του νομίσματος της
– ακόμη και υπό την προϋπόθεση πως μόνο όταν μία χώρα εμφανίζει
πλεονάσματα υψηλότερα του 4% του ΑΕΠ της, θα υποχρεωνόταν σε ανατίμηση
(όπως πολύ σωστά και λογικά πρότειναν οι Η.Π.Α.)
Χωρίς λοιπόν να καθυστερήσουν καθόλου οι Αμερικανοί, αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν ένα δραστικό, «κρυφό» όπλο τους – με τη γνωστή σε όλους μας ονομασία «ποσοτική χαλάρωση» (Quantitative Easing – QE),
η οποία ουσιαστικά δηλώνει αύξηση της ποσότητας χρήματος και πρόκληση
πληθωρισμού (παρομοιάζεται με την ισχυρή δόση κορτιζόνης, σε
ετοιμοθάνατο ασθενή).
Στην
πραγματικότητα οι Η.Π.Α., όπως και το 1971 (Νίξον σοκ) αποφάσισαν να
υιοθετήσουν μονομερώς μία νομισματική πολιτική - με στόχο την υποτίμηση
(διολίσθηση) του δολαρίου, μέσω της αύξησης του πληθωρισμού. Στα πλαίσια
αυτά, έριξαν την πρώτη «νομισματική βόμβα μεγατόνων» (QE1) στην παγκόσμια οικονομία το έτος 2009, καθώς επίσης τον απόγονο της (QE2) στα τέλη του 2010 – πρόσφατα δε, το Σεπτέμβρη του 2012, την τρίτη.
Τα επακόλουθα για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα ήταν αναμφίβολα ακαριαία και εξαιρετικά ισχυρά – αφού, μέσω της βόμβας αυτής, δημιούργησαν (εξήγαγαν) πληθωρισμό σε όλες σχεδόν τις χώρες του πλανήτη,
αυξάνοντας έτσι, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, το κόστος παραγωγής κάθε
ανεπτυγμένης (βιομηχανικής) εξαγωγικής χώρας, καθώς επίσης κάθε ραγδαία
αναπτυσσόμενης (μέχρι τότε οι Η.Π.Α. εισήγαγαν αποπληθωρισμό από την
Κίνα, οπότε δεν μπορούσαν να επιτύχουν ικανοποιητικούς ρυθμούς
ανάπτυξης, παρά τα χαμηλά βασικά επιτόκια).
Ίσως
οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, τα ίδια σχεδόν αποτελέσματα είχε
αρχικά (1971) και «το σοκ του Νίξον» – γεγονός που τότε πανηγύρισαν
επίσης τα χρηματιστήρια, όπως και σήμερα. Εν τούτοις, δύο
χρόνια περίπου αργότερα, οι Η.Π.Α. κινδύνευσαν να βουλιάξουν από τα
«ωστικά» κύματα, από τη βολή προς τα πίσω καλύτερα του τότε «υπερόπλου»
τους – αφού ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε ανεξέλεγκτα στο 20%, τα χρηματιστήρια κατέρρευσαν κοκ.
Συνεχίζοντας στo 2011, το γουάν, στις αρχές του έτους, άρχισε να ανατιμάται πολύ αργά – ενώ ο πληθωρισμός στην Κίνα ξεπέρασε το 5%, επειδή επέλεξε να συνεχίσει να τυπώνει ανάλογες ποσότητες με τη Fed, για να διατηρήσει την ισοτιμία του γουάν στα ίδια επίπεδα.
Ειδικότερα, τα πληθωριστικά δολάρια των Η.Π.Α., με τα οποία πληρώνονταν οι εισαγωγές από την Κίνα, συνοδεύθηκαν από ακόμη μεγαλύτερες ποσότητες του ονομαζόμενου «καυτού χρήματος» - το οποίο, αφού δημιουργήθηκε από το QE, οδηγήθηκε στις τράπεζες και στα κερδοσκοπικά κεφάλαια (hedge fund).
Στη συνέχεια, μεγάλο μέρος των χρημάτων αυτών,
αναζητώντας περισσότερο κερδοφόρες αποδόσεις λόγω των μηδενικών σχεδόν
βασικών επιτοκίων της Δύσης, κατευθύνθηκε, μεταξύ άλλων, στην Κίνα – η οποία αναγκάσθηκε να τυπώσει ακόμη περισσότερα γουάν, προκαλώντας πληθωρισμό.
Μεταξύ
του Ιουνίου του 2010 και του Ιανουαρίου του 2011, το γουάν ανατιμήθηκε
κατά 4% (σε ετήσια βάση), ενώ ο πληθωρισμός στην Κίνα έφτασε το +5%.
Επομένως, το σχετικό κόστος των κινεζικών προϊόντων αυξήθηκε συνολικά στο +9% - γεγονός που ουσιαστικά καλυτέρευσε, έμμεσα και αντίστοιχα, την ανταγωνιστικότητα των Η.Π.Α.
Εάν
λοιπόν η Κίνα συνέχιζε την ίδια νομισματική πολιτική, διατηρώντας
συνδεδεμένο το νόμισμα της με το δολάριο και υποχρεούμενη να τυπώνει
γουάν, αντίστοιχα με τη Fed, ο πληθωρισμός θα ξέφευγε από τον έλεγχο της – με οδυνηρά επακόλουθα για τους πολίτες της (η επανάσταση και η μαζική σφαγή στην πλατεία Tiananmen το 1989, ήταν ουσιαστικά το αποτέλεσμα του τότε πληθωρισμού και της επισιτιστικής κρίσης που προκάλεσε).
Εάν,
αντίθετα, η Κίνα ανατιμούσε το νόμισμα της, θα μπορούσε ενδεχομένως να
ελέγξει τον πληθωρισμό – εν τούτοις, το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο, αφού
το σχετικό κόστος παραγωγής της θα αυξανόταν ανάλογα. Έτσι ή αλλιώς δηλαδή, οι Η.Π.Α. (η Fed) θα κέρδιζαν το παιχνίδι.
Συνεχίζοντας,
μία νομισματική ανατίμηση μπορεί, σε κάποιο βαθμό, να ελεγχθεί – ενώ ο
πληθωρισμός είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπισθεί. Εμφανιζόμενος
αρχικά σε ένα μόνο τμήμα της αγοράς, στα τρόφιμα συνήθως ή/και στην
ενέργεια, επεκτείνεται λίγο αργότερα, με αστραπιαίο ρυθμό, απρόβλεπτα,
σε όλα τα άλλα επίπεδα της οικονομικής αλυσίδας – ενώ επηρεάζει πάρα πολύ την ανθρώπινη συμπεριφορά. Για παράδειγμα οι έμποροι, περιμένοντας ότι θα αυξηθούν οι τιμές λόγω του πληθωρισμού, αναπροσαρμόζουν πολύ πριν και δυσανάλογα τους τιμοκαταλόγους τους – επιταχύνοντας και αυξάνοντας έτσι το μέγεθος του πληθωρισμού.
Τελικά η Κίνα αποφάσισε να συμβιβαστεί και να επιλέξει την αύξηση της ισοτιμίας του νομίσματος της, η οποία είχε ήδη ξεκινήσει αργά το 2010, με αρχή τον Ιούνιο του 2011.
Έτσι, ολοκληρώθηκε ο πρώτος γύρος του συναλλαγματικού πολέμου, με αδιαμφισβήτητο νικητή τις Η.Π.Α. (στα σημεία όμως, όπως θα λέγαμε σε έναν αγώνα μποξ, οπότε θα συνεχισθεί για πολλούς γύρους ακόμη).
ΟΙ ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΕΣ ΑΠΩΛΕΙΕΣ
Όταν
οι δύο θηριώδεις εχθροί, το «εισερχόμενο» νέο και το «απερχόμενο»
παλαιό, μάχονται μεταξύ τους, χρησιμοποιώντας όλα τους τα όπλα, προκαλούνται πολύ γρήγορα μεγάλες ζημίες στον περίγυρο τους – σε χώρες, οι οποίες δεν συμμετέχουν στη μάχη.
Ο
πληθωρισμός λοιπόν που δημιούργησαν οι Η.Π.Α., στην αγωνιώδη προσπάθεια
τους να αντιμετωπίσουν τις απώλειες που επέφερε η Κίνα στην οικονομία
τους, δεν περιορίσθηκε μόνο στα εδάφη του βασικού εχθρού τους. Επεκτάθηκε, εύλογα προφανώς, σε πολλές άλλες χώρες του πλανήτη, κυρίως στις αναπτυσσόμενες και ισχυρές εξαγωγικά -
στις οποίες «εισέβαλλαν» τα φρεσκοτυπωμένα δολάρια, προερχόμενα αφενός
μεν από τις δικές τους πλεονασματικές εξαγωγές, αφετέρου από τα «καυτά
χρήματα» που αναζητούσαν υψηλότερες αποδόσεις.
Η
Ν. Κορέα, η Βραζιλία, η Ινδονησία, η Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ και πολλά
άλλα κράτη, έγιναν θύματα της επίθεσης των Η.Π.Α. στην Κίνα
– εφόσον φυσικά δεν επέλεγαν την ανατίμηση των νομισμάτων τους ή/και
τον περιορισμό των πλεονασμάτων των ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών τους
με τις Η.Π.Α.
Για παράδειγμα, το ρεάλ ανατιμήθηκε κατά 40% μέσα σε δύο μόλις έτη, προκαλώντας τεράστιες ζημίες στις εξαγωγές της Βραζιλίας – αφού η χώρα, από 15 δις $ πλεόνασμα με τις Η.Π.Α., «καταδικάσθηκε» σε έλλειμμα 6 δις $.
Η μαζική εκτύπωση*
χρημάτων όμως από τις Η.Π.Α. δεν έκανε ζημία μόνο στις αναπτυσσόμενες,
επιτυχημένες εξαγωγικά οικονομίες της Ανατολικής Ασίας και της Λατινικής
Αμερικής – αλλά, επίσης, σε πολλές άλλες φτωχές περιοχές του πλανήτη, όπως στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή.
Στο
σημείο αυτό οφείλουμε να τονίσουμε ότι, για έναν μέσο εργαζόμενο της
Δύσης, με μισθό της τάξης των 10.000 € ετήσια, οι αυξήσεις των τιμών των
ειδών διατροφής είναι αρκετά δυσάρεστες. Όμως, για έναν χωρικό της Αφρικής, με μισθό κάτω από 2.500 € το έτος, μία τέτοια αύξηση είναι αποφασιστική για τη ζωή του – αφού μπορεί να τον οδηγήσει στο θάνατο, λόγω της αδυναμίας του να εξασφαλίσει τη βασική διατροφή του.
Ο εξαγόμενος πληθωρισμός από τις Η.Π.Α. (άρθρο μας)
οδήγησε στην αύξηση των τιμών των προϊόντων διατροφής σε ολόκληρο τον
πλανήτη – είτε πραγματικά, είτε μέσω της κερδοσκοπίας στα χρηματιστήρια,
στα οποία τοποθετήθηκε το υπερβάλλον χρήμα. Κατ’ επέκταση, οι
τιμές αυξήθηκαν και στις πλέον φτωχές περιοχές της γης, καταδικάζοντας
πολλά εκατομμύρια ανθρώπους στην εξαθλίωση, στην πείνα και στη δυστυχία.
Οι κοινωνικές αναταραχές και οι εξεγέρσεις στην Τυνησία, στην Αίγυπτο, στην Ιορδανία, στην Υεμένη, στο Μαρόκο και στη Λιβύη, δεν είχαν στόχο τις δικτατορίες και δεν οφειλόταν στην έλλειψη δημοκρατικών καθεστώτων
– αλλά στην αύξηση των τιμών των ειδών διατροφής, καθώς επίσης της
ενέργειας, οι οποίες ξεπέρασαν τα ανώτατα αποδεκτά όρια για τους
συγκεκριμένους λαούς.
Για
να μπορέσουν τώρα να ανταπεξέλθουν πολλές από αυτές τις χώρες με το
πρόβλημα του πληθωρισμού, αναγκάσθηκαν να «επιδοτήσουν» τα βασικά είδη
διατροφής – όπως το ψωμί, αφού διαφορετικά θα επικρατούσε το χάος. Με τον τρόπο αυτό όμως αύξησαν τα δημόσια χρέη τους – όπως για παράδειγμα η Αίγυπτος, στην οποία η είσπραξη των φόρων έγινε χαοτική και τα δημόσια έσοδα κατέρρευσαν.
Όλα αυτά, σε συνδυασμό με το μηδενισμό του τουρισμού, οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία – με τους G8
να εγκρίνουν επειγόντως δάνειο 20 δις $ για την Αίγυπτο και την
Τυνησία, έτσι ώστε να αποφευχθεί το απόλυτο χάος που θα επικρατούσε.
Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Η ΙΑΠΩΝΙΑ
Στόχος
των Η.Π.Α. ήταν επίσης η ανατίμηση τόσο του ευρώ, όσο και του γεν –
παράλληλα με το γουάν. Η Ευρωζώνη όμως, ειδικά η Γερμανία, η οποία
λειτουργεί πλεονασματικά, ανάλογα με την Κίνα, κατάφερε σε κάποιο βαθμό
να το αποφύγει – με την εύλογη αιτιολογία της τεράστιας κρίσης χρέους και τραπεζών, όπου μία ανατίμηση του ευρώ θα ήταν η χαριστική βολή (υπενθυμίζουμε ότι, το ευρώ και το δολάριο ταξιδεύουν στο ίδιο πλοίο, με την ίδια κατεύθυνση).
Από
την άλλη πλευρά η Ιαπωνία, λόγω των τεράστιων καταστροφών που προκάλεσε
στις 11.05.2011 ο γνωστός σεισμός των εννέα ρίχτερ, το τσουνάμι και η
πυρηνική καταστροφή, αντιμετώπισε μία ραγδαία άνοδο της ισοτιμίας του γεν - η οποία απειλούσε να καταστρέψει ολόκληρη την εξαγωγική βιομηχανία της.
Η αιτία της ανόδου ήταν η μαζική εισροή ενός μεγάλου μέρους των τοποθετημένων στο εξωτερικό γεν
(συνολικά ήταν επενδυμένα εκτός Ιαπωνίας περί τα 2 τρις $), με στόχο να
κατασκευασθούν ξανά τα έργα υποδομής που είχαν καταστραφεί – γέφυρες,
λιμάνια, επιχειρήσεις, δρόμοι κλπ. Ουσιαστικά δηλαδή πουλήθηκαν μαζικά δολάρια και ευρώ για να αγοραστού γεν – οπότε η μεγάλη ζήτηση αύξησε την ισοτιμία.
Στα πλαίσια αυτά, έπρεπε να περιορισθεί η άνοδος του γεν και όχι να επιδιωχθεί η πτώση του – γεγονός που έγινε τελικά εφικτό με τη βοήθεια των G7**. Ειδικότερα, η σημερινή διευθύντρια του ταμείου (υπουργός οικονομικών τότε της Γαλλίας), κατ’ εντολή των G7, οργάνωσε ένα σχέδιο διάσωσης του γεν – σε συνεργασία με τις κεντρικές τράπεζες των ηγετικών δυνάμεων του πλανήτη.
Το πρωί της 18ης Μαρτίου του 2011 λοιπόν, με το ξεκίνημα των χρηματιστηρίων της Ιαπωνίας, οργανώθηκαν μαζικές πωλήσεις γεν εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών, μέσω αγοράς δολαρίων, ευρώ, φράγκων κλπ. – με την «επίθεση» να συνεχίζεται σε ολόκληρο τον πλανήτη και στα υπόλοιπα χρηματιστήρια, αμέσως μόλις άνοιγαν.
Η «επέμβαση» πέτυχε, αφού τελικά σταθεροποιήθηκε το γεν – ενώ η κυρία C.Lagarde
διαδέχθηκε τον προηγούμενο διευθυντή του ΔΝΤ, κυρίως ένεκα αυτής της
επιτυχίας της. Σήμερα, η υποτίμηση του γεν έχει λάβει νέες διαστάσεις,
όπως αποφάσισε η καινούργια κυβέρνηση – με στόχο τη δημιουργία ξανά
πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο, για πρώτη φορά
το 2012, ήταν ελλειμματικό.
Στα πλαίσια αυτά θεωρούμε ότι, το γεν έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει υποχωρώντας
(όπως και η βρετανική στερλίνα), αφού διαφορετικά η Ιαπωνία θα
καταρρεύσει – με κριτήριο την ύφεση και το τεράστιο δημόσιο χρέος της.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Είμαστε προφανώς αντιμέτωποι με πάρα πολλά προβλήματα – ενώ ο υπόγειος συναλλαγματικός πόλεμος που διεξάγεται, μεταξύ της Κίνας και των Η.Π.Α., είναι ασφαλώς το μεγαλύτερο, αφού απειλείται σοβαρά το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και ολόκληρος ο πλανήτης.
Η
βασική αιτία του πολέμου είναι η απορρύθμιση του συστήματος, μετά την
έξοδο μας από τον κανόνα του χρυσού – με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν
υπερβολικά πλεονασματικές οικονομίες, παράλληλα με εξαιρετικά ελλειμματικές και υπερχρεωμένες. Αρκεί δε να τονίσει κανείς το μέγεθος των ασυμμετριών (Πίνακας V), για να κατανοήσει την ανάγκη άμεσης καταπολέμησης τους:
ΠΙΝΑΚΑΣ V: Συγκεντρωμένα πλεονάσματα 34 περίπου χωρώ του πλανήτη
Χρονική περίοδος
|
Πλεονάσματα
|
1993 – 2002
|
3.700 δις $
|
2003 – 2012
|
13.500 δις $
|
Πηγή: IMF, Weltwinkel
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Το ποσόν αυτό, εάν τοποθετηθεί μοχλευμένο στα παράγωγα, πλησιάζει το σημερινό, απόλυτα καταστροφικό ύψος τους.
Δηλαδή, μέσα στα τελευταία δέκα «άναρχα» έτη, τετραπλασιάστηκαν σχεδόν τα πλεονάσματα κάποιων ελάχιστων χωρών (περί τις 34, εκ των οποίων ένα συντριπτικό ποσοστό, σχεδόν το 80%, οφείλεται στις χώρες παραγωγής πετρελαίου, στην Κίνα, στη Γερμανία και στην Ιαπωνία),
με τον παράλληλο πολλαπλασιασμό των ελλειμμάτων των υπολοίπων – οι
οποίες ουσιαστικά σήμερα υποφέρουν (μία από τις παράπλευρες απώλειες του
πολέμου είναι και η Ελλάδα).
Εάν λοιπόν δεν υπάρξουν ριζικές λύσεις όπως, για παράδειγμα, το πάγωμα των χρεών που έχουμε αναφέρει στην ανάλυση μας «Η αποφυγή του χάους», η επιστροφή στον κανόνα του χρυσού (όπως έχουμε τεκμηριώσει, το θέμα δεν είναι η ποσότητες, αλλά η τιμή που θα καθορισθεί, ανάλογα με τις σημερινές ανάγκες), ή κάποιες άλλες, η κατάσταση θα ξεφύγει εντελώς από τον έλεγχο μας – με καταστροφικές συνέπειες για το μέλλον του πλανήτη μας.
* Σημείωση: Όταν η Fed
θέλει να μειώσει τη ποσότητα χρημάτων, πουλάει στους «πρωταρχικούς»
διαπραγματευτές (ένας περιορισμένος αριθμός μεγάλων χρηματοπιστωτικών
ιδρυμάτων) ομόλογα του δημοσίου – εισπράττοντας χρήματα, τα οποία στη συνέχεια καταστρέφει
(εξαφανίζει στο πουθενά, όπως δημιουργήθηκαν από το πουθενά). Οι
βασικοί αυτοί διαπραγματευτές τα πουλούν αργότερα σε άλλες τράπεζες και
σε επενδυτές.
Αντίθετα, όταν η Fed θέλει να αυξήσει την ποσότητα χρημάτων, όπως λέμε δηλαδή να τυπώσει καινούργια, τότε αγοράζει ομόλογα του δημοσίου από τους διαπραγματευτές – πληρώνοντας τους με φρεσκοτυπωμένα δολάρια, χωρίς αντίκρισμα.
** G7: Οι επτά ισχυρότερες χώρες του πλανήτη. Ουσιαστικά έχουν αντικατασταθεί πλέον από τους G20, όπου συμμετέχουν χώρες με γεωγραφικά, οικονομικά και πληθυσμιακά κριτήρια – με αρχή την χρηματοπιστωτική κρίση.
ΥΓ: Οι σημαντικότατες γεωπολιτικές προεκτάσεις του συναλλαγματικού πολέμου, ο δεύτερος γύρος του, οι προβλέψεις μας, καθώς επίσης οι δυσκολίες επαναφοράς του κανόνα του χρυσού (για
παράδειγμα, θα ωφελούνταν κυρίως οι χώρες εξόρυξης, όπως η Ρωσία και η
Ν. Αφρική, γεγονός που δεν επιθυμούν καθόλου οι Η.Π.Α.), θα αναφερθούν
σε κάποια επόμενα άρθρα μας – λόγω της πολύ μεγάλης έκτασης του
παρόντος.
Αθήνα, 23. Φεβρουαρίου 2013
Ο
κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών,
με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.
http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2819.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και να είστε κόσμιοι στις εκφράσεις σας. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο με γκρικλις και ξένη γλώσσα θα διαγράφετε. Ευχαριστώ!